Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Πνευματική τύφλωση


Η πνευματική τύφλωση είνια πολλών ειδών: Στο ένα είδος ανήκουν όσοι πλανώνται από καλή προαίρεση, από έλλειψη γνώσης, όπως ο Παύλος και οι ειδωλολάτρες' στο άλλο, εκείνοι που έχουν βουλιάξει στην αμαρτία και τους καλύπτει το σκοτάδι των παθών' είναι ακόμα άλλοι, που έχουν χάσει το κριτήριο της αληθείας, οι αλαζόνες -  που βλέπουν σαν αλήθεια ό,τι είναι δικό τους και σαν ψέμα ό,τι δεν είναι δικό τους. Για την αφύπνιση των πρώτων δεν χρειάζεται παρά να τους γίνει γνωστή η αλήθεια 'για τους άλλους, η ανάβλεψη  βρίσκεται στη μετάνοια: " Της ψυχής τα όμματα πεπηρωμένος, σοι Χριστέ προσέρχομαι, ως ο Τυφλός εκ γενετής, εν μετανοία κραυγάζων σοι'...
Σοί των εν σκότει το φώς το υπέρλαμπρον". ( Κοντάκιον της Κυριακής του Τυφλού).

Από το βιβλίο " Πνευματικά κεφάλαια "
του μακαριστού Πρωτ.  Αλεξάνδρου Ελτσιανίνωφ

 

Brian Crain - Dream Of Dreams
 
 
 
Υάκινθος

Η κρίσιμη ικανότητα της μάθησης


 [...]  Η ετοιμότητα  ενός παιδιού  για το σχολείο εξαρτάται από την πιό ουσιώδη  απ' όλες τις γνώσεις, από το πώς μαθαίνουμε. 
Η αναφορά καταγράφει  τα επτά  συστατικά - κλειδιά  αυτής της κρίσιμης  ικανότητας  - τα οποία φυσικά άπτονται όλα της συναισθηματικής νοημοσύνης.

1. Εμπιστοσύνη. Μιά αίσθηση ελέγχου και κυριαρχίας του ατόμου πάνω στο σώμα του, στην συμπεριφορά του, στις κοινωνικές του συναλλαγές. Η αίσθηση του παιδιού ότι έχει πολλές πιθανότητες να πετύχει σε ό,τι αναλαμβάνει, καθώς  και ότι οι μεγάλοι θα είναι κοντά του για να το βοηθήσουν.
2. Περιέργεια.  Η αίσθηση του παιδιού ότι η ανακάλυψη και η εξερεύνηση είναι θετικές και προσφέρουν ικανοποίηση.
3. Πρόθεση. Η επιθυμία  και η ικανότητα του παιδιού να επηρεάζει και να δρά πρός αυτήν την κατεύθυνση με σταθερότητα. Αυτό συνδέεται με μια αίσθηση επιδεξιότητας και αποτελεσματικότητας.
4. Aυτοέλεγχος. Η ικανότητα του παιδιού να συντονίζει και να ελέγχει τις κινήσεις του με τρόπους κατάλληλους πρός την ηλικία. Μια αίσθηση εσωτερικού ελέγχου.
5. Αρμονικότητα. Η ικανότητα του παιδιού να σχετίζεται με τους άλλους  στη βάση της αλληλοκατανόησης και συννενόησης.
6. Ικανότητα επικοινωνίας. Η επιθυμία και η ικανότητα του παιδιού να ανταλλάσσει, με  τρόπο λεκτικό κυρίως, ιδέες συναισθήματα και έννοιες με τους άλλους. Αυτό συνδέεται με μια έννοια εμπιστοσύνης πρός τους άλλους και άντλησης ικανοποίησης από τη συναναστροφή με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένων και των ενηλίκων.
7. Συνεργασιμότητα.  Η ικανότητα του παιδιού να ισορροπεί τις ανάγκες του με τις ανάγκες των άλλων σε μια ομαδική δραστηριότητα.

Το κατά πόσο ένα παιδί έρχεται στο νηπιαγωγείο την πρώτη μέρα διαθέτοντας  αυτές  τις  ικανότητες  εξαρτάται  σε μεγάλο  βαθμό  από  το πόσο  οι  γονείς  του - και  οι κοινωνικοί  λειτουργοί  στον παιδικό  σταθμό - του  παρείχαν  την  απαιτούμενη  φροντίδα  που  θα  μπορούσαμε  να  αποκαλέσουμε  " πλεονέκτημα  του  συναισθήματος",  κάτι  ανάλογο  με  το  πλεονέκτημα  της εκκίνησης  για  έναν  αθλητή. [...]

από το βιβλίο " H συναισθηματική νοημοσύνη "
του  Daniel Goleman


 
Υάκινθος

 

Ο ψευδής εαυτός


πηγή : Blog "Psychiatry Online"

Το θέμα του ψευδούς εαυτού , δεν είναι ένα θέμα που μπορούμε, όχι μόνο να το εξαντλήσουμε σε μια εκπομπή, αλλά ούτε καν να το αγγίξουμε.Κι αυτό γιατί πρέπει να πάμε πολύ πίσω.Τότε που διαμορφώναμε και παγιώναμε την εικόνα μας για τον κόσμο και χτίζαμε την αντίληψή μας για την πραγματικότητα. O ψευδής εαυτός, είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που οδηγεί στην εν τω βάθει ανελευθερία του ανθρώπου, και συμβάλει κατά πολύ στην παρουσία των νευρώσεων και γενικότερα στη μη ισορροπία. Για να κατανοήσουμε την έννοια του ψευδούς εαυτού,θα αναφέρω αποσπάσματα από το βιβλίο του Ελβετού ψυχαναλυτή Μπέρτραν Κράμερ,"επάγγελμα μωρό".

