Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Κύρος και Ιωάννης




****
Από τον Κανόνα
των Αγίων και θαυματουργών Αναργύρων
Κύρου και Ιωάννου,
ωδή δ', ήχος δ'

Κατεθέλχησαν τω έρωτι της Τριάδος,
και υπ'αυτής οι Μάρτυρες σφοδρώς ερρωσθέντες,
Κύρος Ιωάννης τε
ενώσει τη κρείττονι,
όργανα Θεού ανεδείχθησαν.

Τριαδικόν

Μονάδα μεν θείας ουσίας,
αλλ'υποστάσεων Τριάδα,
η των αηττήτων Μαρτύρων,
δυάς ανδρείως εθεολόγησε'
τον σαρκωθέντα Λόγον δε,
ένα Χριστόν εν δύω φύσεσι.


Υάκινθος

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

" 'Εσοπτρον "


Aπό τον Κανόνα
του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου
ποίημα Θεοφάνους,
ήχος δ'
 
Νύν πρόσωπον Χριστού ,
καθορών συ πρός πρόσωπον,
Ιγνάτιε των εσόπτρων ,
αληθεία λυθέντων,
ηνώθης σου τω έρωτι.
 
Είλκυσας φωτισμόν,
εκ πηγής φωτοδότιδος, Ιγνάτιε'
ταίς αχράντοις , σε Χριστός παλάμαις,
κρατήσας καθηγίασε.


"Υπέραγνε, υπεράμωμε χαίρε, το της φύσεως εξαίρετον άνθος"
 
 
 
 
Χέρσον Αβυσσοτόκον..
Τσαμκιράνης Ματθαίος

 
Υάκινθος


Τριαδικόν




Τριαδικόν
ήχος δ'

Μονάδα μεν θείας ουσίας,
αλλ' υποστάσεων Τριάδα,
πάντες οι πιστοί προσκυνούμεν,
εν ασυγχύτοις ταίς υποστάσεσιν,
ισοσθενή ομότιμον,
ήν ευσεβούντες μεγαλύνομεν.
 
 
 
Κράτημα, Ιωάννη Κουκουζέλη, ήχος γ'
 
Πρόκειται για το κομμάτι Ανενα-τεριρε, Ἀλληλούια, Κράτημα κατακλειόμενο
μὲ τὸ Ἀλληλούια. Σύνθεση τοῦ περίφημου βυζαντινοῦ μαΐστορος Ἰωάννου Κουκουζέλη
(α΄ μισὸ τοῦ 14ου αἰ.), ἦχος γ΄. Ἀκούγεται μέρος τοῦ νενανισμοῦ μονοφωνάρικα (Στέφανος Κουμεντάκης, Γιῶργος Βασιλειάδης) καὶ ὁ τερετισμὸς ἀπὸ χοροῦ.
Ψάλλουν οι "Ἰλισιῶτες Ψάλτες" μὲ χοράρχη τὸν Γρηγόριο Ἀναστασίου.
Το παραπάνω κομμάτι είναι από εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στὸν "Παρνασσὸ",
 στὶς 18 Ἰουνίου 2010, μὲ θέμα "Ἀλληλούια - Αἰνεῖτε τὸν Κύριον Ἀνατολὴ καὶ Δύση".
 

Υάκινθος

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Εξαφανίζονται οι μέλισσες από τον πλανήτη! Τι πάει στραβά;

 
πηγή : 'Οπου Γής


Ένα μυστηριώδες φαινόμενο απασχολεί τα τελευταία χρόνια τους επιστήμονες: Οι μέλισσες εξαφανίζονται μαζικά από τον πλανήτη για άγνωστη μέχρι στιγμής αιτία. Υπάρχουν περιοχές όπου έχει εξαφανιστεί το 85% του πληθυσμού τους (Μέση Ανατολή) ή ακόμα και το 90% (ΗΠΑ). Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει και η Ελλάδα (ευτυχώς σε μικρότερη έκταση), γι’ αυτό τον περασμένο Οκτώβριο ξεκίνησε ένα πρόγραμμα επιτήρησης των ελληνικών μελισσιών.
Υπάρχει περίπτωση να ξεμείνουμε από μέλι; Το πρόβλημα είναι πολύ πιο σοβαρό…

