Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012




Ο Θεός Πατήρ στις ευχές της λατρείας
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση
Καθηγητή Πανεπιστημίου
Πηγή: Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα: «Ο Επουράνιος Πατήρ» (10-13 Νοεμβρίου 1992). Ι. Μητρόπολις Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη 1993. Σελ. 163-176.
πηγή : Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Ερευνας
<><><><><><> </>
1. Μεθοδολογικές επισημάνσεις
Πριν από την ουσιαστική ανάπτυξη του θέματος είναι χρήσιμο να γίνουν μερικές μεθοδολογικές παρατηρήσεις. Πρέπει κατ' αρχήν να σημειωθή ότι η αντιμετώπιση είναι θεολογική και όχι λειτουργιολογική· εκλαμβάνονται δηλαδή τα κείμενα των ευχών ως μάρτυρες της θεολογίας της Εκκλησίας στη θέση και κατάσταση που έχουν σήμερα μέσα στη θεία λατρεία, ασχέτως προς ειδικώτερα λειτουργιολογικά θέματα, όπως ο χρόνος συγγραφής και εντάξεως τους στη θεία λατρεία, το συγκεκριμένο τυπικό, ασματικό ή μοναχικό, από το οποίο προέρχονται και άλλα παρόμοια προβλήματα. Η εξέταση επίσης περιορίζεται στις ευχές των ακολουθιών της νυχθημέρου λατρείας· δεν συμπεριλαμβάνει και τις ευχές των περιστατικών ακολουθιών και των μυστηρίων, που περιέχονται στα Ευχολόγια, μικρό και μεγάλο. Από τις εν χρήσει επίσης λειτουργίες γίνεται λόγος για τις ευχές της συνήθους και τακτικής λειτουργίας του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που αποτελεί το κέντρο των ακολουθιών του ημερονυκτίου. Για την λειτουργία του Μ. Βασιλείου σε σχέση με την του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ως προς το θέμα μας υπάρχει άλλη εισήγηση. Παρά τον περιορισμό πάντως του θέματος η εικόνα που αποκομίζουμε από τις ευχές της νυχθημέρου λατρείας για τον επουράνιο Πατέρα είναι ενδεικτική της πίστεως της Εκκλησίας και δεν πρόκειται να μεταβληθή ουσιαστικά από την συνεξέταση και των άλλων ευχών, που θα ήταν πάντως χρήσιμο να γίνει για την συμπλήρωση και ολοκλήρωση της ερευνάς.
2. Πίστη και λατρεία
Η λατρεία ως γνωστόν συνδέεται αμεσώτατα με την πίστη της Εκκλησίας. Κινείται μέσα στα πλαίσια του δόγματος, το οποίο εκφράζει γνήσια και ανόθευτα. Μεταβολές στην πίστη και στο δόγμα έχουν άμεσο αντίκτυπο στα κείμενα της λατρείας, διότι δι' αυτών εκφράζει η λατρεύουσα κοινότης δοξολογικά την πίστη της ή συμμετέχει στις σωτηριώδεις ενέργειες των μυστηρίων κατά το μέτρο της πίστεως γι' αυτές τις σωτηριώδεις ενέργειες. Υπάρχει πλήθος περιπτώσεων στην ιστορία της Εκκλησίας, όπου φαίνεται αυτός ο στενός σύνδεσμος, η ταύτιση μεταξύ πίστεως και λατρείας, από του ότι αιρετικές ομάδες που μετέβαλαν τη διδασκαλία σε θέματα πίστεως μετέβαλαν αμέσως και την λατρεία τους. Και αυτό βέβαια ισχύει όχι μόνο για τους αιρετικούς του παρελθόντος, αλλά και για τους ετεροδόξους της εποχής μας, η λατρεία των οποίων είναι σύστοιχη και αντίστοιχη προς την πίστη τους. Και για να αναφέρουμε μερικά μόνο παραδείγματα· η μεταβολή στην τριαδολογία ως προς το θέμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, πέρασε και στο σύμβολο της πίστεως το απαγγελλόμενο κατά την Θεία Λειτουργία με την προσθήκη του filioque. Η πίστη επίσης ότι η μεταβολή των τιμίων δώρων γίνεται με την εκφώνηση των ιδρυτικών λόγων του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, «Λάβετε, φάγετε… », «Πίετε εξ αυτού πάντες… », και όχι με την ευχή της επικλήσεως συνετέλεσε στον εξοβελισμό της τελευταίας ή στη μείωση της σημασίας της. Η αλλαγή επίσης στις αντιλήψεις για τη θέση και το ρόλο της γυναίκας μέσα στην Εκκλησία, σχετικώς μάλιστα με το μυστήριο της Ιερωσύνης που έγινε υπό την πίεση φεμινιστικών κινημάτων, έφερε πολλές γυναίκες ως Επισκόπους και Ιερείς μπροστά στο θυσιαστήριο.
Ο στενός αυτός σύνδεσμος πίστεως και λατρείας δικαιολογεί απόλυτα τον «συντηρητισμό» θα λέγαμε της τελευταίας, την προσεκτική της στάση απέναντι «ανανεωτικών» τάσεων και ιδεών που επιχειρούν να περάσουν από τη θεολογία και στους χώρους της. Μπορεί κανείς να φαντασθή τι θα γινόταν, αν και η λατρεία δεχόταν με την ίδια ευκολία αλλαγές και καινοτομίες που γίνονται δεκτές στο χώρο της ακαδημαϊκής θεολογίας, ακόμη και σήμερα από καθηγητάς θεολογικών σχολών που αντιλαμβάνονται το «θεολογείν» ως προσωπική τους υπόθεση και όχι ως εκκλησιαστικά λειτούργημα: Γνωστοί διανοηταί των ημερών μας υπογραμμίζουν με ικανοποίηση το γεγονός ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία με την πλούσια λατρευτική και λειτουργική της παράδοση οφείλει πολλά σ· αυτήν, όχι μόνο γιατί αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της γνώρισμα έναντι της λειτουργικής φτώχειας άλλων ομολογιών, αλλά και διότι σε κρίσιμες περιόδους εντόνων πολιτιστικών πιέσεων και επιδράσεων, ενώ η ακαδημαϊκή θεολογία, ανοικτή στις ανανεώσεις και στις μεταρρυθμίσεις, αλλοτριώθηκε και έχασε το δρόμο της, αντίθετα η λατρεία «στατική» και «συντηρητική», όπως κακώς την κρίνουν και την αποκαλούν, έμεινε απαραχάρακτη και ανόθευτη για να βοηθήσει και τη θεολογία να επανεύρει το δρόμο της παραδόσεως και της αληθινής ανανεώσεως, που δεν πρέπει να εντοπίζεται και να ζητείται στην αλλαγή και ανανέωση των μορφών, των εκτός, αλλά στην ανακαίνιση των εντός, στην πνευματική μεταμόρφωση. Υπάρχει χρυσός και αναλλοίωτος κανόνας στην Ορθόδοξη πνευματική ζωή, που τοποθετεί την ανανέωση πρώτα στα πνευματικά, συνέπεια της οποίας είναι και η ανακαίνιση των υλικών και εξωτερικών. Δεν αντιστρέφεται ο κανόνας· τα λείψανα των αγίων φέρουν την Χάρη και ευωδία του Αγίου Πνεύματος, παραμένουν καινά και μεταμορφωμένα, γιατί διοχετεύεται και στα σώματα των αγίων η κατακτηθείσα Αγιαστική Χάρη τα κείμενα των ύμνων και των ευχών της λατρείας μας εντάχθηκαν και παραμένουν σ· αυτήν, και είναι γεμάτα Χάρη και Ορθόδοξη θεολογία όχι γιατί οφείλονται σε σχεδιασμούς λειτουργικών ανανεώσεων και μεταρρυθμίσεων, αλλά γιατί προέρχονται από τον νου και την γραφίδα μεγάλων αγίων και Πατέρων.
Η αντιστοιχία μεταξύ του lex orandi και του lex oredendi, που θα την δούμε να επαληθεύεται και στις περί Πατρός θέσεις των ευχών της λατρείας, πρέπει να καθιστά προσεκτικούς τους θεολόγους όλων των εποχών στην διατύπωση θέσεων και απόψεων και γνωμών, για τις οποίες μάλιστα διεκδικούν και το γνώρισμα της Ορθοδοξίας. Η Ορθοδοξία δεν είναι κάτι ζητούμενο, δεν αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού, δεν θα τη βρούμε ψάχνοντας και συζητώντας περί του τι είναι Ορθοδοξία και ποιος είναι Ορθόδοξος, αλλά ακολουθώντας πιστά και τυφλά θα έλεγα του αγίους Πατέρας, «επόμενοι τοις αγίοις Πατράσι» στους οποίους οφείλουμε και τους θαυμάσιους ύμνους και τις εμπνευσμένες ευχές της θείας λατρείας, η συμφωνία προς την διδασκαλία των οποίων είναι αμάχητο τεκμήριο Ορθοδοξίας. Γι’ αυτό και σε μερικούς θεολογικούς διάλογους με ετεροδόξους, μετά την επίτευξη συμφωνίας επί θεολογικών θεμάτων, τελέσεως μυστηρίων κ. τλ., απαιτείται να προχωρήσει αυτή η διαπιστουμένη ενότης σε προσαρμογή και της λατρείας τους, γιατί διαφορετικά η ενότης παραμένει ελλιπής και θεωρητική. Αξιοπερίεργο πάντως και αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ ζητούμε από τους ετεροδόξους σύμπτωση μεταξύ πίστεως και λατρείας, εμείς οι «ορθόδοξοι» θεολόγοι πολλές φορές διατυπώνουμε γνώμες και θέσεις, οι οποίες καταστρέφουν αυτήν την σύμπτωση μεταξύ πίστεως και λατρείας, όπως π. χ. Η διδασκαλία για την αποκατάσταση των πάντων, για την προσωπική ή μη ύπαρξή του Διαβόλου, για το μυστήριο του γάμου και τις προ του γάμου σχέσεις των ετερόφυλων, για την Ιερωσύνη των γυναικών, ακόμη δε και για το αν πρέπει να εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται ο άρτος στη Θεία Ευχαριστία, όπως ακούσαμε αυτές τις ημέρες, και πολλά άλλα, που αν ελέγοντο ή εγράφοντο σε άλλες εποχές, θα είχαν προκαλέσει σάλο και αντιρρητική γραμματεία και συνόδους, τώρα όμως δυστυχώς προκαλούν αντίδραση όχι εναντίον αυτών που τα διατυπώνουν, αλλά εναντίον αυτών που τα επισημαίνουν.