Στο βιβλίο του,ο Μπέρτραν Κράμερ, προσεγγίζει τη ρίζα του προβλήματος,εντοπίζοντας στην ουσία το σημείο μηδέν.Το σημείο εκείνο,όπου ο νέος οργανισμός αναγκάστηκε εντός εισαγωγικών και καθυποτάχθηκε,όσο σκληρός και αδόκιμος κι αν μοιάζει αρχικά ο όρος,να αντιλαμβάνεται τον κόσμο και να λειτουργεί μέσα σε αυτόν όχι ως μια ελεύθερη φύση που δικαιούται να βιώσει το δικό της προσωπικό ταξίδι,αλλά είχε ως κύριο ρόλο να αποτελέσει το όχημα μέσα από το οποίο θα έβρισκαν ανακούφιση οι γονείς του και μέσα από αυτούς,με έναν μαγικό τρόπο,όλες οι προηγούμενες γενιές.Σα να συνεχίζουν να ζουν και να υπάρχουν εις το διηνεκές.Μέσα από τα κείμενα του βιβλίου,θα εντοπίσουμε την κρίσιμη χρονική στιγμη,όπου το παιδί και μετέπειτα ενήλικας,αρχίζει να αναπτύσσει το λεγόμενο ψευδή εαυτό.Και είναι αυτή η στιγμή όπου η ανελευθερία γεννιέται και καθηλώνει.Καθορίζει το μέλλον πριν ακόμη υπάρξει ένα παρόν.
Μόνο όταν αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε πως εγκαταστάθηκε η ανελευθερία του τότε ως κανόνας και ως θέσφατο..μόνο τότε θα είμαστε ικανοί να επαναπροσδιορίσουμε και να τοποθετήσουμε τα πράγματα σε μια άλλη βάση.Και μόνο τότε,θα αντιληφθούμε πως όλα όσα μέχρι εκείνη τη στιγμή τα βιώναμε ως κανόνα αδιαπραγμάτευτο,δεν ήταν τίποτε άλλο από μιαν εξαίρεση που δε θα έπρεπε καν να υφίσταται.Όταν καταφέρουμε να βιώσουμε το μεταίχμιο του επαναπροσδιορισμού,ακολουθεί η θλίψη για όλα όσα θεωρούσαμε δεδομένα και επαναπροσδιορίζονται πια.Γιατί αυτό το βίωμα είναι σαν θάνατος. Και κανένας θάνατος δε βιώνεται εύκολα.


Πολλοί άνθρωποι αναγκάστηκαν, όταν ήταν παιδιά,να μάθουν να κρύβουν πολύ επιδέξια τα συναισθήματα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους προκειμένου να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των γονέων τους και να κερδίσουν την «αγάπη» τους.
Alice Miller,από το βιβλίο της, "Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας"

Στη συνέχεια θα αναφέρω την προσέγγιση του ψυχαναλυτή Winnicott,σχετικά με τον ψευδή εαυτό.


Κάθε παιδί έχει μια θεμιτή ανάγκη από τη μητέρα του να το προσέχει, να το καταλαβαίνει, να το παίρνει στα σοβαρά και να το σέβεται. Τις πρώτες εβδομάδες και μήνες της ζωής του χρειάζεται να έχει τη μητέρα του στη διάθεση του. Ο εαυτός βρίσκει τον εαυτό του φυσικά τοποθετημένο σε ένα σώμα. Το βρέφος καθρεπτίζεται μέσα στα μάτια ή στο πρόσωπο της μητέρας και παίρνει την εικόνα του εαυτού του. Η μητέρα ατενίζει το παιδί που είναι στην αγκαλιά της και το παιδί κοιτάζει το πρόσωπο της μητέρας και βλέπει τον εαυτό του.
Προϋπόθεση γι αυτό αποτελεί το να κοιτάζει πραγματικά η μητέρα τη μοναδική μικρή αβοήθητη ύπαρξη και να μην προβάλλει στο παιδί τις δικές της ανασφάλειες, προσδοκίες, φόβους και σχέδια για το παιδί.
Στις περιπτώσεις που η μητέρα δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το ρόλο επαρκώς, καθρεπτίζει στο βρέφος τη δική της διάθεση ή ακόμη χειρότερα την ακαμψία της δικής της αμυντικότητας. Τότε το βρέφος κοιτά και δεν βλέπει τον εαυτό του, με πρώτη συνέπεια το να ατροφεί η δημιουργική του ικανότητα (απόσυρση, δεν κοιτάζει παρά μόνο για να αντιληφθεί).Το παιδί ταυτοποιείται με τα μπερδέματα της μητέρας του. Αυτό το παιδί θα παραμείνει χωρίς ένα καθρέπτη, και στη χειρότερη περίπτωση θα ψάχνει γι’ αυτόν τον καθρέπτη στην υπόλοιπη του ζωή αλλά μάταια.
Μία υγιής αίσθηση εαυτού σημαίνει την αναμφισβήτητη σιγουριά ότι τα συναισθήματα και οι επιθυμίες που βιώνει κάποιος είναι μέρος του εαυτού του. Αυτή η σιγουριά είναι κάτι που μπορεί κανείς να κερδίσει από το καθρέπτισμα στα μάτια της μητέρας –περιβάλλοντος του. Μπορεί να αποκτηθεί μόνο εάν ακολουθεί τα συναισθήματα του να είναι απεγνωσμένος, ή να χρειάζεται βοήθεια χωρίς να φοβάται μήπως κάνει τη μητέρα του ανασφαλή. Αυτή η αυτόματη και φυσική επαφή με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του ίδιου του εαυτού, δίνει στο άτομο δύναμη και αυτοπεποίθηση.
Αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες της πλήρους και της σχετικής εξάρτησης, το παιδί γίνεται βαθμιαία ικανό να ανταποκρίνεται στον κόσμο. Γίνεται ικανό να ζήσει μια ικανοποιητική προσωπική ύπαρξη, ενώ εμπλέκεται στα κοινωνικά ζητήματα. Οι γονείς είναι αναγκαίοι στη διαχείριση των εφήβων τους που εξερευνούν τον έναν κοινωνικό χώρο μετά τον άλλο, εξαιτίας της ικανότητας τους να βλέπουν καλύτερα από τα παιδιά τους πότε αυτό το πέρασμα από έναν κοινωνικό χώρο προς έναν άλλο απεριόριστο είναι πολύ γρήγορο, και συνεπώς τα παιδιά τους είναι ανέτοιμα. Ωστόσο, για να πραγματωθούν όλες οι διαδικασίες ανάπτυξης στο σωστό βαθμό, ο κάθε γονιός που μεγαλώνει το παιδί του πρέπει να λειτουργεί και ο ίδιος ως «αληθής εαυτός».


Μερικά από τα στοιχεία που βοηθούν την ανάπτυξη του αληθούς εαυτού είναι:
· Η επιθετικότητα του παιδιού να μη διαταράσσει τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση των γονιών του.
· Ο αγώνας για αυτονομία να μη βιωθεί σαν επίθεση.
· Το παιδί μπορεί να μην είναι «εξαιρετικό» και«τέλειο» και να έχει αδυναμίες.
· Το παιδί μπορεί να χρησιμοποιεί τους γονείς του επειδή αυτοί δεν εξαρτώνται συναισθηματικά από αυτό.
· Το παιδί να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες,χωρίς να αναγκάζεται να τις αντικαταστήσει ή να τις «ξεχάσει».