Θα στερηθούμε βασικά αγαθά
Αν εκλείψουν οι μέλισσες από τον πλανήτη, δε θα στερηθούμε μόνο το πολύτιμο μέλι αλλά και πολλά άλλα σημαντικά πράγματα, όπως βασικά φρούτα, λαχανικά και βότανα (με τα οποία φτιάχνουμε μια ποικιλία φαρμάκων) αλλά και βαμβακερά ρούχα, αφού το βαμβάκι, καθώς και όλα τα προηγούμενα, δένουν τους καρπούς τους και ευδοκιμούν χάρη στη γύρη που μεταφέρουν οι μέλισσες (επικονίαση).
Γιατί όμως εξαφανίζονται;
Ευθύνονται τα φυτοφάρμακα;
Οι επιστήμονες κάνουν πολλές υποθέσεις. Εικάζουν ότι ο αφανισμός των μελισσών μπορεί να οφείλεται σε ακατάλληλα φυτοφάρμακα, επικίνδυνα λιπάσματα ή / και στη μόλυνση του περιβάλλοντος. Μετά μάλιστα την πρόσφατη ανακάλυψη των γενετικών μυστικών της μελισσοπαραγωγού μέλισσας ελπίζουν να κατανοήσουν καλύτερα το φαινόμενο. Αυτό για το οποίο δε μιλούν καθόλου είναι οι εκπομπές τεχνητής μικροκυματικής ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, η οποία είναι μεν αόρατη αλλά πολύ δραστική και βρίσκεται (ειδικά την τελευταία δεκαετία, οπότε και παρουσιάσθηκε το πρόβλημα της εξαφάνισης των μελισσών) παντού.
Οι έρευνες του βιοφυσικού επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρα Δημήτρη Παναγόπουλου ήταν οι πρώτες (παγκοσμίως) που έδειξαν ότι η ακτινοβολία του κινητού τηλεφώνου καταστρέφει το DNA στα κύτταρα των εντόμων. Και για να συμβεί αυτό αρκούν λίγα λεπτά καθημερινής έκθεσης για μερικές μέρες…
Όπως δήλωσε στο Golden Magazine οΔρ Δημήτρης Παναγόπουλος:
«Σε σχετικά πειράματα που έχω πραγματοποιήσει με τους συνεργάτες μου – ήδη δημοσιευμένα τα τελευταία 8 χρόνια – προκύπτει ξεκάθαρα ότι η μικροκυματική ηλεκρομαγνητική ακτινοβολία, όπως αυτή των κινητών τηλεφώνων που τα τελευταία χρόνια κατακλύζει τον πλανήτη, μειώνει τον αριθμό των απογόνων των εντόμων, αφού καταστρέφει το DNA των αναπαραγωγικών τους κυττάρων, οπότε σαφώς οδηγούνται σε μείωση του πληθυσμού τους και (πιο μακροπρόθεσμα) ενδεχομένως στη μετάλλαξή τους. Και μιλώντας για μικροκυματική ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία εννοούμε αυτή που κατά κύριο λόγο παράγεται από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας και γενικότερα τα ασύρματα δίκτυα (φορητά τηλέφωνα, ασύρματο internet κλπ.) αλλά και κεραίες ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, ραντάρ, δορυφόρων κλπ.
Είναι κάτι πολύ απλό και δε χρειάζεται να στραφούμε σε ερμηνείες του τύπου οι μέλισσες δεν επιστρέφουν στις κυψέλες τους γιατί χάνουν τον δρόμο εξαιτίας της ακτινοβολίας ή άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων, όπως έχει ειπωθεί. Αυτά είναι πιο περίπλοκα σενάρια, που επίσης είναι πιθανά αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό. Αφού έχουμε ως δεδομένο την καταστροφή του DNA των αναπαραγωγικών τους κυττάρων, αυτό οδηγεί αναπόφευκτα στην εξολόθρευση του είδους».
 
Σχόλιο : τα παραπάνω είναι μια ζοφερή εικόνα της αυτοκαταστροφής μας. Είθε ο Θεός να μας λυπηθεί..Υάκινθος

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Ψυχή μου...


πηγή : La Bastia  Παρασκευή, 25 Ιανουαρίου 2013


.
 
 

Περίλυπος εστιν η ψυχή μου...
 
 
 
 
 
Ευχαριστούμε τον Μ.Π.
για τις μοναδικές αυτές φωτογραφίες - εικονίσματα
 
Υάκινθος
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Healthy and Sick Monasticism

πηγή : Mystagogy  Thursday, January 24, 2013



The following essay was recently written by His Eminence Metropolitan Hierotheos of Nafpaktos in response to a scandal that has been occurring in his Metropolis which also recently brought him to break communion from one of his local monasteries, the well-known Monastery of the Holy Transfiguration in Nafpaktos. Yet it still provides an excellent template to distinguish generally what healthy and sick monasticism is according to Orthodox tradition.

By Metropolitan Hierotheos of Nafpaktos and Agiou Vlasiou

Monasticism is the glory of the Church, and the monks, as taught by St. Gregory of Nyssa, are the crown of the body of the Church and are truly a jewel of the head, since monks, like hairs, are also dead to the world and glow and radiate the Light of Christ.

In actuality, monastic life is a prophetic, apostolic and martyric life, and through this dimension Orthodox celebrate true monasticism.

If one reads the Acts of the Apostles and the Epistles of the Apostles, they will find that the first Christians, imitating the apostolic group of Christ, lived by prayer, common life, inspiration, landlessness, and they expected the coming of the Kingdom of God, which they experienced as a spiritual engagement.

During the persecutions, Christians lived intensely according to Divine inspiration and descended into the lower parts of the earth - in the catacombs - to worship God. Of course, they did not live independently, but were tied together with their Clergy and their Bishops.

Following the cessation of persecution and the secularization of Christians, the phenomenon of withdrawal grew more.

Caves, forests and countrysides became full of monks that wanted to live the "martyrdom of conscience", to constantly glorify God, to pray to Him, to live and seek the coming of the Kingdom of God.

Because there could have been diversion in this situation, for this reason Basil the Great with his ascetic texts, particularly his "Longer Rule" and his "Shorter Rule", laid the foundations for the original healthy monasticism. Avoiding extremes he organized the communal life, so that monks could live within the Church, which is the blessed and sacred institution established by the Holy Spirit as the Body of Christ, and they could be saved by remaining within Her.

Since within all forms of social life there is observed excess, for this reason the Church decided synodically how monasticism should function and how the Monasteries should work its hierarchical and synodical government. Two Canons of the Fourth Ecumenical Synod are characteristic which form the basis of Orthodox monasticism and determine the difference between healthy and sick monasticism.

The 4th Canon of the Fourth Ecumenical Synod is very clear:

"Let those who truly and sincerely lead the monastic life be accorded true honor; but, inasmuch as certain persons using the pretext of monasticism bring confusion both upon the churches and into political affairs by going about promiscuously in the cities, and at the same time seeking to establish Monasteries for themselves; it is decreed that no one anywhere build or found a monastery or oratory contrary to the will of the bishop of the city; and that the monks in every city and district shall be subject to the bishop, and embrace a quiet course of life, and give themselves only to fasting and prayer, remaining permanently in the places in which they were set apart; and they shall meddle neither in ecclesiastical nor in secular affairs, nor leave their own monasteries to take part in such; unless, indeed, they should at any time through urgent necessity be appointed thereto by the bishop of the city. And no slave shall be received into any monastery to become a monk against the will of his master. And if any one shall transgress this our judgment, we have decreed that he shall be excommunicated, that the name of God be not blasphemed. But the bishop of the city must make the needful provision for the monasteries."