Τα μέχρι τώρα λεχθέντα αποσκοπούσαν αφ’ ενός μεν να προσδώσουν θεολογική επικαιρότητα στα περί ευχών και λατρείας, που αποτελούν το υλικό του θέματος, και αφ’ ετέρου να δείξουν ότι τα κείμενα της λατρείας αποτελούν πρώτης τάξεως υλικό για την άντληση και διατύπωση και ερμηνεία των δογμάτων της Εκκλησίας, αφού πίστις και λατρεία ταυτίζονται, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα κατά την διατύπωση του Αποστόλου Παύλου, «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα»1.
3. Οι ευχές προς την αγία Τριάδα
Ως προς το θέμα της θέσεως του Θεού Πατρός μέσα στις ευχές της θείας λατρείας από την αρχή πρέπει να πούμε και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν, ότι οι ευχές της λατρείας, πολλές από τις οποίες γράφτηκαν από μεγάλους αγίους και Πατέρας, απεικονίζουν με ακρίβεια την περί της Αγίας Τριάδος διδασκαλία της Εκκλησίας και του ιδιαιτέρου, του ξεχωριστού ρόλου που διαδραματίζει το κάθε ένα από τα τρία πρόσωπα στο σχέδο της Θείας οικονομίας, της σωτηρίας δηλαδή του ανθρώπου.
Δύο βασικά χαρακτηριστικά των ευχών που τα επισημαίνουμε ευθύς εξ αρχής είναι ότι η θεολογία τους είναι τριαδοκεντρική και χριστοκεντρική. Συγκεντρώνοντας και μελετώντας κανείς τις ευχές των ακολουθιών του νυχθημέρου, στις οποίες θα γίνει και ειδικώτερη αναφορά, παρατηρεί ότι το μέγιστο μέρος αυτών απευθύνονται προς την Αγία Τριάδα, το περιεχόμενό τους είναι τριαδικό, όπως φαίνεται και από τις εκφωνήσεις των ιερέων στις διάφορες ακολουθίες, οι οποίες ως γνωστόν αποτελούν κατακλείδες ευχών. «Ότι πρέπει σοι πασά δόξα… τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι». «Ότι σου το κράτος και σου εστίν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», «Ότι αγαθός και φιλάνθρωπος… », «Ότι συ ει ο Θεός ημών… » κ. τλ. . Από το σύνολο των γνωστών εκφωνήσεων μία μόνο αναφέρεται στον Πατέρα, η εκφώνηση «Ελέει και οικτιρμοίς και φιλανθρωπία του Μονογενούς σου Υιού» και μία στον Χριστό «Σου γαρ εστί το ελεείν και σώζειν ημάς Χριστέ ο Θεός και σοι την δόξαν αναπέμπομεν συν τω ανάρχω σου Πατρί» κ. τλ. . Είναι χαρακτηριστικό, ότι και αυτή ακόμη η πολύ γνωστή ευχή του Αποδείπνου «Και δος ημίν Δέσποτα», η οποία κατά την επιγραφή της είναι «Ευχή εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν», και απαγγέλεται ως γνωστόν κατά την ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου, ενώπιον της εικόνος του Χριστού, από το περιεχόμενό της δεν επιτρέπει να την συνδέσουμε αποκλειστικά με το πρόσωπο του Χριστού. Αντίθετα, το τέλος της «Παννύχιον ημίν την σην δοξολογίαν χάρισαι εις το υμνείν και ευλογείν και δοξάζειν το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», είναι τριαδικό, όπως και τα εις την συνέχεια «αμοιβαδόν» λεγόμενα μεταξύ της θεομητορικής ευχής «Άσπιλε, Αμόλυντε» και του «Και δος ημίν Δέσποτα», «Η ελπίς μου ο Πατήρ καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία Δόξα σοι».
Η τριαδοκεντρική αυτή θεολογία των ευχών, που ισχύει και για το σύνολο της θεολογικής, όχι βέβαια της αγιολογικής, υμνογραφίας, εξηγείται από του ότι η λατρεία ακολουθούσα την θεολογία η μαζί με την θεολογία έπρεπε να παρουσιάσει το κατ' εξοχήν χριστιανικό μυστήριο της τριαδικής θεότητος, της Τριάδος εν μονάδι και μονάδος εν Τριάδι, που αποτελούσε το χαρακτηριστικό γνώρισμα της πίστεως των Χριστιανών, που εσφράγιζε την ταυτότητα των Χριστιανών, σε σχέση με την μονοθεΐα των Ιουδαίων, οι οποίοι εφτώχαιναν και περιόριζαν την θεότητα αποδεχόμενοι ένα μόνο πρόσωπο, τον Θεό Πατέρα και Δημιουργό, και με την πολυθεΐα των ειδωλολατρών που διέλυαν την θεότητα εισάγοντας πλήθος θεών. Το λέγει αυτό πολύ ζωντανά ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζοντας την ιδιαιτερότητα της χριστιανικής περί Θεού διδασκαλίας· «Θεού δε όταν ειπώ, λέγω Πατρός και Υιού και Αγίου Πνεύματος, ούτε υπέρ ταύτα της θεότητος χεομένης, ίνα μη δήμον θεών εισαγάγωμεν, ούτε εντός τούτων οριζόμενης, ίνα μη πενίαν θεότητος κατακριθώμεν η δια την μοναρχίαν ιουδαΐζοντες η δια την αφθονίαν ελληνίζοντες. Το γαρ κακόν εν αμφοτέροις όμοιον καν εν τοις εναντίοις ευρίσκηται»2. Τα ίδια επαναλαμβάνει και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η φωνή και το στόμα των προ αυτού αγίων Πατέρων «Ούτω δια μεν της κατά φύσιν ενότητος η πολύθεος των Ελλήνων εξαφανίζεται πλάνη, δια δε της του Λόγου παραδοχής και του Πνεύματος των Ιουδαίων καθαιρείται το δόγμα»3.
Η τριαδοκεντρικότητα αυτή της θεολογίας και της λατρείας που προέβαλλε την ιδιαιτερότητα της χριστιανικής πίστεως έναντι των Ιουδαίων και των Εθνικών, τονίσθηκε ακόμη περισσότερο όταν εμφανίσθηκαν και εντός του Χριστιανισμού, από ιουδαΐζουσες και ελληνίζουσες τάσεις, αντιτριαδικές διδασκαλίες που εταλαιπώρησαν την θεολογία και την Εκκλησία κατά τον 4ο κυρίως αιώνα με την αμφισβήτηση και άρνηση της θεότητος του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αυξάνουσα την άμυνα και την επαγρύπνισή της η Εκκλησία, αύξησε το τριαδικό περιεχόμενο στην κατήχηση και στη λατρεία, όπου σχεδόν τα πάντα είναι τριαδικά. Εις το όνομα του Πατρός και τον Υιού και του Αγίου Πνεύματος' Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος' Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, Παναγία Τριάς ελέησον ημάς κ. τλ. .
4. Οι ευχές προς τον Χριστό
Μετά τις ευχές προς την Αγία Τριάδα σημαντικός αριθμός ευχών απευθύνεται προς τον Χριστό, τον πρωταγωνιστή και πρωτεργάτη, θα λέγαμε, του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως και σωτηρίας, του δευτέρου, μετά το τριαδικό δόγμα μεγάλου μυστηρίου του Χριστιανισμού. Η Εκκλησία απευθύνεται προς τον Χριστό, τον ενανθρωπήσαντα, ευεργετήσαντα, ιασάμενον, χορτάσαντα, ελεήσαντα τους ανθρώπους, παθόντα και ταφέντα και αναστάντα και αναληφθέντα και τον παρακαλεί να συνεχίσει να ελεεί, να θεραπεύει και να βοηθεί τους πιστούς, τις δυσκολίες των οποίων γνωρίζει και έζησε κατά την επί γης παραμονή του. Τον παρακαλούν οι πιστοί στο σύνολο των ευχών προ της Θείας Μεταλήψεως και μετ' αυτήν να τους καταστήσει άξιους της κοινωνίας του σώματος και του αίματος Αυτού και τον ευχαριστούν κατόπιν γι' αυτή τη δωρεά.
5. Οι ευχές προς τον Πατέρα
Πολύ μικρός αριθμός ευχών απευθύνεται προς τον Πατέρα, αξιοσημείωτο δε είναι ότι καμία ευχή δεν απευθύνεται προς το Άγιο Πνεύμα. Το τελευταίο έχει την εξήγηση εις το ότι το Άγιο Πνεύμα είναι εδώ μαζί μας, μέσα στην Εκκλησία, προσευχόμεθα και δεόμεθα εν Πνεύματι, όλα όσα τελούνται στην Εκκλησία είναι έργο του Αγίου Πνεύματος, είναι η ψυχή της Εκκλησίας, κράζει εν ταις καρδίαις ημών Αββά ο Πατήρ, εν Πνεύματι Αγίω κηρύττομεν και ομολογούμεν Χριστόν, διότι «ουδείς δύναται ειπείν Κύριος Ιησούς, ει μη εν Πνεύματι Αγίω» (Α' Κορ. 12, 3), οδηγεί την Εκκλησίαν εις πάσαν την αλήθειαν, φωτίζει και αγιάζει τους πιστούς· όπως δε ο Χριστός ζων και δρων επί της γης δεν αναφερόταν εις τον εαυτό του, έτσι και το Άγιο Πνεύμα ζων και δρων τώρα εν τη Εκκλησία, κατά την περίοδο αυτή που είναι περίοδος της οικονομίας του Αγίου Πνεύματος κατευθύνει την Εκκλησία να εύχεται προς την Αγία Τριάδα κυρίως, της οποίας είναι μέλος, προς τον Πατέρα και προς τον Υιό. Η ιδική του παρουσία είναι έκδηλη, στο Αγιαστικό έργο της Εκκλησίας, στην ανακαίνιση και σωτηρία των ανθρώπων, στα θαύματα, στους πνευματικούς θησαυρούς της λατρείας, στους βίους των αγίων, στη θεολογία και στη γραμματεία και στην τέχνη· οι ύμνοι και οι ευχές της λατρείας είναι έργο της Χάριτος και παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Και μόνον η προσευχή Βασιλεύ Ουράνιε και οι ύμνοι της Πεντηκοστής απευθύνονται προς τον Παράκλητο, ενώ ακόμη και οι ευχές της γονυκλισίας αυτής της ημέρας, τον Πατέρα, τον Χριστό και την Αγία Τριάδα έχουν ως αποδέκτας.