Προκειμένου να δημιουργήσει ένα προσωπικό τρόπο ζωής, στην αρχή το άτομο χρειάζεται ελάχιστα περιβαλλοντικά ερεθίσματα. Όλα τα άτομα προσπαθούν να βρουν ένα τρόπο ζωής που δε θα διαταράσσεται από ποσότητα αντίδρασης μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να βιωθεί,χωρίς την απώλεια της έννοιας της συνέχειας της προσωπικής ύπαρξης. Σε περιπτώσεις που ο ψυχισμός του παιδιού δέχεται επίμονα από το περιβάλλον του έναν υπερερεθισμό, στον οποίο δε μπορεί επαρκώς να αντιδράσει, τότε οδηγείται στο να αναπτύξει έναν εαυτό που αντιδρά, ένα «ψευδή εαυτό». Το άτομο αναπτύσσεται σαν μια προέκταση του περιβάλλοντος. Η ανάπτυξη του «ψευδούς εαυτού» ξεκινά από τη λειτουργία ενός μητρικού περιβάλλοντος, όπου η ίδια η μητέρα (ή η / ο τροφός)έχει ανεκπλήρωτες ανάγκες για θαυμασμό, προσοχή, ενδιαφέρον. Εντελώς ανεπαίσθητα και πέρα από τις καλές προθέσεις της, η μητέρα προσπαθεί να ικανοποιήσει τις δικές της ανάγκες δια μέσω του παιδιού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν δηλώνει στοργή. Αντίθετα, η μητέρα συχνά αγαπάει το παιδί της με πάθος,αλλά όχι με τον τρόπο που χρειάζεται να αγαπιέται το παιδί.
Στην περίπτωση αυτή, η μητέρα αγαπάει το παιδί της με έντονη αγάπη γιατί το παιδί της αναπληρώνει μία ανάγκη που η ίδια είχε ως άτομο. Το παιδί μέσα στην εξαρτημένη σχέση που ζει αναγκάζεται να συμβιβαστεί με αυτή τη λειτουργία, προκειμένου να κάνει τη μητέρα του ευτυχισμένη. Το πρόβλημα όμως δημιουργείται όταν, λόγω της κατάστασης στην οποία ζει, αντί να βιώνει τα δικά του συναισθήματα και συγκινήσεις, βιώνει τα συναισθήματα που η μητέρα του έχει ανάγκη. Με τον τρόπο αυτό και συν τω χρόνω,ένας ψευδής εαυτός μεγαλώνει, που έχει μάθει να νιώθει και να σκέπτεται με ξένα συναισθήματα και λέξεις. Αν δεν υπάρξει κάτι που θα διακόψει αυτήν τη σχέση,είναι πιθανό να εγκαθιδρυθεί μία μόνιμη ψευδής εικόνα εαυτού, που πάντα θα αναζητά τρόπους ώστε να ικανοποιεί τα συναισθήματα των ατόμων του περιβάλλοντος του, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να νιώθει ότι ζει ως ο δικός του, μοναδικός,δημιουργικός, «αληθής» εαυτός.

" Πανέμορφα μαύρος..."

Υάκινθος

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

'Αλλοτε η θάλασσα

 
 
'Αλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της
Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο
Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα
Τις ημέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα
Τα βράδια ξαπλώναμε κάτω απ'τα δέντρα και τα σύννεφα
Τις νύχτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε
 
'Ηταν τότε ο καιρός τρικυμία, χαλασμός κόσμου
Και μονάχα ύστερα ησυχία
 
Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς
να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά
απ'τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας
Και όταν έλειπε η θάλασσα
ήταν κοντά μας ο Θεός.



Γιώργος Σαραντάρης


Υάκινθος

Η ελληνική κουκουβάγια

    
«Γλαύξ γαρ ημών, πριν μάχεσθαι, τον στρατόν διέπτατο»
Αριστοφάνης, Σφήκες1086

πηγή : ΑΠΟΘΗΚΗ
Η κουκουβάγια στην ιστορία
Ανατρέχοντας στην ιστορία, διαβάζουμε ότι από τον 5ο π.Χ. αιώνα η Αθήνα χρησιμοποιώντας τον άργυρο που εξορύσσετο από νησιά του Αιγαίου άρχισε να κόβει το δικό της νόμισμα, τις «αθηναϊκές γλαύκες». Στη μια όψη του νομίσματος απεικονιζόταν η θεά Αθηνά και στην άλλη η αρχαία γλαύξ, η σημερινή κουκουβάγια.
«Αθηναϊκή Γλαύκα» Αργυρό τετράδραχμο του 5ου αιώνα π.Χ.

Για χιλιάδες χρόνια τώρα η «γλαύξ» θεωρείται σύμβολο της σοφίας, επειδή ήταν το αγαπημένο πτηνό της θεάς Αθηνάς, η οποία ήταν, και εκτός των άλλων, θεά της σοφίας. Η «γλαύξ» φώλιαζε σε αφθονία στους πρόποδες της ακρόπολης σαν απόδειξη ότι είχε την ευχή της θεάς. Η σύνδεση της με την Αθηνά αναγράφεται και απεικονίζεται ποικιλοτρόπως σε πολλά αρχαία έργα. Αναφέρεται ότι χρησιμοποιήθηκε από τη θεά κι ως αγγελιοφόρος. Οι κάτοικοι της Αθήνας πίστευαν πως η θεά Αθηνά έπαιρνε συχνά τη μορφή της «γλαυκός», όταν ήθελε να παρουσιαστεί στους ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη (βλέπε παραπάνω λεζάντα), μια νίκη κατά των Περσών κερδήθηκε ένα σούρουπο μόλις μια «γλαύξ» φάνηκε να πετάει πάνω από τις ελληνικές δυνάμεις.

Γλαύκα (Tyto alba)

Η «γλαύξ» των αρχαίων Ελλήνων, το σύμβουλο σοφίας και έμβλημα της θεάς Αθηνάς, γραπτώς κι εικονογραφημένο, δεν αντιστοιχεί στη σημερινή γλαύκα. Στις απλοϊκές εικονογραφήσεις των αρχαίων, η δικιά τους «γλαύξ» υποδηλώνει ανοιχτόχρωμα μάτια όπως αυτά της Athene noctua και όχι σκοτεινά όπως αυτά της γλαύκας (Tyto alba). Άρα η «γλαύξ» των αρχαίων περισσότερο ταιριάζει με την ημι-νυχτόβια κουκουβάγια Athene noctua παρά με την νυχτόβια γλαύκα Tyto alba.

Επίσης η συνήθεια της να κάθεται στητή εντελώς φανερά σημαίνει ότι συναντάται αρκετά συχνά. Λίγο πολύ οι περισσότεροι Έλληνες έχουμε δει την κουκουβάγια, κάτι που σίγουρα ίσχυε και για τους αρχαίους προγονούς μας, οι οποίοι τη χρησιμοποίησαν στα έργα τους, εφόσον η εικόνα της κουκουβάγιας ήταν σε αυτούς πιο γνώριμη από ό,τι τα άλλα νυχτόβια είδη της οικογενείας των γλαυκών. 