This Canon is very clear. Monks should not oversee themselves, but they ought to obey the Bishop of the land. They should fulfill the essence of monasticism, which is quietude, fasting, prayer, and to remain patiently in the place they have chosen.

Further, they are not to take actions that cause disruption in the Church and in the community, and they are not to leave the Monastery and wander the world without the permission of the Bishop.

Monks who otherwise do not obey the Bishop and do not live monastically are to be excommunicated. In these healthy conditions the Bishop shall make provisions for the Monasteries.

It is obvious that the Church is composed of Bishops who live in communion with the Presbyters and the people. In the Church is a hierarchical and synodical government, which means that no one does what they want, but everyone has something to offer somewhere. Also, in the Church there is a clear difference between the Parish and the Monastery. That which is common is the Divine Eucharist and the other Mysteries, and the difference is in the way of life, since in the Parish people who live in society are guided pastorally, while in the Monastery intense prayer is cultivated for the benefit of all Christians.

The 8th Canon of the same Synod, that is the Fourth Ecumenical Synod, goes even deeper to determine what should be the behavior of the monks and the laity towards the Bishop. And I quote:

"Let the clergy of the poor-houses, monasteries, and martyries remain under the authority of the bishops in every city according to the tradition of the holy Fathers; and let no one arrogantly cast off the rule of his own bishop; and if any shall contravene this canon in any way whatever, and will not be subject to their own bishop, if they be clergy, let them be subjected to canonical censure, and if they be monks or laymen, let them be excommunicated."

This Canon is also very clear. It indicates that the Bishop of a local Church is not a decorative element, but he who sets up the unity of the Local Church.

The clergy of the Monasteries should not arrogantly go against the Bishop. The Canon in the original language of the Synod writes: "καί μη κατά αυθάδειαν αφηνιάτωσαν του ιδίου επισκόπου" ("let no one arrogantly cast off the rule of his own bishop").

Usually we say that a certain horse went wild on a rampage (αφηνίασε). This image is reflected in Hieromonks who go on a rampage against Bishops. [Aφηνιάζω literally means to get the bit between the teeth.]

Zonaras interprets the word αφηνιάζειν as to abscond and escape from the power of the Bishop.

Also, in this Canon is established that those who subvert this order are to receive a penance. Of course, penances are used as therapeutic agents for the treatment of diseased members of the Church, as is done with the sicknesses of the body. Which means that anyone who does not obey the Holy Canons and the synodical and hierarchical government of the Church is sick and will die spiritually if they do not repent.

In this Canon, besides the Clergy of the Monasteries, monastics and laity are referenced as well. Interpreting why this Canon makes reference to the laity, St. Nikodemos the Hagiorite writes: "In order to expose those laymen on whose boldness and protection the clergymen and monks rely in showing disrespectfulness to the Bishop and refusing to submit to his authority."

From these two Canons of the Fourth Ecumenical Synod, which have ultimate authority in the Church, and which all should apply to themselves, are exported three consequences:

1. The Orthodox Holy Monastery in the tradition of the Church has a specific purpose and a specific mission. They receive some members of the Church - men and women - who want to cultivate prayer fervently and live with fasting and quietude, that is, to live ascetically the entire hesychastic tradition of the Church.

The Holy Monastery differs clearly from the way pastoral work in the Parishes is done, and they should neither be substitutes for the Parishes nor to struggle against their pastoral activity.

In other words, monks are indirectly pastoral, showing secular people by their example to pray and live a spiritual life within the Church, respecting the Clergy, especially the Bishops.

In this way Monasteries should not distract people in a coordinated and systematic way from the Parishes and should not elevate themselves to the extent and manner that the Parish works.

For example, monks cannot alter Monasteries into Conference Centers, Entertainment Centers, Camping sites with a concentration of youth, and radio stations, etc. They cannot develop various programs such as excursions, entertainment with instruments, etc.

Orthodox monks cannot convert their Monasteries into Parishes, especially without approval from the Bishop, whose approval must be permanent and not merely to indicate a "blessing" given without explanation from another predecessor Bishop in the past.

If some monks want to work pastorally, they can with the permission of their Bishop, in a Parish area. Let them decide and receive permission to become the Priest of a Parish and exercise their pastoral work toward people. Monasteries cannot be secularized and turn into Parishes and thus alter the spirit of Orthodox monasticism, and in general for a rivalry to exist between Monasteries and Parishes.

2. The Orthodox Holy Monastery cannot be organized as an independent "Diocese", the monks cannot live independently, and the Abbot cannot be presented as a second ecclesiastical authority, like a Chorbishop (Χωρεπίσκοπος). Of course, every Holy Monastery and every Parish is self-governed, but not autonomous, cut off from the hierarchical and synodical government of the Church.

The Bishop of every Local Church has the special grace to shepherd and care for the whole Church, so that all things are done with order and decorum, on the basis of the Holy Canons and ecclesiastical tradition. It is not just a decorative element and a secular administrative institution.

He will guide his flock - the Clergy, monks and laity - with the knowledge of Holy Tradition and the Divine Canons, which during his consecration he assured he would preserve and honor.

The pastoral staff given to him at his consecration as a Bishop is not a decorative element, but eminently symbolic. Characteristic are the words said during the giving of the pastoral staff: "Receive this staff, to shepherd the flock of Christ entrusted to you, and be a staff and support to those who are obedient. But lead the disobedient and the wayward unto correction, unto gentleness, and unto obedience; and they shall continue in due submission."

The pastoral staff symbolizes the episcopal ministry, for the Bishop must support the deferential with staff-bacteria, and teach with staff-censure the waggish and ridiculous, who create "jokable and ridiculous episodes".

Thus, the Holy Monastery cannot substitute or replace the episcopal ministry and present itself as an "episcopal authority" in the land, which competes with the Bishop of the land and functions as a second ecclesiastical authority in the land.

Of course, the Bishop of the area who has discernment and wisdom does not feel the arrogant Abbot as an antagonist, but he cannot tolerate anti-ecclesiastical actions that divide the church-space and make people fanatical, making them members of an anarchical-autonomous group whom they use as "pawns" in their own pursuits of love for authority.