Οι ευχές που απευθύνονται προς τον Πατέρα έχουν ως περιεχόμενο την δημιουργία, πρόνοια, κυβέρνηση και συντήρηση του κόσμου, την προπαρασκευή του έργου της ενανθρωπήσεως δια των πατριαρχών και Προφητών, την αποστολή του Χριστού στον κόσμο και τέλος την αποδοχή της θυσίας του Σταυρού, της άπαξ, υπό του Χριστού παρασχεθείσης και διηνεκώς προσφερόμενης στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο κατ' εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας. Από τις δύο ευχές της προσκομιδής που προετοιμάζουν την Αγία Αναφορά «Ο Θεός ο Θεός ημών, ο τον ουράνιον άρτον» και «Κύριε ο Θεός ο παντοκράτωρ, ο μόνος άγιος» κ. τλ. που λέγεται ακριβώς προ της Αγίας Αναφοράς, η πρώτη έχει τριαδολογικό χαρακτήρα, η δεύτερη απευθύνεται μόνο προς τον Πατέρα, όπως φαίνεται και από την ακολουθούσα εκφώνηση «για των οικτίρμων του Μονογενούς σου Υιού» κ. τλ. . Η ευχή της Αγίας Αναφοράς «Άξιον και δίκαιον… » είναι η κατ' εξοχήν ευχή προς τον Πατέρα, που και μόνη αυτή αρκεί να δείξη την σπουδαιότητα του έργου και της φιλανθρωπίας του Πατρός, ο οποίος «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγε και παραπεσόντας ανέστησε πάλιν και ουκ απέστη πάντα ποιών, έως ημάς εις τον ουρανόν ανήγαγε, και την βασιλείαν εχαρίσατο την μέλλουσαν», «ος τον κόσμον ούτως ηγάπησεν, ώστε τον Υιόν αυτού, τον Μονογενή δούναι, ίνα προς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον». Δεν παραλείπει όμως και μέσα σ' αυτήν την ευχή η Εκκλησία να προβάλλει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος· «Συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον», «Άγιος ει και πανάγιος Συ, και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον». Στην Ιερώτερη πάντως στιγμή της Θείας Ευχαριστίας, προς τον Πατέρα απευθύνεται η Εκκλησία παρακαλούσα να αποστείλει το Άγιο Πνεύμα για τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων: «Κατάπεμψον το Πνεύμα σου το Άγιον εφ' ημάς και επί τα προκείμενα δώρα ταύτα και ποίησον τον μεν άρτον τούτον, τίμιον σώμα του Χριστού σου, το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον αίμα του Χριστού σου, μεταβαλών τω Πνεύματί σου τω Αγίω». Η Αγία Τριάς παρούσα κατά τον καθαγιασμόν ο Πατήρ καταπέμπει το Άγιον Πνεύμα το οποίον μεταβάλλει τα τίμια δώρα εις σώμα και αίμα Χριστού.
Στον Πατέρα απευθύνεται και στη συνέχεια το κείμενο της Αναφοράς, όπως φαίνεται και από τις εκφωνήσεις· «Και καταξίωσον ημάς, Δέσποτα μετά παρρησίας ακατακρίτως τολμάν επικαλείσθαι σε τον επουράνιον Θεόν Πατέρα και λέγειν», την οποία ακολουθεί το Πάτερ ημών, η Χριστοδίδακτη αυτή προς τον Πατέρα προσευχή, και η εκφώνηση «Χάριτι και οικτιρμοίς και φιλανθρωπία του Μονογενούς σου Υιού» κ. τλ. . Ακολουθεί επίσης το τμήμα της κοινωνίας και μεταλήψεως με την προς τον Χριστό Ευχή «Πρόσχες Κύριε Ιησού Χριστέ», προς τον οποίον απευθύνονται, διότι είδαμε, το σύνολο των ευχών προ της Θείας Μεταλήψεως και μετ' αυτήν.
Σε μία συνοπτική παρουσίαση των προς τον Πατέρα ευχών των ακολουθιών του ημερονυκτίου αρχίζοντας από τον Εσπερινό έχομε την έξης εικόνα.
Από τις επτά ευχές του Λυχνικού που αναγινώσκει ο ιερεύς κατά την ώρα της αναγνώσεως του Προοιμιακού Ψαλμού μόνον η πέμπτη αναφέρεται στον Πατέρα· «Κύριε Κύριε ο τη αχράντω σου παλάμη συνεχών τα σύμπαντα… ». Κατακλείεται με την εκφώνηση «Ελέει και οικτιρμοίς και φιλανθρωπία του Μονογενούς σου Υιού».
Οι άλλες είναι τριαδικές, κατακλειόμενες με τριαδικές εκφωνήσεις.
Η ευχή του θυμιάματος αναφέρεται στο Χριστό· «Θυμίαμα σοι προσφέρομεν Χριστέ' ο Θεός ημών… », της εισόδου «Εσπέρας και πρωί… », τριαδική όπως και της κεφαλοκλισίας «Κύριε ο Θεός ημών ο κλίνας ουρανούς».
Οι δύο ευχές της αρτοκλασίας «Δέσποτα Πολυέλεε Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών… » και «Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο ευλογήσας τους πέντε άρτους» αναφέρονται στον Χριστό, όπως και οι ευχές της Τραπέζης· «Χριστέ ο Θεός ημών ευλόγησον την βρώσιν κ. λπ. », «Ευχαριστούμεν σοι Χριστέ ο Θεός ημών… ».
Στο Μεγάλο Απόδειπνο, στον Πατέρα αναφέρεται η ευχή του Μ. Βασιλείου «Κύριε, Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς από παντός βέλους πετομένου ημέρας» όπως και η ευχή με την προσευχή Μανασσή βασιλέως της Ιουδαίας «Κύριε Παντοκράτορ, ο Θεός των Πατέρων ημών του Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ… ». Η ευχή «Ο εν παντί καιρώ», αναφέρεται στο Χριστό, ενώ για την ευχή «Και δος ημίν Δέσποτα» του μεγάλου και του μικρού αποδείπνου είπαμε ότι ενώ κατά την επιγραφή της απευθύνεται στο Χριστό, κατά το περιεχόμενο της είναι τριαδική.
Από τις ευχές του Μεσονυκτικούτο «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου» δεν αποδίδεται εύκολα από το περιεχόμενο του παρά μόνο στον Θεό απροσώπως, η ευχή του αγίου Μαρδαρίου «Δέσποτα Θεέ, Πάτερ Παντοκράτορ… » είναι τριαδική, η του Μ. Βασιλείου «Κύριε Παντοκράτορ, ο Θεός των Δυνάμεων και πάσης σαρκός» απευθύνεται στον Πατέρα» ενώ η ακολουθούσα αμέσως ευχή Του αυτού (του Μ. Βασιλείου) «Σε ευλογούμεν Ύψιστε Θεέ» είναι τριαδική. Η ευχή υπέρ των κεκοιμημένων «Μνήσθητι Κύριε, των επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου» απευθύνεται στον Χριστό, η δε ευχή «Επάκουσον ημών ο Θεός» κατακλειομένη με την τριαδική εκφώνηση «Ελεήμων γαρ και φιλάνθρωπος» είναι τριαδική. Στο Μεσονυκτικό του Σαββάτου η ευχή του αγίου Ευστρατίου «Μεγαλύνων μεγαλύνω σε Κύριε» μπορεί να αποδοθεί και στον Πατέρα και στην Αγία Τριάδα, γιατί απουσιάζουν ιδιάζοντα χαρακτηριστικά.
Στην ακολουθία του όρθρου από τις 12 ευχές που αναγινώσκει ο ιερεύς κατά την ώρα αναγνώσεως του εξάψαλμου, η πέμπτη, από το περιεχόμενο της φαίνεται ότι αναφέρεται στον Πατέρα «Αγαθών θησαυρέ, πηγή αένναος, Πάτερ άγιε» παρά την τριαδική της εκφώνηση «Ότι συ ει ο Θεός ημών και σοι την δόξαν αναπέμπομεν». . Επίσης στον Πατέρα αναφέρεται και η εβδόμη «Ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» και η δεκάτη «Κύριε ο Θεός ημών, ο την δια μετανοίας άφεσιν… », των οποίων οι εκφωνήσεις της μεν εβδόμης έχει τριαδικό περιεχόμενο, «Είη το κράτος της βασιλείας σου», της δε δεκάτης αναφέρεται επίσης στον Πατέρα «Ελέει και οικτιρμοίς… ». Η ευχή «Σώσον ο Θεός τον λαόν σου», όπως φαίνεται και από την εκφώνηση «Ελέει και οικτιρμοίς… » απευθύνεται επίσης στον Πατέρα.
Στις ακολουθίες του Ωρών όλες οι ευχές απευθύνονται στην Αγία Τριάδα και στον Χριστό, εκτός από την ευχή της Στ' ώρας «Θεέ και Κύριε των Δυνάμεων και πάσης κτίσεως Δημιουργέ», του Μ. Βασιλείου, που απευθύνεται προς τον Πατέρα.
Στη Θεία Λειτουργία τέλος, οι ευχές των αντιφώνων με τις εκφωνήσεις τους, είναι τριαδικές, όπως και οι ευχές της μικράς εισόδου και του Τρισάγιου Ύμνου «Ο Θεός ο άγιος ο εν αγίοις αναπαυόμενος. Η ευχή προ της αναγνώσεως του Ευαγγελίου «Έλλαμψον εν ταις καρδίαις ημών φιλάνθρωπε Δέσποτα», απευθύνεται στο Χριστό. Από τις ευχές των Κατηχουμένων και των Πιστών, η ευχή των Κατηχουμένων «Κύριε ο Θεός ημών, ο εξαποστείλας τον Μονογενή σου Υιόν» αναφέρεται στον Πατέρα ενώ οι δύο των πιστών στην Αγία Τριάδα και στον Χριστό, και φθάνομε έτσι στην ευχή της Αναφοράς και στις ευχές προ της Θείας μεταλήψεως και κατ' αυτήν για τις οποίες ήδη κάναμε λόγο.
Παναγιότατε,
Η περαιτέρω ανάλυση του περιεχομένου των προς τον Πατέρα ευχών θα προσέφερε πολλά ακόμη στοιχεία περί του πανσέπτου αυτού προσώπου, της πηγής και αιτίας και αρχής εν τη Τριάδι, των δύο άλλων προσώπων, αλλά και της πηγής πάσης αγαθότητος εν τω κόσμω δια του έργου της δημιουργίας, της προνοίας και της σωτηρίας του ανθρώπου, του επιτελουμένου από κοινού από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Δώσαμε απλώς μια γενική εικόνα για τη θέση του Επουρανίου Πατρός μέσα στις ευχές της λατρείας, από την οποία προκύπτει, ότι η Ορθόδοξη λατρεία μαζί με την θεολογία μολονότι γνωρίζει να παρουσιάζει την συμβολή και τον ρόλο εκάστου προσώπου στο έργο της σωτηρίας, εν τούτοις υμνούν «Πατέρα Υιόν και Άγιο Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον».