Η συνήθεια της να κάθεται στητή εντελώς φανερά σημαίνει ότι συναντάται αρκετά συχνά.
Μερικούς αιώνες αργότερα βρίσκουμε την κουκουβάγια συμπτωματικά να εμπλέκεται στην επιστήμη. Ένας από τους πατέρες της ιριδολογίας θεωρείται ο Ούγγρος Ignaz von Peczely (1826-1911). Η ιστορία αναφέρει ότι όταν ήταν 11 χρονών, προσπάθησε να απελευθερώσει μια κουκουβάγια που είχε παγιδευτεί στον κήπο, όταν κατά λάθος της έσπασε το ένα πόδι. Ο νεαρός Ignaz κράτησε το πουλί για να το περιθάλψει. Σχεδόν αμέσως μετά από το ατύχημα, παρατήρησε να εμφανίζεται μια σκούρα ράβδωση στο κάτω μέρος του ματιού από το μέρος του τραυματισμένου ποδιού. Όσο περνούσαν οι μέρες το σημάδι άρχισε να τροποποιείται μέχρι που εξαφανίστηκε με την πλήρη θεραπεία του πουλιού. Την κράτησε μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάρρωση και μετά την απελευθέρωσε. Παρόλα αυτά, το πουλί παρέμεινε στον κήπο του για πολλά χρόνια. Έτσι η συνάντηση του με την κουκουβάγια ήταν η αιτία για τον Ignaz von Peczely να σπουδάσει ιατρική και να αρχίσει να μελετά τις ίριδες των ασθενών του.

Λήμνος, Β.Α. Αιγαίο, Αύγουστος
Κατευθύνομαι προς την είσοδο μιας μάντρας, όπου θέλω να εξετάσω αν η κουκουβάγια της περιοχής έχει κάνει επίθεση στα αυγά μιας κότας που τυχαίνει να τα κλωσάει πάνω στο σανό που είναι αποθηκευμένο μέσα. Μπαίνω προσεχτικά μέσα με τη φωτογραφική μου μηχανή στο χέρι και έτοιμος για οποιοδήποτε ενδεχόμενο, όμως μέσα δεν υπάρχει ούτε κότα ούτε κουκουβάγια. Δυο από τα τέσσερα αυγά στο σανό είναι ανοιγμένα με τέτοιο τρόπο, που φαντάζεται κανείς ότι τα έκοψε στα δυο η κουκουβάγια με το ράμφος της, χρησιμοποιώντας το σαν κομπρεσέρ. Οι περισσότεροι Λημνιοί σήμερα, που έχουν κι από ένα κοτέτσι, κατηγορούν την κουκουβάγια για την αρπαγή των μικρών πουλιών τους μέσα από το κοτέτσι, κάτι που θεωρώ άδικο και αβάσιμο, εφόσον κανένας τους δε έχει δει με τα μάτια του μια τέτοια πράξη από την κουκουβάγια. Παρόλο που έχω δει κουκουβάγιες να παραμονεύουν κοντά σε κοτέτσια, πιστεύω ότι η κουκουβάγια προτιμάει το υγρό των αυγών, μόνο αν της δοθεί η ευκαιρία για μια εύκολη πρόσβαση σε απροστάτευτα αυγά. Σε όλα τα περιττώματα κουκουβάγιας που έχω δει πάντα οι ενδείξεις φανερώνουν ότι τρέφεται επί το πλείστον με έντομα, ειδικά με έναν ντόπιο γρύλο που υπάρχει σε αφθονία στο νησί.

Η κουκουβάγια είναι συχνός επισκέπτης στους αχυρώνες και τα κοτέτσια
Βγαίνω από τη μάντρα και , καθώς σουρουπώνει, ανιχνεύω την οροφή μήπως δω την κουκουβάγια. Επάνω στα κεραμίδια είναι ομοιόμορφα τοποθετημένες μεγάλες πέτρες, για να μην τα παρασύρει το μελτέμι. Η κουκουβάγια γνωρίζει ότι οι πέτρες μοιάζουν με την ίδια στο μέγεθος και στο χρώμα, για αυτό και συχνά κάθεται καρτέρι στην οροφή χωρίς να τραβάει την προσοχή κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες όταν ο ήλιος είναι ακόμη χαμηλά στον ορίζοντα. Όμως δεν τη βλέπω πουθενά και καθώς περνάει η ώρα μένω μόνος μου με τις σκέψεις μου: «ό,τι τράβηξα για σήμερα, τράβηξα». Κι ενώ ο ήλιος είναι έτοιμος να βασιλέψει, αποφασίζω να μαζέψω τον εξοπλισμό μου. Έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που παρατηρώ και φωτογραφίζω αυτό το όμορφο και συμπαθητικό πουλί και αύριο θα είναι η τελευταία μου μέρα μαζί της.
Η κουκουβάγια γνωρίζει ότι οι πέτρες στην οροφή των καλυβιών μοιάζουν με την ίδια στο μέγεθος και στο χρώμα, για αυτό και συχνά κάθεται καρτέρι στην οροφή χωρίς να τραβάει την προσοχή.
Athene noctua
Η κουκουβάγια ανήκει στην οικογένεια των γλαυκών, όπως και η γλαύκα, ο μπούφος, ο γκιώνης, ο χούχουλας και το χαροπούλι. Για πολλούς το όνομα «κουκουβάγια» χρησιμοποιείται για όλα τα μέλη της οικογένειας των γλαυκών ανεπιτυχώς, γιατί η κουκουβάγια, Athene noctua indigena, διαφέρει πολύ από τα υπόλοιπα μέλη. Είναι από τα μικρότερα μέλη της οικογενείας που απαντούν στην Ελλάδα με μέσο βάρος 150-230 γραμμάρια, μέσο άνοιγμα φτερών 54-58 εκ. και μέσο μήκος περίπου 19-25 εκ. από το άκρο του ράμφους ως το άκρο της ουράς. Εκτός από το μέγεθος διαφέρει και στον τόπο διαμονής με προτίμηση τις ανοιχτές εκτάσεις και τους αγρούς, αποφεύγοντας τα πυκνά δασώδη μέρη. Περνάει τον περισσότερο καιρό κοντά στο έδαφος και κυνηγάει κυρίως το σούρουπο και την αυγή. Ο πιο κοντινός της συγγενής είναι η Athene cunicularia hypugaea που ζει στην Β. Αμερική.