The Bishop cannot remain indifferent to a situation that alters the ecclesiastical ethos and the ecclesiastical phronema. He cannot tolerate schisms of the ecclesiastical body and alterations to the monastic and ecclesiastical traditions.

He will be patient, he will teach the people, he will suggest the appropriate thing, but when certain sickened situations begin to become established, then he is obliged to take appropriate measures for their therapeutic treatment, according to the description of the 31st Step of St. John Climacus' Ladder of Divine Ascent, titled "To the Shepherd". It is not possible for him to be indifferent to ecclesiastical cancers and to give his heirs an inheritance of anomalous ecclesiastical situations.

3. The Orthodox Holy Monastery must be a model and template even of social life, financial transparency and legitimacy, freedom and justice. From the Holy Monasteries, in which monks who pray and live in depth and height the life in Christ, there should emanate a spirit of love, spiritual freedom, release from any addiction, a spiritual fragrance of courtesy and ecclesiastical grandeur. A Holy Monastery with these makes them Orthodox. When angels are a light to monks, monks also become a light to people. Conversely, as someone would say to me, "when a monk doesn't have wings (he isn't an angel), he has horns and a tail!"

Personally I think it's a problem for a society when there are three ill conditions.

First, when there is dominant indifference in matters of financial corruption, financial abuse, and various irregularities.

A society that is indifferent to such situations shows its forfeiture.

The second ill condition is when there are violent acts, when the residents instead of expressing their demands in a peaceful and democratic manner, manifest with violent and fascistic ways.

The society should be governed by democratic principles and it must tend to the education of the people.

The third ill condition is when in the society someone bullies from various centers, so that people are scared to express themselves, because they know that soon will start blackmails, pressures, slanders and threats to their lives.

A society that is dominated by such an ill condition is unable to stand on its legs, unable to meet the high vocation of giving morals, security and freedom to its citizens.

I make this offering to this text in reference to monasticism, because when these three ill conditions (financial corruption, violence, intimidation) emanate from ecclesiastical centers, from secular Monasteries, who are trying to control society with political and social resources, and seek to regulate even the political and social issues of society, from the perspective of political and party lines, then society is in a total depression.

I think the Bishop of a Local Church oversees and reviews all these issues and tries to heal them with discernment, reason, and sometimes with spiritually surgical interventions.

He must not only attend brilliant social events, but be aware of the purpose of his mission and especially to work within ecclesiastical tradition and with the prerequisite condition and knowledge that he will give a reason for his actions, for his words, and for his works before God.

Of course, with such a serious and responsible position, there are dangers and risks of certain corruption, and some mindlessly threaten their very life with such incompatibility of an evil Bishop.

To conclude, I want to say that healthy monasticism is the glory of the Church, but sick monasticism, which turns itself into a Parish or Diocese or secular organization, into a "dive" in the words of the Holy Canons, is a source of various defects in the Church and society, and is really a sore of the Church and the eternal bane of monks.

Source: Translated by John Sanidopoulos





 

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Θείες Υποστάσεις και ονόματα της Θεότητας

Από το βιβλίο τού Aγίου Ιωάννη τού Δαμασκηνού: "Έκδοσις ακριβής τής Ορθοδόξου πίστεως"

Μέρος 11ο

Θείες Υποστάσεις και ονόματα τής Θεότητας

Μιχάλης Μαυροφοράκης



Απομαγνητοφώνηση από εκπομπή της Πειραϊκής Εκκλησίας, της σειράς εκπομπών: "Ορθοδοξία και Αίρεση", του Β΄ Βιβλικού και των συνεργατών του.


Ομιλία Νο 201






Αγαπητοί ακροατές χαίρετε. Στη σημερινή εκπομπή θα μιλήσουμε και πάλι για τον έναν αληθινό Θεό, που εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε ως Δημιουργό των πάντων, των ορατών και των αοράτων, και σωτήρα του κόσμου.

Ο ένας τέλειος κατά τη φύση Θεός, μας έχει αποκαλυφθεί, ότι υπάρχει σε τρεις υποστάσεις, στον Πατέρα, στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, και αυτές οι Υποστάσεις είναι τέλειες. Δεν είναι τέλεια η σύνθεσή τους, αλλά είναι τέλεια η κάθε μία. Έχουν ακριβώς την ίδια φύση, και κατά συνέπειαν τις ίδιες ενέργειες, ενώ ο Πατέρας ξεχωρίζει από τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, ο Υιός ξεχωρίζει από τον Πατέρα και το Πνεύμα, και το Πνεύμα δεν είναι ούτε Πατέρας, ούτε Υιός. Διαφέρουν λοιπόν οι τρεις αυτές υποστάσεις μεταξύ τους, μόνο κατά το υποστατικό ιδίωμα, ότι ο ένας είναι Πατέρας, ο άλλο Υιός, και η τρίτη Υπόσταση είναι του Αγίου Πνεύματος.

Οι Υποστάσεις αυτές, είναι ασύγχυτες μεταξύ τους, αλλά και η Θεία φύσις, είναι αμέριστη και αδιαίρετη. Στην προσπάθειά μας να προσεγγίσουμε κατά το δυνατόν, αυτό το μυστήριο που μας έχει αποκαλυφθεί, θεωρούμε την φύση κατά τα πράγματα, ενώ θεωρούμε την διαίρεση των υποστάσεων, με την σκέψη ή τον λόγο, κάτι που όπως και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει, δεν συμβαίνει, αλλά συμβαίνει το αντίστροφο στην περίπτωση των κτιστών φύσεων και των κτιστών υποστάσεων.