Σημειώσεις





1. Εφ. 4, 5.
2. Λόγος 45, 4.
3. Έκδοσις 7.

Υάκινθος









Τρίτη 26 Ιουνίου 2012


Πώς οδηγηθήκαμε στο σχίσμα του 1054;

Ποιές οι διαφορές μας με τους καθολικούς, με λίγα και απλά λόγια


πηγή :Ορθόδοξες Απαντήσεις

Σαφώς και πρόθεση μας εδώ δεν είναι να θίξουμε κανέναν άνθρωπο που ακολουθεί άλλο θρήσκευμα. Όλοι είμαστε επιρρεπείς στην αμαρτία και ανά πάσα ώρα μπορεί και εμείς (μη γένοιτο!) να πέσουμε σε πλάνη! Αυτά που παρατίθενται εδώ είναι για καθαρά ενημερωτικό σκοπό.
1) Ενώ τό Ευαγγέλιο μας λέει ότι "το Πνεύμα το Άγιο εκπορεύεται μόνον εκ τού Πατρός", οι Ρωμαιοκαθολικοί το αλλάζουν και προσθέτουν στο Σύμβολο της Πίστεως, ότι το πνεύμα το Άγιο εκπορεύεται και από τον Υιό , αλλοιώνοντας και ανατρέποντας την δομή της Αγίας Τριάδας. Είναι το γνωστό Filioque.
2) Ο εκάστοτε πάπας θεωρείται μοναδικός αντιπρόσωπος του Χριστού στη γη…(και μόνο για την αλαζονεία αυτή έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Χριστού). Κάνει ότι θέλει και επιβάλει ότι θέλει. Είναι το γνωστό «πρωτείο» του πάπα.
3) Ο πάπας έχει το «αλάθητο» (! Αυτό δεν χρειάζεται κανένα σχόλιο ! για μας ισχύει-και ισχύει για όλους μας : ουδείς γαρ αναμάρτητος πλην σου Κύριε)
4) Καταργήθηκε η Θ. Κοινωνία και οι πιστοί λαμβάνουν ένα βιομηχανοποιημένο ψωμάκι την «όστια» χωρίς «αίμα Κυρίου» Πρόσφορα σταμάτησαν να χρησιμοποιούν και δεν κάνουν προσκομιδή. (Η ακολουθία που γίνεται κατά την διάρκεια του όρθρου κατά την οποία προετοιμάζονται τα τίμια Δώρα - Άρτος και Οίνος – για την τέλεση της Θ. Ευχαριστίας).
5) Κατά παράβαση της Αποστολικής Παράδοσης επέβαλαν στους κληρικούς την υποχρεωτική αγαμία στερώντας τους το δικαίωμα της οικογένειας.
6) Χρησιμοποιούν για να κάνουν το Σταυρό τους πέντε δάκτυλα και όχι τρία (4ο για την Θεοτόκο και 5ο για τον Πάπα-όμως μόνο ο Τριαδικός Θεός λατρεύεται και κανείς άλλος δεν εξομοιώνεται με Αυτόν).
7) Πιστεύουν στήν "αξιομισθία τών Αγίων", στο "καθαρτήριο πύρ", στόν "απόλυτο προορισμό" των ανθρώπων.
8) Στό βάπτισμα, ραντίζουν και δέν βυθίζουν τά παιδιά μέσα στό νερό ( Ταφή καί Ανάσταση), τρείς φορές στόν τύπο τής Αγίας Τριάδας. Επίσης, δεν χρίεται ο βαπτιζόμενος την ίδια στιγμή με την βάπτιση του αλλά πολύ αργότερα.
9) Τό μυστήριο τής εξομολογήσεως γίνεται μέσω παραβάν μεταξύ εξομολόγου καί πιστού και όχι με θαρραλέα μετάνοια (που είναι και το κλειδί της μετάνοιας τού ανθρώπου)
10) Το κυριότερο: Δημιούργησαν ένα εκκλησιαστικό σχήμα την Ουνία με Ρωμαιοκαθολικούς ιερείς ντυμένους όπως οί Ορθόδοξοι καί παρόμοιο λειτουργικό τυπικό. Η δράση τους βρίσκεται κυρίως στο εξωτερικό ενώ πολύ εύκολα μπορεί να ξεγελαστεί κάποιος που δεν γνωρίζει καλά τα πράγματα.
ΑΠΟΡΙΑ:
Τουλάχιστον μέχρι το 1009μχ που παραιτήθηκε ο τελευταίος ορθόδοξος πάπας, προφανώς, η Θεία Λειτουργία γινόταν όπως την γνωρίζουμε. Η απορία που μας δημιουργείται είναι η εξής: Πώς γίνεται, άνθρωποι με βιωματικές εμπειρίες Θείας Λειτουργίας, με την ενεργό συμμετοχή τους στην αναίμακτο θυσία με την τέλεση του Μυστηρίου των Μυστηρίων, ξαφνικά σταμάτησαν να το βιώνουν. Δεν τους έλειψε; Δεν ένοιωσαν την απομάκρυνση της Θείας Χάρης; Δεν προβληματίστηκαν τουλάχιστον με το χάος που δημιουργήθηκε από αυτές τις αποκλίσεις (μεταρρύθμιση του Μαρτίνου Λούθηρου Ζβίγγλιου, και του Καλβίνου) με την δημιουργία των προτεσταντών και την περαιτέρω διάσπαση τους σε πάνω από 400 λεγόμενες «Εκκλησίες», αντιμαχόμενες μεταξύ τους;

Υάκινθος

Πρωτείο και Αλάθητο*

πηγή : Περιοδικό "Αποστολή πρός τους ενορίτες"


του Μακαριστού π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου

Βασική διαφορά του Ρωμαιοκαθολικισμού με την Ορθοδοξία αποτελεί η απόφαση της Α΄ Συνόδου του Βατικανού (1870), που θέσπισε τον πάπα ως ορατή κεφαλή της Εκκλησίας και αλάθητο, μάλιστα “εξ εαυτού και όχι με βάση τη συγκατάθεση της Εκκλησίας”. Όταν θεσπίστηκε το δόγμα του πρωτείου και του αλάθητου του Πάπα, σχηματίσθηκε νέο σχίσμα με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η Παλαιοκαθολική “Εκκλησία”... Η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού (1962-1965) δεν επέφερε μεταβολή στις δογματικές διαφορές. Στη “Δογματική Διάταξη περί Εκκλησίας”, που χαρακτηρίζεται ως “το σπουδαιότερο κείμενο της Β΄ Συνόδου του Βατικανού”, επικυρώνεται η Α΄ Σύνοδος του Βατικανού και υπογραμμίζεται πως ο πάπας είναι “η μόνιμη και ορατή αρχή και θεμέλιο στην ενότητα της πίστης και της εκκλησιαστικής κοινωνίας”...