Μάτια που καρφώνουν!
Αντίθετα με άλλα πουλιά η κουκουβάγια έχει μεγάλο κεφάλι με σχεδόν επίπεδο πρόσωπο και μεγάλα κίτρινα μάτια που, όπως όλα τα άλλα μέλη των γλαυκών κοιτάνε προς τα εμπρός. Το χρώμα των ματιών συνήθως είναι ενδεικτικό για το πότε ένα πουλί είναι ενεργό. Αυτές που κυνηγάνε με το φως του ηλίου όπως οι κουκουβάγιες έχουν κίτρινα μάτια και είναι ημι-νυχτόβιες, ενώ οι γλαύκες που έχουν σκούρα μάτια είναι νυχτόβιες. Για την πληρέστερη εκμετάλλευση του υπάρχοντος φωτός ο οφθαλμός αντί να πάρει σχήμα μπάλας έχει πάρει κωνικό σχήμα με το πίσω μέρος να καταλήγει σε μυτερό σημείο επιτρέποντας στην κουκουβάγια να βλέπει σε πολύ λίγο φως. Όμως το σχήμα σε συνδυασμό με το μεγάλο μέγεθος των ματιών έχει ως αποτέλεσμα τα μάτια της κουκουβάγιας να παραμένουν ακινητοποιημένα μέσα στις εσοχές του κρανίου αναγκάζοντας την περιστροφή του προσώπου προς το σημείο που θέλει να δει. Άλλο μειονέκτημα που προκύπτει από αυτή την ιδιομορφία είναι η εμφάνιση αστιγματισμού που σημαίνει ότι δεν μπορεί να εστιάσει σε πολύ κοντινές αποστάσεις οπότε χρειάζεται να αισθανθεί την τροφή της με τις ειδικές φτερούγες crines που υπάρχουν γύρω από το ράμφος της. Γι’ αυτό και στις περισσότερες γλαύκες το ράμφος φαίνεται να χάνεται μέσα στο φτέρωμα του προσώπου.
Η κουκουβάγια λόγω αστιγματισμού χρειάζεται να αισθανθεί την τροφή της με τις ειδικές φτερούγες crines που υπάρχουν γύρω από το ράμφος της.
Όπως τα περισσότερα αρπαχτικά, η κουκουβάγια είναι εφοδιασμένη με ένα κοφτερό κυρτό ράμφος και πολύ δυνατά και θανατηφόρα νύχια, με τα οποία πιάνει κυρίως μεγάλα έντομα, σκουλήκια, κάμπιες, βατραχάκια, σαύρες και σπανιότερα, συνήθως την εποχή του ζευγαρώματος, ποντίκια και μικρά πουλιά. Αυτό που δεν είναι κοινώς γνωστό είναι ότι στο κάθε ένα από τα τρία νύχια της υπάρχει ένα μικρό αυλάκι στο μέσα μέρος. Παλαιότερα, οι ορνιθολόγοι θεωρούσαν ότι τα αυλάκια υπήρχαν για να ρέει το αίμα της λείας της ώστε να μπορεί να τη θανατώνει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Όμως σήμερα έχει παρατηρηθεί ότι στα θηράματα, όπως τα τρωκτικά, η κουκουβάγια τσιμπάει με το δυνατό ράμφος της το πίσω μέρος του κεφαλιού, φέρνοντας το θάνατο σχεδόν ακαριαία, οπότε έτσι αποδυναμώνεται η αρχική άποψη.
Η κουκουβάγια βασίζεται σε έτοιμες φωλιές ή τρύπες, όπως σε κουφάλες δέντρων, κουνελότρυπες και άλλα υπόγεια τούνελ άλλων ζώων, όπως του τυφλοπόντικα, της αλκυόνας κ.α
Τον Φεβρουάριο η κουκουβάγια ψάχνει και βρίσκει τη δικιά της περιοχή χωρίς όμως να χτίζει τη δικιά της φωλιά. Βασίζεται σε έτοιμες φωλιές, όπως σε κουφάλες δέντρων, κουνελότρυπες και άλλα υπόγεια τούνελ άλλων ζώων, όπως του τυφλοπόντικα, της αλκυόνας κ.α., μάντρες, αποθήκες ζωοτροφών και άλλα παλιά κτίρια. Σε κάθε περιοχή υπάρχουν τρεις ή τέσσερις «εστίες-φωλιές». Αργότερα, την εποχή του ζευγαρώματος, τον Μάρτιο, το ζευγάρι αποφασίζει ποια εστία να χρησιμοποιήσει ως κύρια φωλιά. Κατά το μήνα Μάρτιο το κάλεσμα του αρσενικού πουλιού ακούγεται μέρα και νύχτα. Τέλη Απριλίου, το θηλυκό γεννά 3-5 αυγά, τα οποία χρειάζονται περίπου 4 εβδομάδες για να εκκολαφθούν από την ίδια καθώς το αρσενικό απασχολείται με την εξασφάλιση τροφής. Όταν εμφανιστούν τα μικρά, οι γονείς συνεχίζουν να τα προσέχουν για ακόμη 5-7 εβδομάδες περίπου, όταν πλέον θα έχουν γίνει ανεξάρτητα και φεύγουν για την εντόπιση δικών τους περιοχών.
Ευτυχώς για την ίδια, η ακινησία της σε συνδυασμό με τη γήινη απόχρωσή της εξασφαλίζουν ένα πολύ καλό καμουφλάρισμα με αποτέλεσμα να κάθεται μπροστά μας χωρίς να την έχουμε αντιληφθεί.
Το γεγονός ότι δεν είναι τελείως νυχτόβιο, όπως τα περισσότερα μέλη της οικογενείας, σημαίνει ότι συχνά τη βλέπουμε την ημέρα να κάθεται στητή σε στύλους του φράχτη, κορυφές βράχων, σκεπες και άλλα φανερά μέρη. Ευτυχώς για την ίδια, η ακινησία της σε συνδυασμό με τη γήινη απόχρωσή της εξασφαλίζουν ένα πολύ καλό καμουφλάρισμα με αποτέλεσμα να κάθεται μπροστά μας χωρίς να την έχουμε αντιληφθεί.
Πιστεύεται ότι οι περισσότερες κουκουβάγιες θανατώνονται ή τραυματίζονται σοβαρά από τροχοφόρα.
Δεν είναι απειλούμενο είδος, όμως ο αριθμός τους σίγουρα έχει μειωθεί τα τελευταία 20 χρόνια, καθώς η τυχαία συνάντηση με μια κουκουβάγια σήμερα είναι σπανιότερη. Δεν έχει πολλούς φυσικούς εχθρούς και πιστεύεται ότι οι περισσότερες κουκουβάγιες θανατώνονται ή τραυματίζονται σοβαρά από τροχοφόρα καθώς κυνηγάνε έντομα που βρίσκονται επάνω στο θερμό οδόστρωμα την νύχτα.