Στην περίπτωση της ανθρώπινης φύσης, θεωρούμε την ανθρώπινη φύση κατά την σκέψη, διότι πρέπει να αναλύσουμε και να διακρίνουμε τα κοινά γνωρίσματα, τα κοινά χαρακτηριστικά που υπάρχουν στις ξεχωριστές ανθρώπινες υποστάσεις και από αυτό να οδηγηθούμε με την σκέψη στην ενιαία, την ανθρώπινη φύση, κάτι που συμβαίνει ακριβώς αντίστροφα στην περίπτωση της Θείας φύσεως, διότι έναν Θεό γνωρίζουμε, τις ενέργειες ενός Θεού και την Χάρη του ενός Θεού αντιλαμβανόμαστε, ενώ στην περίπτωση της ανθρώπινης φύσης, δεν αντιλαμβανόμαστε τη μία ανθρώπινη φύση, αλλά την πολλαπλότητα των διαφορετικών υποστάσεων.

Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, τελείως διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους, που έχουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας κοινής φύσεως. Αντιλαμβανόμαστε όμως πραγματικά αυτή την πολλαπλότητα των διαφορετικών ανθρώπων.

Στην περίπτωση της Θεότητος, στην περίπτωση του Θεού, δεν αντιλαμβανόμαστε τα διαφορετικά υποστατικά χαρακτηριστικά, αλλά αναγόμαστε σε αυτά με τη σκέψη και τον λόγο. Και γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε, να αναφέρουμε καλύτερα, αυτό που λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε σχέση με την Θεία φύση, και τις τρεις υποστάσεις.

«Παραδεχόμαστε τέλειες τις υποστάσεις, για να μη νοήσουμε σύνθεση στη Θεία φύση, διότι η σύνθεση είναι αρχή της διαστάσεως. Και πάλι λέμε τις τρεις υποστάσεις ότι είναι η μία μέσα στην άλλη, για να μην εισάγουμε πλήθος και συνέλευση θεών. Έτσι, με τις τρεις υποστάσεις, το σύνθετο αλλά και το ασύγχυτο παραδεχόμαστε, ενώ το ομοούσιο και με την σχέση των υποστάσεων, (καθώς η μία είναι εντός της άλλης), και με την ταυτότητα του θελήματος, και της ενέργειας και της δυνάμεως, και της εξουσίας, και της κινήσεως, το αδιαίρετο και την ύπαρξη ενός Θεού αναγνωρίζουμε. Γιατί ένας πραγματικά Θεός υπάρχει, ο Θεός (ο Πατέρας), και ο Λόγος, και το Πνεύμα Αυτού».

Ας έρθουμε τώρα να εξετάσουμε τα λεγόμενα για τον Θεό. Αυτά δηλαδή που έχουν λεχθεί κυρίως στην Αγία Γραφή, αλλά και γενικότερα για τον Θεό:

Και πάλι χρησιμοποιούμε στην μελέτη μας αυτή σαν οδηγό, το βιβλίο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, «Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως»:

«Το Θείον, είναι απλό και ασύνθετο, όπως αρκετές φορές έχουμε μέχρι τώρα αναφέρει. Και αυτό που αποτελείται από πολλά και διάφορα, είναι σύνθετο. Αν λοιπόν αποκαλέσουμε το άκτιστο και το άναρχο, και το ασώματο, και το αθάνατο, και το αιώνιο, και το αγαθό, και το δημιουργικό, και το απαράμιλλο, ουσιαστικές διαφορές στον Θεό, δηλαδή «διακρίσεις», οι οποίες αναφέρονται στην ουσία Του, στη Θεία φύση δηλαδή απ’ ευθείας, αν λοιπόν όλα αυτά, και τα παρόμοια τα αποκαλέσουμε «ουσιαστικές διαφορές» στον Θεό, ώστε από τόσα πολλά να αποτελείται το θείον, δεν θα είναι απλό, αλλά σύνθετο, πράγμα που είναι βεβαίως έσχατη ασέβεια.

Είναι λοιπόν ανάγκη να αντιληφθούμε ότι κάθε τι από τα λεγόμενα για τον Θεό, δεν σημαίνει «τι είναι» κατά την ουσία και κατά την φύση, αλλά φανερώνει «τι δεν είναι», ή κάποια σχέση προς κάτι άλλο από τα αντιδιαστελλόμενα, ή κάτι από αυτά που είναι «ακολουθίες», παρεπόμενα της φύσεως, ή ενέργεια. Αυτό είναι πολύ σημαντικό στοιχείο, και πολύ βασικό σημείο της Θεολογίας της Εκκλησίας μας. Ότι δηλαδή, η Θεία φύσις, η Θεία ουσία, είναι απροσδιόριστη, απερίγραπτη, ακατάληπτη και απρόσιτη, όχι μόνο στην ανθρώπινη διάνοια, αλλά σε οποιαδήποτε κτιστή φύση. Ακόμα και για τους αγγέλους.

Εκείνα τώρα που λέγονται, ή γνωρίζονται για τον Θεό, είναι: Ή τι δεν είναι ο Θεός, όπως για παράδειγμα, η έννοια: «άκτιστος», μας δηλώνει ότι ο Θεός δεν έχει κτιστεί από κανέναν άλλον. Η έννοια «αόρατος», σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να οραθεί, εννοώντας πάντοτε την θεία ουσία, κ.ο.κ.

Μας φανερώνει λοιπόν ή «τι δεν είναι», ο Θεός κατά την φύση Του, ή μας φανερώνει κάποια σχέση προς κάτι άλλο από τα αντιδιαστελλόμενα, ή κάτι από αυτά που είναι παρεπόμενα της φύσεως, ή ενέργεια, δηλαδή δράση, η οποία προέρχεται από τη Θεία φύση. Θα δούμε όμως στη συνέχεια αναλυτικότερα όλες αυτές τις κατηγορίες.

Πριν όμως προχωρήσουμε σε αυτό, ας αναφέρουμε λίγα από τα ονόματα με τα οποία γνωρίζεται ο Θεός, κυρίως στην Π.Δ.:

Αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τα εξής: «Φαίνεται ότι το κυριότερο από τα ονόματα που λέγονται για τον Θεό, είναι «Ο ΩΝ», καθώς ο Ίδιος διαπραγματευόμενος με τον Μωυσή στο Όρος, αναφέρει: «Ειπέ τοις υιοίς Ισραήλ ο Ων απέσταλκέ με» Αυτό αναφέρεται στο βιβλίο της Εξόδου, 3/γ: 14.