Ο πάπας τοποθετείται πάνω από τις Οικουμενικές Συνόδους (κεφ. Γ΄ 22)· για να είναι κανείς “ολοκληρωτικά ενσωματωμένος” στην κοινωνία της Εκκλησίας πρέπει να αναγνωρίσει το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα (κεφ. Β΄ 9). Παρόλο το "άνοιγμα" των ρωμαιοκαθολικών με βάση τη σύνοδο αυτή, το “Διάταγμα περί Οικουμενισμού” διακηρύσσει πως οι μη ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί «τελούν εν ποια τινι κοινωνία» με την "Eκκλησία" της Pώμης, ότι η «πληρότητα της χάριτος και αληθείας είναι εμπεπιστευμένη» στη "Pωμαιοκαθολική Eκκλησία" και ότι «πρέπει πλήρως να ενσωματωθούν όλοι (σ' αυτήν), όσοι κατά τινα τρόπον, ανήκουν ήδη στο λαό του Θεού» (παράγρ. 3).


[...] Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι δυνατό να αναγνωρίσει το δόγμα του πρωτείου και του αλάθητου του πάπα. Δεν δέχεται οποιαδήποτε αγιογραφική καταχύρωση αυτού του δόγματος ή οποιαδήποτε αναφορά στην αρχαία παράδοση της Εκκλησίας. Το χωρίο «Συ ει Πέτρος, και επί ταύτη την πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Mατθ. Iστ΄, 18) δεν έχει σχέση με τον πάπα της Ρώμης. Σημαίνει πως η Εκκλησία την οποία ίδρυσε ο Κύριος, είναι θεμελιωμένη στην ομολογία του Πέτρου, πως ο Χριστός είναι όντως «Υιός του Θεού» κατά φύση, δηλαδή πάνω στην πίστη, πως στο πρόσωπο του Χριστού ενώθηκε ο Θεός κι ο άνθρωπος. Αυτό είναι το θεμέλιο της Εκκλησίας, όχι ο Απόστολος Πέτρος. Ο Χριστός, τονίζει, πως με την έννοια που ο Πέτρος ήταν «υιός του Ιωνά», με την ίδια έννοια είναι και ο ίδιος «υιός του Θεού του ζώντος», δηλαδή ομοούσιος προς τον Πατέρα (Ματθ. Ιστ΄, 17-18).


Αλλά κι αν ο Πέτρος θεωρηθεί θεμέλιος λίθος της Εκκλησίας, πρέπει να προστεθεί πως ακρογωνιαίος λίθος είναι ο ίδιος ο Χριστός και δευτερεύοντες λίθοι όλοι οι Απόστολοι, όχι μόνο ο Πέτρος (Εφεσ. Β΄, 20 πρβλ. Α΄ Κορ. Γ΄, 11). Γι' αυτό και τα "κλειδιά" του «δεσμείν και λύειν», το μυστήριο δηλαδή της άφεσης των αμαρτιών, δεν δίδεται μόνο στον Πέτρο (Ματθ. Ιστ΄, 19), αλλά σε όλους τους Αποστόλους (Ματθ. Ιη΄, 18). Στην Αγία Γραφή όλοι οι Απόστολοι έχουν ίση τιμή (Ματθ. Ιθ΄, 28 & Αποκ. Κα΄, 12-21). Η σύνοδος των Αποστόλων είναι ανώτερη από κάθε Απόστολο· και από τον Απόστολο Πέτρο (Πράξ. Η΄, 14). Μάλιστα, στην αποστολική σύνοδο προεδρεύει ο Απόστολος Ιάκωβος, όχι ο Πέτρος (Πράξ. Ιε΄, 6-26). Αλλά κι αν παραδεχθούμε οποιοδήποτε πρωτείο του Πέτρου, γιατί αυτό να το συνεχίζει ο πάπας της Ρώμης και όχι άλλοι επίσκοποι, που εγκαταστάθηκαν από τον Απόστολο Πέτρο, όπως ο Επίσκοπος Αντιοχείας; Το πρωτείο και το αλάθητο απορρίπτεται και από την ιστορία...

----------------
* Αποσπάσματα από το βιβλίο "Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός και Ορθοδοξία", εκδόσεις Επτάλοφος, Αθήνα 1992

Υάκινθος

Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Ουνία: Μια θρησκευτικοπολιτική παπική εξουσία *


πηγή : Περιοδικό "Αποστολή πρός τους ενορίτες"


[…] Λέγοντας «Ουνία», εννοούμε ένα θρησκευτικοπολιτικό σχήμα, που επινοήθηκε από τον Παπισμό για τον εκδυτικισμό της μη λατινικής Ανατολής, την πνευματικοπολιτική δηλαδή υποταγή της στην εξουσία του πάπα.


Η επεκτατική αυτή κίνηση του παπικού θρόνου, ονομαζόμενη ουνία ή ουνιτισμός στη γλώσσα μας, οφείλει το όνομά της στη λατινική λέξη unio (ένωση), αλλά μόλις το 1596 έλαβε στην Πολωνία επίσημα το όνομα unia (σλαβ. unija). Το όνομα χρησιμοποιήθηκε τότε, για να χαρακτηρισθεί όχι μόνο η ενωτική κίνηση με τον πάπα, αλλά και το συγκεκριμένο σώμα (κοινότητα) των Ορθοδόξων, οι οποίοι συνοδικά απεφάσισαν όχι την ολοτελή προσχώρησή τους στον παπισμό, αλλά μόνο την αναγνώριση του πάπα ως πνευματικής κορυφής τους, διατηρώντας τα λατρευτικά και λοιπά έθιμά τους και δίνοντας, έτσι εξωτερικά την εντύπωση της συνέχειας και παραμονής στο εθνικό πλαίσιό τους.


Η διακράτηση του «ανατολικού» ή «βυζαντινού» «ρυθμού» από τους Ουνίτες εξηγεί τα ονόματα Βυζαντινόρρυθοι, βυζαντινού ρυθμού, ελληνόρρυθμοι, ελληνοκαθολικοί κ.ά., με τα οποία συνήθως χαρακτηρίζονται. Περισσότερο όμως ανταποκρίνεται στα πράγματα ή ονομασία «Καθολικοί της Ανατολής», διότι οι Ουνίτες είναι ουσιαστικά παπικοί, δεχόμενοι σύνολη την παπική διδασκαλία, και μάλιστα τα δόγματα εκείνα, που διαφοροποιούν ριζικά τον παπισμό από την Ορθοδοξία, και μόνο εξωτερικά και επιφανειακά, με την περιβολή των κληρικών τους και τα ανατολικά έθιμά τους («ρυθμός»), δίνουν την απατηλή εντύπωση, ότι παραμένουν ορθόδοξοι. Γι’ αυτό ορθότατα ονομάζονται επίσης «Ηνωμένοι Ρωμαιοκαθολικοί» και «Ενωτικοί» ( στα λατινικά: Uniti / Ουνίτες ).


[…] Η ιδέα της Ουνίας, ως μεθόδου και τρόπου υποταγής, συναρτάται με την επεκτατική βούληση της φραγκευμένης Παλαιάς Ρώμης, συνισταμένη στην εξάπλωση και επιβολή του παπικού πρωτείου εξουσίας. Γι’ αυτό δεν είναι περίεργη η διαπίστωση, ότι η Ουνία, ως ιδέα, γεννήθηκε και αναπτύχθηκε παράλληλα με την Ιερά Εξέταση (inquisitio). Ιερά Εξέταση και Ουνία αποδείχθηκαν αμφιθαλλείς καρποί του παποφραγκικού πνεύματος. Και η μεν Ιερά Εξέταση ανέλαβε την επιβολή της παποφραγκικής εξουσίας στα όρια της φραγκοκρατουμένης Δύσεως, η δε Ουνία επωμίσθηκε την επέκταση της θρησκευτικοπολιτικής παπικής εξουσίας στην Ανατολή. Με την Ιερά Εξέταση επιδιωκόταν η εξουδετέρωση των ανυποτάκτων στην παποφραγική εξουσία· με την Ουνία, ο εκλατινισμός, είτε ως κανονικός εκλατινισμός, είτε με τη μέθοδο της Ουνίας, εκφραζόταν με το ρήμα: φραγκεύω (εφράγκευσε) ή περιφραστικά: έγινε φράγκος. Η Ουνία θα συμβαδίζει ιστορικά με την Ιερά Εξέταση. Η μία λοιπόν, φωτίζει το ρόλο της άλλης.