Το τελευταίο ραντεβού
Είναι 6:30 το πρωί και τα βουνά στο βάθος είναι ακόμη σε σιλουέτα με τον ουρανό από πάνω να παίρνει διάφορες θερμές αποχρώσεις, θυμίζοντας ότι άλλη μια καλοκαιριάτικη μέρα είναι έτοιμη να ξημερώσει. Πριν φτάσω στη μάντρα όπου συχνάζει η κουκουβάγια, σβήνω τα φώτα και παρκάρω το αμάξι αρκετά μέτρα μακριά. Μέσα στο ημίφως ετοιμάζω τον εξοπλισμό μου, γεμίζω τις τσέπες του γιλέκου μου με φιλμ και με το παγούρι γεμάτο δροσερό νερό από μια ντόπια πηγή κι αναχωρώ για τη δική μου «φωλιά», ένα κρυφό σημείο όπου τρεις εβδομάδες πριν επέλεξα ως το ιδανικότερο σημείο, από όπου θα μπορούσα να έχω την κοντινότερη πρόσβαση στη ζωή της κουκουβάγιας χωρίς να την ενοχλώ. Είναι Αύγουστος και το μελτέμι των 4-5 μποφόρ φυσάει ανάμεσα από τις αστιβιές, τα γαϊδουράγκαθα και τα συρματοπλέγματα. Η βουή του βοριά προσθέτει «surround» ήχο σε μια εικόνα που τέλεια απεικονίζει την ιδιομορφία του «ξερονησιού» στο οποίο βρίσκομαι. Έχω στήσει τον εξοπλισμό μου και βρίσκομαι στη θέση μου όταν ο ήλιος μόλις αρχίζει να ξεπροβάλει πίσω από τις απέναντι βουνοκορυφές. Η κουκουβάγια ακίνητη, στέκεται επάνω σε ένα πάσαλο μπροστά από την είσοδο σε ένα από τις πολλές εστίες της περιοχής της. Η συγκεκριμένη εστία είναι ένα λοξό τούνελ που περνά τον τοίχο της μάντρας και οδηγεί μέσα στον χώρο της αποθήκης με το άχυρο. Εκτός από τα έντομα και τρωκτικά που προσφέρει η αποθήκη, η συγκεκριμένη εστία δεν προσφέρεται για φωλιά, όμως η ύπαρξή της είναι πολύτιμη για την αποφυγή από κάποιο εχθρό.

Παραμονεύοντας στην είσοδο της μάντρας.
Εκεί που «στεκοκοιμόταν» και δεν έδειχνε να βρίσκεται σε εγρήγορση, ξαφνικά τεντώνεται, λυγίζει τα γόνατα και πετάγεται στον αέρα. Αμέσως μετά πετάει απέναντι σε ένα υψωμένο στύλο του φράχτη, όπου κάθεται και επεξεργάζεται με προσοχή τους ήχους που καταφθάνουν στα αυτιά της. Έχει μάτια και αυτιά κατάλληλα προσαρμοσμένα για να κυνηγά τη λεία της σε ελάχιστο φως. Όμως στο απόλυτο σκοτάδι η αίσθηση της ακοής χρησιμεύει σχεδόν αποκλειστικά στη θέση της όρασης. Μόλις ακούσει τη λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του ήχου. Με το πλατύ της πρόσωπο να λειτουργεί ως ραντάρ, συγκεντρώνει και διακρίνει ήχους από μια ευρεία περιοχή. Εφόσον προσδιορίσει την πηγή του ήχου και αντικρίσει τη λεία της, περιμένει να ακούσει ακόμη έναν ήχο για να επιτεθεί.
Μόλις ακούσει τη λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του ήχου.
Σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του ραντάρ παίζει η ασύμμετρη θέση των αυτιών στο κεφάλι. Πιο συγκεκριμένα η οπή στο δεξί μέρος είναι συνήθως τοποθετημένη πιο ψηλά από ό,τι η αριστερή, με αποτέλεσμα ο ήχος να φτάνει στο δεύτερο αυτί καθυστερημένα κατά δέκατα του δευτερόλεπτου. Έτσι η χρονική διαφορά μεταξύ της καταγραφής του ίδιου ήχου από τις δυο οπές καθορίζει με ακρίβεια την τοποθέτηση της ηχητικής πηγής. Επίσης σημαντικό ρόλο στη λειτουργία του ραντάρ παίζουν τα ευαίσθητα φτερά του προσώπου, που είναι έτσι τοποθετημένα ώστε να καθοδηγούν τους ήχους προς τα αυτιά. Η εμβέλεια αυτού του συστήματος λέγεται ότι φτάνει τα 15 μέτρα περίπου. Η κουκουβάγια έχει και την ικανότητα να φιλτράρει τους ενοχλητικούς θορύβους της φύσης και του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να ακούει μόνο αυτά που αντιστοιχούν στον κίνδυνο ή σε κάποια λεία της. Είναι εντυπωσιακό πως στέκεται ακίνητη χωρίς κανένα θόρυβο να της αποσπά την προσοχή, παρά μόνο αν αυτός ο ήχος αντιστοιχεί σε κάτι γνώριμο σε αυτήν.
Ψάχνοντας για ακρίδες από την κορυφή μιας αστιβιάς
Γονατισμένος μπροστά στο τρίποδο, χαμηλά μέσα στο ξηραμένο ρυάκι, παρατηρώ τη συμπαθητική συμπεριφορά της κουκουβάγιας καθώς στριφογυρίζει το κεφάλι της επάνω στο ακίνητο σώμα της. Το γεγονός ότι δεν μπορεί να στριφογυρίσει τα μάτια της μέσα στις κόγχες του κρανίου σημαίνει ότι η κουκουβάγια έχει αναπτύξει παραπάνω σπονδύλους στο λαιμό, οι οποίες της επιτρέπουν να γυρίσει το κεφάλι της αντί των ματιών για να δει προς την κατεύθυνση που θέλει. Το σύστημα αυτό της επιτρέπει να στριφογυρίσει το κεφάλι της 270ο , όμως σπάνια ξεπερνά τις 180ο. Σηκώνομαι από τη θέση μου και αγκαλιάζοντας το τρίποδο με τη μηχανή πλησιάζω την κουκουβάγια με αρκετά αργούς ρυθμούς. Η συμπεριφορά της αλλάζει και γίνεται φιλύποπτη. Σκύβει και κάνει υποκλίσεις σε τακτικούς και γρήγορους ρυθμούς. Ακινητοποιούμαι και αυτή καθησυχάζεται. Περνούν λίγα δευτερόλεπτα, χαλαρώνει και συνεχίζει ήρεμη την ανάλυση των ήχων γύρω της. Ξαφνικά τεντώνεται και πηδάει από το στύλο, πετώντας χαμηλά και γρήγορα, πάντα κοντά στο έδαφος. Φτάνει δέκα μέτρα πιο πέρα σε ένα αγαπημένο της βράχο, από τον οποίο έχει οπτική επαφή με τον εσωτερικό χώρο του κτήματος όπου βρίσκεται η μάντρα.
Σε μια εξόρμηση μου μαζί με τον φίλο φωτογράφο, Γιώργο Καραχάλιο, πλησιάζουμε τη κουκουβάγια με αρκετά αργούς ρυθμούς μετακινώντας το τρίποδο μερικά εκατοστά τη φορά!
Καθώς το διακεκομμένο βουητό του βοριά σταματάει για μερικά δευτερόλεπτα, ακούω ένα γνωστό ήχο από τη μάντρα. Ένα σφύριγμα με κάνει να υποθέσω ότι υπάρχουν γρύλοι. Η κουκουβάγια κάνει την επίθεση και αρπάζει ένα γρύλο που βρισκόταν στο υγρό έδαφος δίπλα από τη γούρνα. Η συγκεκριμένη κουκουβάγια, στις λίγες φορές που την έχω παρατηρήσει, πηγαίνει τη λεία της στο αγαπημένο της βράχο και όχι σε μια από τις εστίες της, ίσως επειδή τέτοια εποχή δεν υπάρχουν μικρά που χρειάζονται τη φροντίδα της. Μετά το γεύμα της αφήνει το βράχο για να επιστρέψει στον ίδιο στύλο του φράχτη όπου βρισκόταν και πριν. Περνάει λίγη ώρα και η άγρυπνη κουκουβάγια αρχίζει να αλλάζει συμπεριφορά. Τώρα δίνει την εντύπωση ότι είναι κουρασμένη, κλείνοντας τα μάτια της σαν να «στεκοκοιμάται». Κάθε τόσο τα ανοίγει και στρέφει το κεφάλι της προς κάποιο ήχο που προφανώς την «ξύπνησε». Μετά χαλαρώνει παίρνοντας την αρχική της θέση και ξανακλείνει τα μάτια της. Η ώρα είναι 9:30 και ο ήλιος έχει λούσει τον κάμπο με τις ζεστές του ακτίνες. Είναι η ώρα που ο ιδιοκτήτης της μάντρας, ένας παππούς, καταφθάνει πάνω στο γαϊδαράκι του για να ποτίσει τα ζώα του. Όπως έμαθα από τον μπάρμπα Βασίλη η συγκεκριμένη κουκουβάγια είναι εδώ αρκετά χρόνια.
 