Η λέξη: «ο Ων» προέρχεται από το ρήμα «ειμί», που σημαίνει «είμαι». Και αιτιολογεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, γιατί θεωρεί ότι το κυριότερο από τα ονόματα που λέγονται για τον Θεό είναι αυτό το όνομα: «ο Ων», κάτι που χρησιμοποιείται εκτενώς και στην Ορθόδοξη αγιογραφία. Εξηγεί:

«Θεωρούμε αυτό το όνομα, δηλαδή το όνομα: «ο Ων», ως το κυριότερο από τα ονόματα που λέγονται για τον Θεό, διότι έχει το «είναι». Περιγράφει ότι ο Θεός έχει στην φύση Του το «είναι». Αφού το περιέλαβε ολόκληρο στον εαυτό του, σαν κάποιο πέλαγος ουσίας, άπειρο και χωρίς όρια. Όλοι ο υπόλοιποι, όλες οι κτιστές φύσεις, έχουν το «είναι» έξω από αυτές, διότι το έλαβαν, δημιουργήθηκαν από τον Θεό. Η μόνη φύσις η οποία περικλείει στον εαυτό της το «είναι», είναι η Θεία φύσις, διότι αυτή είναι αδημιούργητη.

Σαν δεύτερο όνομα, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, αναφέρει το όνομα Θεός. Προέρχεται, ή από το ρήμα «θέειν», που σημαίνει ότι ο Θεός διατρέχει και συντηρεί τα σύμπαντα, και αυτή την άποψη, (ότι δηλαδή η λέξη «Θεός» προέρχεται από το ρήμα «θέειν»), την αναφέρει και την υποστηρίζει ο Πλάτωνας, ή από το ρήμα «αίθω» (καίω), που σημαίνει ότι ο Θεός «καίει», διότι ο Θεός είναι φωτιά που κατακαίει κάθε κακία, ο Θεός «πυρ καταναλίσκον», όπως αναφέρεται στο Δευτερονόμιο 4/δ: 24, ή από το ρήμα: «θεάσθαι», που σημαίνει ότι ο Θεός βλέπει τα πάντα, διότι είναι αλάθητος και επόπτης όλων. «Είδε τα πάντα πριν γενέσεως αυτών», όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Δανιήλ, στο «Παράρτημα Σωσσάνα».

Είδε λοιπόν τα πάντα, πριν γίνουν αυτά, αφού τα σκέφτηκε με άχρονο τρόπο, και το καθένα γίνεται στον προορισμένο καιρό κατά την θελητική άχρονη βούληση Αυτού, η οποία είναι προορισμός και εικόνα και παράδειγμα».

Εδώ ας σημειώσουμε ότι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, χρησιμοποιεί τις λέξεις τις έννοιες του προορισμού, όχι κατά την Δυτική Θεολογία, αλλά κατά την Ορθόδοξη Θεολογία, όπως άλλωστε χρησιμοποιούνται και στα κείμενα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου.

Δεν έχει λοιπόν ο προορισμός αυτός, καμία σχέση προς τον απόλυτο προορισμό της θεολογίας της Δύσεως. Και το κυριότερο στοιχείο, που ανατρέπει μια τέτοια διδασκαλία, την δυτική δηλαδή διδασκαλία, είναι η άποψη για το αυτεξούσιο και την ελευθερία του ανθρώπου. Εδώ πρόκειται για την δημιουργία και τη σχέση της, προς την ελεύθερη Θεία βούληση.

Επίσης η εικόνα, και το παράδειγμα που αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τις αυθύπαρκτες και αυτόνομες Πλατωνικές ιδέες. Στην προκειμένη περίπτωση, η ελεύθερη βουλητική ενέργεια του Θεού, συλλαμβάνει προαιώνια την δημιουργία, διότι ο Θεός δεν υπόκειται στην κίνηση του κτιστού χρόνου, του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Ο χρόνος είναι δημιούργημα, όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενες εκπομπές. Ο Θεός είναι έξω από αυτόν, και δεν περιορίζεται από αυτόν.

Παρόμοια θα θέλαμε να σημειώσουμε και μία άλλη άποψη, η οποία ίσως επικρατεί, είναι επικρατέστερη στις ημέρες μας, για την προέλευση, για την ετοιμολογία της λέξεως «Θεός». Η άποψη αυτή, υποστηρίζει ότι η λέξη «Θεός» έχει Σανσκριτική ρίζα, και παράγεται από τη λέξη: «ντεβά», (αρχαία ινδική) και λατινικά «ντέους», που σημαίνει «φως και ημέρα». Η λέξη «Ζευς», (ο Ζευς του Διός), έχει σχέση με αυτή τη ρίζα που αναφέραμε.

Αυτές λοιπόν είναι οι απόψεις, οι προσεγγίσεις, για τη λέξη: «Θεός», με την οποία ονομάζεται ο Θεός στα βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.

Αυτό που προηγείται στον Θεό, είναι παρασταστικό του «είναι» και όχι του «τι είναι». Ενώ αυτό που ακολουθεί, είναι της ενέργειας.

Από την άλλη πλευρά, το άναρχο, και το άφθαρτο και το αγέννητο, δηλαδή το άκτιστο και το ασώματο, και το αόρατο και τα παρόμοια, φανερώνουν τι «δεν είναι». Με άλλα λόγια ότι ο Θεός δεν άρχισε ποτέ να υπάρχει, ούτε φθείρεται, ούτε έχει κτισθεί, ούτε είναι σώμα, ούτε είναι ορατός. Επίσης, το αγαθό, και το δίκαιο, και το όσιο, και τα παρόμοια, είναι ακολουθίες της φύσεως. Δεν φανερώνουν την ίδια την Θεία ουσία, την ίδια την θεία φύση.