…Ήδη καταγγέλλονται μυστικές διαβουλεύσεις, στα εκκλησιαστικά και πολιτικά παρασκήνια, για εξομάλυνση των σχέσεων με το Βατικανό, που προσπαθεί να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις. Η Ουνία όμως παραμένει και η καταστροφή στην Ορθοδοξία της Ανατολικής Ευρώπης έχει γίνει. Κάθε, λοιπόν, υποχώρηση των Ορθοδόξων θα ισοδυναμεί με έγκλημα. Οι ενέργειές μας δεν καταγράφονται μόνο στις δέλτους της Ιστορίας, από τον Κύριος της Ιστορίας, που είναι συγχρόνως Σωτήρας και Κριτής της…

----------------

* Αποσπάσματα από το κεφάλαιο «Ουνία: Πρόσωπο και προσωπείο», του βιβλίου «Η Ουνία: Χθες και σήμερα», εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 1992

Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Λειτουργικά στοιχεία στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών





πηγή : Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης


Λειτουργικά στοιχεία στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών
Liturgical elements in the text of the Apostolic Constitutions
Συγγραφέας:Ταγάρα, Ευαγγελία Νικολάου
Ημ/νία έκδοσης:2010

Το κείμενο των Αποστολικών Διαταγών μας παρέχει πολύτιμες ιστορικές και θεολογικές μαρτυρίες και πλήθος λειτουργικών στοιχείων που φωτίζουν την εποχή του τέλους του τετάρτου αιώνα στην Αντιόχεια. Σε συνδυασμό με τις άλλες πηγές της εποχής εκείνης, συντελούν αποφασιστικά και καθοριστικά στην εξέλιξη της χριστιανικής λατρείας . Άλλωστε ο τέταρτος αιώνας χαρακτηρίζεται από μία λειτουργική άνθιση και ακμή, καθώς κυριαρχεί η ανεξιθρησκεία και η θρησκευτική ελευθερία που απογειώνουν την ελευθερία της λατρείας. Η μελέτη μας με τον τίτλο «Λειτουργικά Στοιχεία στο κείμενο των Αποστολικών Διαταγών» διαιρείται σε τέσσερα κεφάλαια. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του κειμένου μας, έχουμε σε συνάξεις τακτικές ώρες προσευχής που είναι κυρίως ο εσπερινός, το μεσονυκτικό και ο όρθρος. Οι προσευχές περιλαμβάνουν ύμνους και ψαλμούς ,διάφορα αιτήματα του λαού προς το Θεό και αναγνώσματα από τη Βίβλο. Άλλες ακολουθίες που αναφέρονται και αφορούν την κοινή αλλά και την κατ’ ιδίαν προσευχή των πιστών είναι των ωρών : η Τρίτη, η Έκτη και η Ενάτη. Όλες οι ακολουθίες γίνονται ανεξάρτητα από το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, και δίνεται κάποια περιγραφή τους χωρίς όμως να υπάρχει λεπτομερής τυπική διάταξη.Οι Αποστολικές Διαταγές μας δίδουν πάρα πολλά στοιχεία για τα ιερά μυστήρια του Βαπτίσματος του Χρίσματος , της Μετάνοιας, της Ιερωσύνης, του Γάμου και της θείας Ευχαριστίας. Τα στοιχεία αυτά μας δίδουν τη δυνατότητα να σχηματίσουμε μία σαφή εικόνα της πράξης και της τελετουργίας των μυστηρίων της Εκκλησίας. Πριν από το Βάπτισμα προηγείται η κατήχηση που διαρκεί τρία έτη, ώστε να διδαχθεί ο υποψήφιος το σωτήριο έργο της Οικονομίας του Θεού. Η προετοιμασία ολοκληρώνεται με αυστηρή νηστεία και πραγματοποιείται το Βάπτισμα με τριπλή κατάδυση και ανάδυση. Όσοι βαπτίζονταν, έπαιρναν με το Χρίσμα, τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και μπορούσαν να συμμετέχουν στη θεία Ευχαριστία. Το μυστήριο του Γάμου είναι ιερό και αυτό φαίνεται έντονα στο κείμενό μας, χωρίς να διακρίνεται κάποια ιδιαίτερη ιεροτελεστία. Ευχές που να ευλογούν το Γάμο δεν υπάρχουν. Καθοριστικός είναι ο ρόλος του Επισκόπου και η ευθύνη την οποία αυτός επωμίζεται για τη μετάνοια των αμαρτησάντων. Ακολουθεί το τελετουργικό της μετανοίας που περιελάμβανε κάποιες τελετουργικές λεπτομέρειες, εξομολόγηση του μετανοούντος, άφεση των αμαρτημάτων και τελικά την επάνοδό του στις τάξεις των πιστών. Ο τρόπος της εξομολόγησης που επικρατεί την εποχή αυτή είναι ο μυστικός, ενώ ο δημόσιος παραμένει μόνο για τα φανερά αμαρτήματα. Με το μυστήριο της Ιερωσύνης, που περιλαμβάνει την ευχή του Επισκόπου και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος ,ο υποψήφιος καθίσταται ιερουργός σε έναν από τους τρεις ιερατικούς βαθμούς. Στο όγδοο βιβλίο βρίσκεται η ευχή χειροτονίας του Επισκόπου που γίνεται δια επιθέσεως των χειρών και την ανάλογη ευχή. Διακρίνεται σε τρία μέρη : τον πρόλογο, τα αιτήματα και τη δοξολογία του Θεού. Ο συγγραφέας για να παρουσιάσει την χειροτονία του Επισκόπου καταγράφει ολόκληρη τη θεία Λειτουργία. Στις Αποστολικές Διαταγές παρουσιάζονται και αρκετές εορτές, όπως της Κυριακής, των Επιφανίων, του Πάσχα. Οι πληροφορίες που μας δίδουν για τον εορτασμό τους και της τάξη που επικρατούσε είναι λιγοστές. Επίσης μας πληροφορούν για τη θέση που κατείχαν τα παιδιά στη λατρεία, το σπουδαίο ρόλο των γυναικών στη ζωή της Εκκλησίας, όπως επίσης και τις αρμοδιότητες των χηρών, των παρθένων και των ορφανών. Μας περιγράφουν τη δομή του ιερού ναού ως λειτουργικού τόπου και τον ονομάζουν οίκο προσευχής και συνάθροιση λαού. Στην παράδοση των Αποστολικών Διαταγών αναφέρεται πλήθος λειτουργικών θεσμών που μας εισάγουν στο πνευματικό κλίμα και μας δίδουν την επικρατούσα τάξη της εποχής, όσον αφορά το λαό του Θεού, τον ανώτερο και κατώτερο κλήρο και τις ιδιαίτερα διαμορφωμένες τάξεις των πιστών. Κατά τη συνάθροιση της Λειτουργίας των πιστών γινόταν το κήρυγμα, έργο ιερό και υπεύθυνο, από το νεοχειροτονηθέντα Επίσκοπο καθώς και από τον πρεσβύτερο. Το κήρυγμα ,λόγος παρακλήσεως όπως χαρακτηρίζεται στις Αποστολικές Διαταγές, ήταν απαραίτητο για την γνώση και κατανόηση των γραφών. Επίσης προτείνεται συγκεκριμένη στάση προσευχής από τους πιστούς εντός του ιερού ναού, καθώς ο Θεός δοξάζεται και με το σώμα και με το πνεύμα των πιστών. Στις λατρευτικές συνάξεις ήταν ανεπίτρεπτες οι αταξίες και οι οποιεσδήποτε ακαταστασίες, ενώ οι πιστοί συμμετέχουν με ψαλμούς και δοξολογίες, άλλοτε γονατιστοί, άλλοτε όρθιοι. Τέλος στο κείμενο μνημονεύεται ο θεσμός της νηστείας και σύμφωνα με το παράδειγμα του Ιησού Χριστού οι πιστοί προτρέπονται να νηστεύουν, ώστε να προετοιμάζονται κατάλληλα για τον εορτασμό του Πάσχα και το επερχόμενο βάπτισμα.Γενικότερα , θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι οι Αποστολικές Διαταγές είναι μία μοναδική και ανεκτίμητη πηγή πληροφοριών της λειτουργικής παράδοσης έως τον τέταρτο αιώνα. Το υλικό τους πλούσιο και πηγαίο, αναδεικνύει τον πλούτο της λατρευτικής ζωής της Εκκλησίας μας και στοχεύει όχι μόνο στην ενημέρωση αλλά και εντρύφηση, σπουδή και διερεύνηση από μέρους μας, των θησαυρών του κειμένου.