«Χειμώνα – καλοκαίρι είναι εδώ και μου κάνει συντροφιά. Κάθε χρόνο, κατά τον Απρίλιο γεννά 3-4 μικρά και χαίρομαι που τη βλέπω να τα φροντίζει και να τα μεγαλώνει». Από τον μπάρμπα Βασίλη επίσης έμαθα ότι κάποτε, όταν χτίζανε τις αποθήκες για το σανό, άφηναν επίτηδες μια μικρή σήραγγα για να έχει πρόσβαση η κουκουβάγια ή και για να φωλιάσει, με το σκεπτικό ότι αυτή με τη σειρά της θα εξόντωνε τα ζημιογόνα τρωκτικά. Όμως σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά με πολλούς από τους νέους να κυνηγάνε τις κουκουβάγιες, θεωρώντας τις ως υπεύθυνες για την εξαφάνιση των κλωσόπουλων.
Η athene noctua indigena είναι για μένα ένα πουλί με προσωπικότητα και χάρη. Το γεγονός ότι το επίπεδο πρόσωπο της με τα δυο της μάτια που κοιτάνε προς τα εμπρός θυμίζουν το δικό μας πρόσωπο και μάτια ίσως ευθύνεται για την έλξη μας προς αυτήν και για την εντύπωση ότι είναι κι αυτή έξυπνη ή και σοφή! Είναι κρίμα που οι λαϊκές δοξασίες την έχουν χρίσει ως σύμβουλο κακοτυχίας και θανάτου, κάτι που περισσότερο ταιριάζει στην γλαύκα, το πουλί της νύχτας με τα σκοτεινά και τρομαχτικά μάτια. Ευτυχώς όμως που οι αρχαίοι προγονοί μας την είχαν ως σύμβουλο της σοφίας και έμβλημα της θεάς Αθηνάς, κάτι που νομίζω ότι αξίζει σε ένα τόσο όμορφο πουλί.

Η κουκουβάγια είναι ένα όμορφο πουλί.
Γένος και εξάπλωση
Σήμερα η μικρή κουκουβάγια Athene noctua υπάρχει σχεδόν σε όλους τους ηπείρους, από την δυτική Ευρώπη και βόρεια Αφρική μέχρι την κεντρική Ασία και την Κίνα. Έχει εισαχθεί στην Αγγλία εδώ και 100 χρόνια και πιο πρόσφατα στη Νέα Ζηλανδία. Στη βόρεια και κεντρική Αμερική υπάρχει το συγγενικό είδος Athene cunicularia hypugaea, Burrowing owl. Πολλά υποείδη έχουν καταγραφεί, όμως αυτό μπορεί περισσότερο να στηρίζεται σε μικρές διαφορές χρωματισμών και συνηθειών λόγω της διαφορετικής τοποθέτησης. Τα Β.Α. αφρικάνικα και τα μεσο-ανατολίτικα πουλιά μπορεί να αντιπροσωπεύουν ένα διαφορετικό είδος. Μάλιστα το γένος lilith φαίνεται να είναι γενετικά ξεχωριστό. Επίσης το αμερικάνικο είδος Athene cunicularia hypugaea φαίνεται να είναι πιο συγγενικό στην Athene noctua απ’ ό,τι δείχνουν οι καταχωρήσεις. Είναι σίγουρο ότι χρειάζονται περισσότερες έρευνες για να ξεκαθαρίσουμε ποια είδη είναι ίδια και ποια είναι όντως διαφορετικά.

  • Athene noctua noctua : Κεντρική Ευρώπη
  • Athene noctua vidalii : Δυτική Ευρώπη
  • Athene noctua glaux : Βόρεια Αφρική
  • Athene noctua orientalis : Turkistan
  • Athene noctua ludlowi : Θιβέτ
  • Athene noctua plumipes : Βόρεια Ανατολική Κίνα και Κορέα
  • Athene noctua indigena : Ελλάδα και τα Βαλκάνια
  • Athene noctua bactriana : Ιράν και Αφγανιστάν
  • Athene noctua lilith : Νότια Τουρκία, Μέσω Ανατολή και Αραβία
  • Athene noctua spilogastra : Σουδάν και Βόρεια Αιθιοπία
  • Athene noctua somaliensis : Νότια Αιθιοπία και Βόρεια Σομαλία
  • Athene noctua sarda : Σαρδηνία













(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Camper, Απρίλιος - Μάιος 2006)

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Ερμηνευτική απόδοση του Απολυτικίου της Αγίας Παρασκευής.

      

AgiaParaskeui01
 
Ἦχος α´
 
Tὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον,
ἐργασαμένη φερώνυμε,
τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν,
εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι,
Παρασκευὴ Ἀθληφόρε·
ὅθεν προχέεις ἰάματα,
καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
 
 
Παρασκευή, ἐσὺ ἡ ὁποία φέρεις τοὺς ἄθλους,
τὸ μαρτύριό σου,
παρεσκεύασες (κατέστησες) τὴν προθυμία σου ὅμοια
καὶ σύμφωνη μὲ τὸ ὄνομά σου,
ἐσύ, (ἡ) ὄνομα καὶ πράγμα Παρασκευή,
ἔλαβες γιὰ αἰώνια κατοικία σου τὴν ὁμώνυμή σου
―καθ᾽ ὅτι παρεσκευασμένη, ἑτοιμασμένη πρὸ καταβολῆς κόσμου―
Βασιλεία τῶν Oὐρανῶν, δηλαδὴ τὴν πίστη
 σ᾽ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Xριστό
(ὁ Ὁποῖος καὶ τὴν ὑποσχέθηκε στοὺς  Ἁγίους).
Γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγο πηγάζεις, χαρίζεις σὲ μᾶς θεραπεῖες,
καὶ παρακαλεῖς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας.
 