Επίσης οι προσωνυμίες Κύριος, και Βασιλεύς, και τα παρόμοια, φανερώνουν σχέση προς τα αντιδιαστελλόμενα. Γιατί λέγεται Κύριος αυτών που κυριαρχούνται, και Βασιλεύς αυτών που βρίσκονται υπό την βασιλική εξουσία. Δημιουργός αυτών που δημιουργούνται, και Ποιμένας, αυτών που ποιμαίνονται.

Έτσι λοιπόν, είναι φανερό τώρα αυτό που είπαμε και στην αρχή, ότι είναι ανάγκη να αντιληφθούμε, ότι κάθε τι που λέγεται για τον Θεό, δεν σημαίνει τι είναι κατά την ουσία, αλλά φανερώνει ή «τι δεν είναι», ή κάποια σχέση προς κάτι άλλο από τα αντιδιαστελλόμενα, ή κάτι από αυτά που έπονται, που είναι «παρεπόμενα», που είναι ακολουθίες της φύσεως, ή κάποια Θεία ενέργεια.

Το όνομα λοιπόν «ο Ων», είναι παραστατικό του «είναι». Αναφέρεται στην ύπαρξη του Θεού, και ότι έχει την ύπαρξη εντός Του. Έχει το «είναι» μέσα στη φύση του. Σε αντιδιαστολή, όπως είπαμε και προηγουμένως, με όλες τις υπόλοιπες κτιστές φύσεις.

Είναι λοιπόν αυτό, το όνομα «ο Ων», παραστατικό του «είναι», και όχι του «τι είναι», δηλαδή «σε τι ακριβώς συνίσταται η Θεία φύσις». Ενώ, το δεύτερο όνομα, το όνομα «Θεός», είναι παραστατικό της ενέργειας, δηλαδή του: «μέσω ποιων ενεργειών γνωρίζεται ο Θεός».

Όλα αυτά που είπαμε, πρέπει να θεωρηθούν κοινά ολόκληρης της θεότητας, και ως τα ίδια και απλά, και αχώρητα και ενωμένα. Ξεχωριστά, πρέπει να θεωρηθούν το «Πατέρας» και το «Υιός» και το «Πνεύμα». Και το αναίτιο, και το αιτιατό, και το αγέννητο, και το γεννητό, και το εκπορευτό, που δεν φανερώνουν την ουσία, αλλά την μεταξύ τους σχέση, και τον τρόπο της υπάρξεως, δηλαδή τα «Υποστατικά Ιδιώματα». Αυτά είναι τα μόνα που μπορούν να θεωρηθούν ξεχωριστά. Αυτά είναι τα μόνα στα οποία η κάθε υπόσταση και με τα οποία η κάθε υπόσταση διακρίνεται από την άλλη. Όλα τα υπόλοιπα που αναφέρονται δηλαδή στην Θεία φύση, είναι ενιαία, κοινά, αχώρητα ολόκληρης της Θεότητας, δηλαδή τα ίδια και για τις τρεις υποστάσεις.

Έτσι, ενώ γνωρίζουμε αυτά, και με την βοήθειά τους, χειραγωγούμαστε, οδηγούμαστε στην Θεία ουσία, στην Θεία φύση, δεν καταλαβαίνουμε την ίδια την ουσία, την ίδια δηλαδή την Θεία φύση, αλλά τα σχετικά προς την ουσία. Όπως ακριβώς, ούτε αν γνωρίσουμε ότι η ψυχή είναι ασώματη και άποση και ασχημάτιστη, έχουμε ήδη καταλάβει και την ουσία της, την φύση της, αλλά τα σχετικά προς την ουσία.

Ακόμα, ο αληθινός λόγος διδάσκει ότι το Θείον είναι απλό και έχει μια απλή ενέργεια, αγαθή, που ενεργεί το κάθε τι σε όλα, όπως η αχτίδα του Ήλιου, που όλα τα ζωογονεί, και στο καθένα ενεργεί κατά την φυσική του ικανότητα και κατά την δεκτική του δύναμη, αφού έχει πάρει μια τέτοια ενέργεια από τον Δημιουργό Θεό.

Επίσης, είναι ξεχωριστά και όσα σχετίζονται προς την ουσία και φιλάνθρωπη σάρκωση του Θεού Λόγου. Με κανέναν τρόπο, ούτε ο Πατέρας, ούτε το Πνεύμα έχει κοινωνήσει με αυτά, παρά μόνο κατά την ευδοκία, και την ανέκφραστη θαυματουργική δύναμη, την οποία και ο Θεός Λόγος, αφού έγινε άνθρωπος κατά την φύση μας, ασκούσε ως αναλλοίωτος Θεός και Υιός του Θεού. Και το τονίζουμε αυτό, διότι δυστυχώς υπάρχουν και κακοδοξίες, σύμφωνα με τις οποίες ο Θεός Πατήρ έπαθε. Κάτι τέτοιο είναι βλασφημία. Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, ο Υιός και Λόγος του Θεού σαρκώθηκε, με την Ευδοκία του Θεού Πατρός, και την συνεργεία του Αγίου Πνεύματος. Και έπαθε κατά την ανθρώπινη φύση. Δεν σαρκώθηκε ούτε ο Πατέρας, ούτε το Άγιο Πνεύμα, παρά μόνο «ο Λόγος σαρξ εγένετο, και εσκήνωσε εν ημίν».

Ας εξετάσουμε τέλος, για σήμερα, τα λεγόμενα για τον Θεό με σωματικές παραστάσεις.

Επειδή στη Θεία Γραφή βρίσκουμε πάρα πολλά για τον Θεό, να είναι διατυπωμένα συμβολικά, περισσότερο με σωματικές παραστάσεις, είναι ανάγκη να ξέρουμε ότι είναι αδύνατο εμείς, ως άνθρωποι και περιβεβλημμένοι με αυτό το παχύ σαρκίο, να αναλύσουμε ή να εκφράσουμε τις θείες και υψηλές και άγιες ενέργειες της Θεότητος, παρά μόνο αν χρησιμοποιήσουμε από τον δικό μας κόσμο εικόνες, και τύπους και σύμβολα.