The text of the Apostolic Constitutions provides us with valuable historical and theological evidence and a plethora of liturgical information which shed light on the end of the fourth century in Antioch. In conjunction with other sources from that era, it contributes decisively to our understanding of the development of Christian worship. The fourth century is characterized by a liturgical flourishing and prosperity, dominated by religious tolerance and freedom which gave rise to the freedom of worship. This study, entitled “Liturgical Elements in the Text of the Apostolic Constitutions,” is divided into four chapters. According to the text, we have evidence of regular gatherings for prayer, primarily Vespers, the Midnight Office, and Matins. The prayers include hymns and psalms, various requests from the people to God, and readings from the Bible. The text also refers to other communal and private prayers of the faithful, such as the Hours: the Third, Sixth, and Ninth. All the services occur independently of the sacrament of the Holy Eucharist, and some description of them is provided; there is, however, no detailed order of service for them. The Apostolic Constitutions give us much evidence about the holy sacraments of baptism, chrismation, repentance, ordination, marriage, and the Holy Eucharist. This information gives us the ability to form a clear picture of the practice of the celebration of the Church’s sacraments. Baptism was preceded by catechism, which lasted three years, so that the candidate could be taught about the work of salvation in God’s Economy. The period of preparation was concluded by strict fasting and culminated in baptism by triple immersion. All those who were baptized also received the grace of the Holy Spirit in the chrism, and could participate in the Holy Eucharist. The sacrament of marriage is holy and this is made abundantly clear in our text, even though there is no specific service. There are no prayers for the blessing of marriage. The bishop’s role, and the responsibility he bears for the repentance of sinners, is extraordinary. It lays out the rite of repentance, which includes some liturgical details, confession of the penitent, the remission of sins, and finally the penitent’s return to the ranks of the faithful. The method of confession which dominated in that period was private, while public confession continued only for obvious sins. In the sacrament of ordination, which includes the bishop’s prayer and the gift of the Holy Spirit, the candidate is installed in one of the three degrees of the priesthood. The eighth book contains the bishop’s prayer of ordination, which occurs through the laying on of hands and the corresponding prayer. It is divided into three parts: the prologue, the supplications, and the doxology of God. The author, in order to present the ordination of the bishop, records the whole Divine Liturgy. The Apostolic Constitutions also present a number of feasts, such as those for Sundays, for Theophany, and for Pascha. The information that it provides us about their celebration and their order is scant. It also tells us about the place of children in worship and the important role played by women in the life of the Church, as well as the expectations for widows, virgins, and orphans. It describes the structure of the temple as a liturgical space and calls it a house of prayer and an assembly of the people. The Apostolic Constitutions refer to a number of liturgical customs which introduce us to the spiritual climate and give us a glimpse of the prevailing order of the time, vis-à-vis the people of God, the higher and the lower clergy, and the specific orders of the laity. The sermon, a sacred and responsible work, was given during the assembly of the Liturgy of the faithful by the newly ordained bishop or the presbyter. The sermon, which is characterized by the Apostolic Constitutions as a word of exhortation, was necessary for a knowledge and understanding of the Scriptures. The text also recommends that the faithful assume a particular stance for prayer inside the temple, inasmuch as God is glorified both with the body and the spirit of the faithful. In assemblies for worship, any sort of disorder or disruption was forbidden, and the faithful participated in the psalms in doxologies either while kneeling or standing. The end of the text records the custom of fasting and, in accordance with the example set by Jesus Christ, the faithful are encouraged to fast, so that they can properly prepare for the celebration of Pascha and the coming baptism. Generally speaking, we could say that the Apostolic Constitutions are a unique and invaluable source of information on the liturgical tradition up until the fourth century. The material, which is rich and first-hand, highlights the wealth of the Church’s life of worship and aims not only to inform us but also to delight and edify us with its treasures.
Σχολή/Τμήμα: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Θεολογίας
Επιβλέπων:Σκαλτσής, Παναγιώτης αναπληρωτής καθηγητής

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012





<><>
Τί εννοούμε όταν λέμε "μνημόνευση ονομάτων στην
Θ. Λατρεία" και ποιοί μνημονεύονται;
πηγή : Αναβάσεις

1)Τί εννοούμε όταν λέμε "μνημόνευση ονομάτων στην Θ. Λατρεία" και ποιοι μνημονεύονται;
Πριν από όλα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει μνημόνευση ονομάτων στην θεία Λατρεία.
Τα ονόματα, λοιπόν, ζώντων και τεθνεώτων, μνημονεύονται στην προσκομιδή, κατά την ακολουθία της προθέσεως που γίνεται στον όρθρο. Εκεί γίνεται η εξαγωγή των μερίδων από το πρόσφορο.
Πρώτα λοιπόν ο Ιερέας εξάγει τον Αμνό. Ακολούθως εξάγει την μερίδα της Παναγίας. Στην συνέχεια εξάγει τις μερίδες των Αγγέλων και των Αγίων. Τέλος εξάγει ο Λειτουργός και μερίδες μόνο χριστιανών ορθοδόξων (δηλ.βαπτισμένων) ζώντων και τεθνεώτων. Έτσι στο Άγιο Δισκάριο με αυτόν τον τρόπο υπάρχει πλέον όλη η Εκκλησία: Επίγειος και Ουράνιος και εν μέσω πάντων ο Κύριος. Αυτή είναι η μέλλουσα Βασιλεία.
Στην Θ. Λειτουργία τα ονόματα μνημονεύονται (μυστικώς πάλι) αμέσως μετά το "Εξαιρέτως...", μετά
την Παναγία και τους Αγίους αλλά και τους φίλους του Χριστού.(το σημείο αυτό λέγεται μνημόνευση των Διπτύχων).
Σημαντικό επίσης είναι να αναφέρουμε μιά απο τις ευχές που λέει ο Ιερέας κατά την Ιερότερη στιγμή της Θ.Λειτουργίας στο " Τα Σα εκ των Σων..." Ετι προσφέρομεν Σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν, υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων Προπατόρων, Πατέρων, Πατριαρχών, Προφητών, Αποστόλων, Κηρύκων, Ευαγγελιστών, Μαρτύρων, Ομολογητών, Εγκρατευτών και παντός πνεύματος Δικαίου εν Πίστει τετελειωμένου".
Απαραίτητη λοιπόν προϋπόθεση είναι η Πίστη. Η συνειδητή συμμετοχή στην Αλήθεια της Εκκλησίας μας. Μνημονεύεται ο κλήρος και ο λαός, όλη η Ορθόδοξος Εκκλησία. Όλοι όσοι ανήκουν στην Ορθόδοξη οικογένεια. Όλοι όσοι αποτελούν μέλη του Σώματος του Ιησού Χριστού.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι " οι Ιερείς μνημονεύουν τα ονόματα των υπέρ πάντων των εν Χριστώ κεκοιμημένων και των τάς μνείας υπέρ αυτών επιτελούντων...Δια τούτο θαρρούντες υπέρ της οικουμένης δεόμεθα τότε και μετά μαρτύρων αυτούς καλούμεν μετά ομολογητών, μετά Ιερέων, και γαρ εν σώμα εσμεν άπαντες"(Εις Α' Κορινθ., Ομιλία 41, 4-5).
Αυτά όσον αφορά στην λατρεία του Τριαδικού Θεού αναφορικά με την μνημόνευση και την τάξη της Εκκλησίας μας στην Θ. Λειτουργία.
Οι Λαϊκοί όμως, (και οι Ιερείς στις ατομικές τους προσευχές), όχι μόνον δεν απαγορεύεται να μνημονεύουν ονομαστικά ετερόδοξους αλλά ίσως και επιβάλλεται θα λέγαμε. Είναι καλή και ευλογημένη συνήθεια και κομποσκοίνι να κάνουμε και ιδιαίτερη προσευχή για όλους όσους είναι εκτός "Οικογενείας" για φωτισμό και ένταξη στην Αλήθεια της Πίστης μας.
Ερώτηση: Επιτρέπεται η μνημόνευση ετεροδόξων στη θεία λατρεία;
π.Μεταλληνός: Όχι. Λέμε «υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών». Οι Οικουμενιστές το έχουν βγάλει αυτό και στις φυλλάδες, τα βιβλία, που τυπωθήκαν από την Αποστολική Διακονία στα τελευταία χρόνια, δεν το έχουν. Και έρχεται ένας λειτουργιολόγος, που είναι σπουδαίος, από τη Θεσσαλονίκη και λέει ότι «στα αρχαία δεν υπήρχε αυτό».
Μα στα αρχαία δεν υπήρχε πρόβλημα! Σήμερα είναι ανάγκη να το βάλουμε. Τώρα αν έρχεται ένας ικανότατος επιστήμονας και λέει αυτή τη βλακεία τι να τον κάνω...; Τον αγαπώ ως άνθρωπο αλλά λέει μπούρδες, λέει βλακείες. Και θέλατε στα αποστολικά χρόνια να λέει «υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών» που δεν υπήρχε το πρόβλημα; Τα έχουνε βγάλει, λοιπόν, αυτό για να μη θίγονται.

Το μυστήριο κι όλα τα μυστήρια, γίνεται για τους ορθοδόξους. Ευχόμεθα, όμως, «υπέρ σύμπαντος κόσμου... υπέρ ευκρασίας αέρων... ευφορίας...» δηλαδή και οι άλλοι να ζήσουν για να βρουν το δρόμο της Σωτηρίας. Η λατρεία και μάλιστα η Θεία Ευχαριστία, είναι εσωτερική υπόθεση. Θέλουμε να γίνουν ορθόδοξοι; Θα γίνουν αυτά, έρχονται. Δόξα τω Θεώ. Μας αναγκάζουν να τρέξουμε. ...
Θα πρέπει, λοιπόν, εν αγάπη να βλέπουμε οι μεν προς τους δε διότι πλησιάζουμε στην ορθή τοποθέτηση απέναντι στα πράγματα. Κι όταν, λοιπόν, έρθει αυτή η μέρα, που θα έρθει (δε ξέρω αν θα έρθει στις ημέρες μου) και ξέρετε, τότε;
Η λειτουργία θα γίνει όπως ήτανε τότε, στους πρώτους αιώνες, μέχρι τον 8ο, 9ο, 10ο αιώνα που λέγαμε «τας θύρας τας θύρας εν σοφία πρόσχωμεν». Και θα κοιτάζει ο ένας τον άλλον, αν είναι ορθόδοξος, να τον παίρνει και να του λέει «Σας παρακαλώ πολύ, βγέστε τώρα έξω (οι κατηχούμενοι, οι μετανοούντες) για να κάνουμε το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας».
Και θα κοινωνούμε όλοι, θα εξομολογούμεθα όλοι, κ.τ.λ.. Έχουμε ένα δρόμο ακόμα, λοιπόν. Κάποιοι, η «μαγιά» που λέει ο Μακρυγιάννης, θα μείνουν και θα φτάσει σ' αυτό το σημείο. Άρα, χωρίς φανατισμούς και χωρίς απολυτότητες.
Πηγή: Απόσπασμα από ομιλία του π. Γ.Δ. Μεταλληνού, κοσμήτορα της Θεολ. σχολής του Πανεπ Αθηνών, στην Εκκλησία του Αγ. Αντύπα, στο Γουδί, στις 09-02-06, Απομαγνητοφώνηση: Θ.Α. (από την σελίδα της οοδε)

Βιβλιογραφία που χρησιμοποιήσαμε:
Εμπειρίες κατά την Θ. Λειτουργία πρωτ.Στεφ.Αναγνωστόπουλου
Λατρευτικό εγχειρίδιο π.Γ.Κουγιουμτζόγλου
Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας τόμος Γ' Ι.Μ.Φουντούλη
http://orthodox-answers.blogspot.com/2010/11/blog-post_21.html
Πηγή εκόνας: . σ. νάστασις Χριστο-μμαούς, γ. Βασίλειος Λαγκαδ.


Υάκινθος

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Holy Russian Elder Isidore of Gethsemane Hermitage






I. Leaflets which Fr.Isidore handed out.  (23/5/2012)

A prayer, composed by Gogol, to the blessed Virgin. Fr Isidore loved to recite this prayer. It is not to be found in the Complete Collection of the Works of N.V.Gogol, yet according to Fr Isidore it was printed in Russian Archive, 1899, Book 8, by A.A.Tretyakov, and in the Moscow Gazette, 1909, No 65. Fr Isidore himself learned it from his own brother, who was a valet in the home of counts A.,P. and A.G. Tolstoy (Moscow, Nikitsky Blvd., presently the home of the Katkovs), where Gogol lived the last years of his life and died.

“No one who comes to Thee will ever depart from Thee still feeling deprived,
Most Pure Virgin Mother of God,
but will ask for grace and will receive this gift upon a worthy petition”.
Holy Mother, pure and blessed,
To thee I dare my voice to raise.
My face with tears is washed, caressed:
Attend the words my heart conveys,
Save me from misfortune, wrath,
Fill my heart with sweet contrition
And set me on salvation’s path.
May I be free, with Thy direction,
And be prepared to give up all.
Through bitter times, be my protection –
My death from utter grief forestall.
Thou refuge for all those in need,
Our intercessor with the Lord! –
O, shelter me when all pay heed
And judgement strikes all like a sword,
When ageless breaks into time,
The final trumpet wakes the dead,
And burdens of my every crime
From books of conscience shall be read.
Truth’s wall Thou art, its vindication!
With all my soul I pray to Thee:
Save me, O my consolation,
And with Thy love encompass me!
From the book "Salt of the Earth"
By St Paul Florensky


Υάκινθος


II . Leaflets which Fr. Isidore handed out  (16/6/2012)

The verses "Blessed art Thou", in the 5th tone, are sung in the Gethsemane Skete on the 15th of August - on the Dormition of the Most Holy Mother of God. Fr Isidore often repeated these verses and encouraged his disciples to sing them, both alone and together.

" Blessed art Thou, O Sovereign Lady;
enlighten me with the light of thy Son".
The assembly of angels was amazed, beholding Thee,
O Most Pure One, among the dead:
Thou who didst give Thy soul into the hand of God,
Thou Who in Godly glory didst depart with God into heaven.

"Blessed art Thou,O Sovereign  Lady;
 enlighten me with the light of  thy Son".
" Why, O you preachers of God, do you mingle joy with tears?
the Twin, enlightened from above,
arrived and unto the apostles did cry: "Behold the sash!
and understand that the Virgin has risen from the grave!".

"Blessed art Thou, O Sovereign Lady;
enlighten me with the light of Thy Son".
The disciple,O Sovereign Lady,
who believed not in the resurrection of Thy Son,
now does assure others of Thy rising,
saying: "The time for sorrow haw come to an end;
do not weep but announce the Virgin's ressurrection".

"Blessed art Thou ,O Sovereign Lady;
enlighten me with the light of Thy Son".
Unto the God - bearing disciples gathered,
weeping before Thy tomb, O Virgin,
Thomas did appear and speak out, saying:
"Why do you number the living among the dead?
For She has risen, as the birthgiver of God!"

"Glory to the Father, and His Son and the Holy Spirit:
the Holy Trinity, one in essence.
We cry with the Seraphim:
"Holy, holy, holy art Thou, O Lord".
"Now and ever, and unto the ages of ages. Amen".

Having given birth unto the Giver of Life,
Thou hast now gone unto ageless life.
Rejoice, O Virgin:
unto the disciples Thou didst give joy in place of sadness.
On the third day Thou didst rise from the grave,
O Virgin, just as did the Lord.

"Alleluia, alleluia, alleluia, glory to Thee, O God" (thrice).

From the book: "Salt of the Earth"
by St. Paul Florensky




Υάκινθος


13/2/2012
[...] Fr. Isidore spoke mostly of the Mother of God, the Church, and of the suffering on the Cross and the death of the Savior. This, by the way, did not pose any divisive questions for him, but somehow combined very well together.
He would often compare the "birth" of Eve-the mother of the human race who was taken from Adam's side - to the "birth" of the Mother Church, taken from the side of Christ. Fr Isidore equated Adam's miraculous sleep to the mysterious sleep of death of our Lord. The ribs taken from Adam were compared to the piercing of our Lord'side with a spear. The miraculous flowing of blood and water from the wounds of Christ he saw as being timed to coincide with the very birth of the church. And somehow this birth of the church coincided, in his way of thinking, with the wound in the heart of the Mother of God from the piercing of the weapon. For Fr Isidore, the suffering of the Mother of God was somehow connected with the grace of the Church. "Christ gave birth to the Church", he would sometimes interject, "and we became united together".
The peak of Fr Isidore's theology was his Prayer to Jesus, in which a hint of these thoughts could be found....
The Elder honored and loved God' Saints, and his feelings toward them were deep, heartfelt and alive. The Elder's heart was always with the Saints-he was close to them, as close as to his own dear ones, and even more. But Fr. Isidore had particular esteem for Saint Seraphim, the Miracle-worker of Sarov, for Monk George the Recluse,
for Tikhon of Zadonsk, and still others. He quite regularly reffered to these carriers of God's grace in his talks with others: the Elder didn't like to talk on his behalf.
Often, with deep affection, he would repeat the words of Saint Seraphim: "O my joy, my joy! χαρά μου! χαρά μου!Acquire the spirit of peace and thousands of souls will be saved around you".
If any conversation was filled with idle or angry words,
he pointed to the power of the word and often recalled the verses of George the Recluse:

The word is the spark of the soul in me.
Now rush, my soul to eternity.

In departing he would often say:

With soul shall I convince my soul:
If kept from idle words and wrath,
I'll find the theologian path.

And sometimes he would say the verses in another way, such as:

With soul shall I convince your soul:
If kept from idle words and wrath,
You'll find the theologian's path..[...]

From the book "Salt of the Earth"
by St. Paul Florensky


Yakinthos


20/2/2012   the five wounds
Holy Russian Elder Isidore of Gethsemane

[...] So here for you, gracious reader, is this last earthly gift from our aged Elder, Fr.Isidore. Read it then for the health of the body and soul, and teach it to those dear
to you, for the sake of the memory of the Elder, through whose prayers the Lord will have mercy upon you.

PRAYER OF THE FIVE WOUNDS OF THE SAVIOUR

which Elder Isidore taught his spiritual children to pray

Where does it hurt?

Placing the hand on the forehead, say:

LORD, Thou Who art crowned with thorns upon Thy head, to blood and marrow, for the sake of my sins;

Lowering the hand to the right foot, say:

JESUS, whose right foot was pierced with an iron nail for the sake of my sins;

Placing the hand to the right shoulder, say:

CHRIST, whose left foot was pierced with an iron nail for the sake of my sins;

Raising the hand to the right shoulder, say:

SON, Whose right hand was pierced with an iron nail for the sake of my sins:

Transferring the hand to the left shoulder, say:

OF GOD, Whose left hand was pierced for the sake of my sins; and Whose side was punctured by a spear; from Whose side flowed blood and water for the redemption and salvation of our souls;
Through the Mother of God, grant me understanding.

Turning one's face towards the icon of the Mother of God, say:

And through Thee Thyself, through Thy soul the weapon pierced, so that from many hearts will be revealed a spring of the repentant, thankful and heartfelt tears of all mankind.

From the book "Salt of the Earth"
by St. Paul Florensky

Note: The Holy Elder Isidore of Gethsemane Hermitage
was the spiritual Father of St.Paul Florensky.Yasemin C.




Υάκινθος