Έτσι λοιπόν, όσα για τον Θεό είναι διατυπωμένα περισσότερο με σωματικές παραστάσεις, έχουν λεχθεί συμβολικά, και έχουν κάποιο υψηλότερο νόημα. Διότι το Θείον, είναι απλό και ασχημάτιστο. Ας αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, ότι οι «οφθαλμοί» του Θεού, και τα «βλέφρα», και η «όραση», είναι η εποπτική του δύναμη πάνω σε όλα. Και το αλάθητο τη γνώσεώς Του, επειδή σ’ εμάς με την αίσθηση αυτή δημιουργείται τελειότερη γνώση και πληροφορία.

Τα «ώτα», (τα αφτιά) και η «ακοή», σημαίνουν την ευμενή στάση του Θεού, και τη φιλάνθρωπη διάθεση να ακούει τις παρατηρήσεις μας. Γιατί κι εμείς με την αίσθηση αυτή, γινόμαστε ευμενείς σε αυτούς που ικετεύουν, στρέφοντας το αφτί με περισσότερο ενδιαφέρον προς αυτούς.

Το στόμα και η λαλιά δείχνουν την κίνηση του Θεού, όπως σ’ εμάς με το στόμα και τη λαλιά σημαίνονται εγκάρδια νοήματα.

Η βρώση και η πόση, σημαίνουν την δική μας συνδρομή για την επιτέλεση του Θείου θελήματος. Γιατί κι εμείς με την αίσθηση της γεύσεως, προκαλούμε την αναγκαία κίνηση της φύσεως.

Η όσφρηση δείχνει ότι ο Θεός αποδέχεται τις σκέψεις και τις διαθέσεις μας που απευθύνονται προς Αυτόν, όμως σ’ εμάς με την αίσθηση αυτή συντελείται η αποδοχή της ευωδίας.

Το πρόσωπο σημαίνει τη φανέρωση και την παρουσία του Θεού με έργα, όπως η δική μας παρουσία γίνεται με το πρόσωπο.

Τα χέρια σημαίνουν την αποτελεσματικότητα της ενέργειάς Του. Διότι κι εμείς τα απαραίτητα έργα, και μάλιστα τα πιο σπουδαία, τα επιτελούμε με τα δικά μας χέρια.

Το δεξί χέρι, σημαίνει τη βοήθειά του σε όσα μας έρχονται ευνοϊκά, όπως κι εμείς χρησιμοποιούμε το δεξί χέρι, γι’ αυτά που είναι πιο ωραία και ακριβά, και χρειάζονται περισσότερη δύναμη.

Η ψηλάφηση, δείχνει την ακριβέστερη διάγνωση και αντίληψη των πιο κρυφών και λεπτών πραγμάτων. Όπως σ’ εμάς δεν μπορούν να κρύψουν τίποτα, όσοι έχουν εξετασθεί με ψηλάφηση.

Τα πόδια και το βάδισμα, σημαίνουν τον ερχομό και την παρουσία του Θεού για την ενίσχυση όσων έχουν ανάγκη και για την άμυνα εναντίον εχθρών, ή για κάποια άλλη πράξη, όπως εμάς η άφιξη κάποιου γίνεται με τα πόδια.

Ο όρκος πάλι, σημαίνει το αμετάθετο της θελήσεώς Του, όπως σ’ εμάς με τον όρκο γίνονται πειστικές οι συμφωνίες μεταξύ των ανθρώπων.

Η οργή και ο θυμός, δείχνουν την απέχθεια και την αποστροφή προς την κακία. Διότι κι εμείς οργιζόμαστε, όταν μισούμε τα αντίθετα με τη γνώμη μας.

Η λήθη, (η λησμονιά), και ο ύπνος και η νύστα, σημαίνουν την παραμέληση της άμυνας κατά των εχθρών, και την αναβολή της συνηθισμένης βοήθειας προς τους δικούς του.

Έτσι λοιπόν, για να μιλήσουμε απλά, όλα όσα είναι διατυπωμένα για τον Θεό με σωματικές παραστάσεις, έχουν κάποιο κρυφό περιεχόμενο που μας διδάσκει με εικόνες του δικού μας κόσμου, για όσα βρίσκονται πάνω από εμάς, εκτός από αυτά που έχουν λεχθεί για τη σωματική παρουσία του Θεού Λόγου. Διότι ο Ίδιος, δηλαδή ο Υιός και Λόγος του Θεού, δέχθηκε και πήρε ολόκληρο τον άνθρωπο για τη σωτηρία μας. Ψυχή νοερή, και σώμα, και τα ιδιώματα της ανθρώπινης φύσεως, και τα φυσικά και αδιάβλητα πάθη.

Αυτά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε, όπως αναλυτικά τα περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός «για τα λεγόμενα για τον Θεό με σωματικές παραστάσεις».


πηγή : Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής 'Ερευνας

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

 
To www.ecnecema.blogspot έκλεισε ένα χρόνο παρουσίας
στον ιστοχώρο. Ευχαριστούμε τους φίλους μας,
τη MARIA (εν αιθρία),
τον Themistokli ( Ορθόδοξη Κορυτσά),
τον Fr Chris and Elizabeth ( Orthodox Scotland),
την Σ. (Αποστάγματα Καρδιάς) 
την Έλλη και τον Lazaros,
 που μας τιμούν με το πέρασμά τους από το ιστολόγιό μας.
Ευχαριστούμε όλους τους αναγνώστες  μας...
...και πάντα με την καρδιακή ευχή
η  Παναγία μας να μας στηρίζει , να μας βοηθά,
να μας παρηγορεί και να δέεται για όλους μας.



philip glass violin concerto 2nd movement
 
 
 
 
  Υάκινθος- Yasemin Coplan