(Ἀπόδ.: π. Ἀθ. Σ. Λ.)
* Tό Ἀπολυτίκιο τῆς  Ἁγ. Παρασκευῆς εἶναι ἀπό τά ἀρχαιότερα. Θεωρεῖται δέ κάπως δυσερμήνευτο.  Δοκιμάσαμε μία σύντομη ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση-ἀπόδοση στὴν νέα ἑλληνικὴ ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ὁλοκληρωμένης καὶ ἐκτενοῦς ἑρμηνείας τοῦ ἱεροδ. Nεοφύτου Kαυσοκαλυβίτου
(χφ. I. M. ΔIONYΣIOY 3784)
πηγή : Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας
ΠΗΓΗ  Χριστιανική βιβλιογραφία.

Πῶς πρέπει νά προσευχώμεθα καί νά κλαῖμε κάθε φορά πού ἁμαρτάνουμε;

 

Γέροντος Ραφαήλ Νόϊκα

πηγή : εν αιθρία




Τό ἀληθινό πένθος δέν εἶναι μία στιγμή τῆς ψυχῆς, μία ψυχολογική κατάστασις, ἀλλά εἶναι, ὅπως λέγει ὁ π. Σωφρόνιος, στιγμή στήν ὁποία ὁ νοῦς καί ἡ καρδία ζοῦν τήν ἴδια κατάστασι. Πιό σαφέστερα, ἡ βίωσις τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ στόν νοῦ καί στήν καρδιά.
Μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια, στόν ἡσυχασμό, μέ τήν πρακτική ἐξάσκησι τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, ὁ ἄνθρωπος φθάνει στήν ἕνωσι νοῦ καί καρδίας. Ὁ νοῦς καί ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου γίνονται ἕνα καί ζοῦν τήν ἴδια στιγμή τήν ἴδια ἐμπειρία. Αὐτή εἶναι ἡ στιγμή τῶν δακρύων.
Αὐτή ἡ στιγμή-ὁμιλῶ κἄπως ἀποκλειστικά-εἶναι ἡ ἀγάπη. Δέν προέρχεται ποτέ ἀπό τήν ἰδική μας ἀγάπη, ἐπειδή ἡ ἀγάπη μας δέν εἶναι ἀκόμη καρπός τῆς φύσεώς μας· ἐμεῖς ἐξεπέσαμε ἀπ᾿ αὐτήν καί γι᾿ αὐτό τά δάκρυα ἐξέρχονται πολλές φορές μέ πόνο καί γι᾿ αὐτό δέν καλλιεργεῖται μέσα μας ὁ ἴδιος ὁ πόνος, ἀλλά διά τοῦ πόνου, λόγῳ τῆς συντριβῆς πού νοιώθουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας ἐπανερχόμεθα στήν φυσική κατάστασι τοῦ ἑαυτοῦ μας.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἦτο καί θά παραμείνη τό μεγάλο θέμα στήν ζωή μας. Ἐδῶ στήν Ρουμανία πού ἦλθα, δέν ἔφερα μία πολύ ἐκκλησιαστική ζωή ἀπό τήν Δύσι.
Προερχόμουν ἀπό μιά οἰκογένεια περισσότερο πολιτιστική καί ὀλιγώτερο πνευματική καί συνεπῶς, βαπτίσθηκα καί ἔλαβα τό Χρῖσμα καί ἄλλες ἀόρατες δωρεές, ὅπως λαμβάνουμε ὅλοι ἐμεῖς δῶρα ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διά τῆς Χάριτος, ἡ ὁποία ἐκχέεται σ᾿ ὅλη τήν ὕπαρξί μας, στήν φύσι μας,
στόν λαό μας, στήν χώρα μας καί στήν γῆ μας. (ἴσως νά μήν ἀντιλαμβάνεσθε αὐτά, μέ τήν κατάλληλη πνευματική ἔννοια, ἐφ᾿ ὅσον δέν ἐγνωρίσατε τίς περιπλανήσεις μου· ὅμως ἔζησα αὐτά τά πράγματα σχεδόν ἀσυνείδητα).
Αὐτό ἐγώ τό ὠνόμασα περιπλάνησι, τό ὁποῖο μοῦ φαίνεται ὅτι ἦτο ἕνα εἶδος περιπλανήσεως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη. Διότι ἔτσι μπορεῖ νά κατανοηθῆ ἀληθινά ἡ Ἐκκλησία· δέν ἔχω χρόνο νά ἀναφερθῶ στό πνευματικό μου προσκύνημα, στήν πνευματική μου ἐξορία, στήν περιπλάνησί μου· θέλω νά φθάσω κατ᾿ εὐθεῖαν στήν στιγμή στήν ὁποίαν ἐπέστρεψα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Μέχρι τότε εἶχα κάποια θεολογική προτεσταντική θεώρησι καί ἀναζητοῦσα κριτήρια μέ τά ὁποῖα νά ἠμπορῶ νά κρίνω, ἐάν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ πιό ἀληθινή, ἡ πιό δικαία, ἡ πιό πλησιέστερη στόν Θεό.
Δέν τά εὑρῆκα, παρά μόνο, ὅταν ἐπέστρεψα στήν Ἐκκλησία, διά τῆς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Κοινωνίας, μοῦ ἀπεκαλύφθηκε στήν ψυχή μου ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι, ὅπως καί παραπάνω σᾶς εἶπα, χωρίς καμμία ἀμφιβολία, ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι ὅπως τήν συνέλαβε ὁ νοῦς τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά γι᾿ αὐτή τήν φύσι, πού τραυματίσθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία, ἦτο ἀνάγκη ὅπως ὁ Ἴδιος ὁ Θεός νά κατέλθη ἐπί τῆς γῆς, νά ἐνσαρκωθῆ καί νά γίνη ἄνθρωπος ὅμοιος μ᾿ ἐμᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας, νά πεθάνη ὡς ἄνθρωπος ἐπί τοῦ Σταυροῦ καί ν᾿ ἀναστηθῆ.
Νά πεθάνη ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά νά ἀποκαλύψη στόν ἄνθρωπο τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἡ ἀνθρωπολογία μας ἀπεικονίζεται ἀπό ἕνα μόνο Ἄνθρωπο, πού καλεῖται Ἰησοῦς. Καί οἱ Πατέρες μας διετήρησαν τόν λόγο καί τό Πνεῦμα αὐτοῦ τοῦ Λόγου, τόν ὁποῖον δέχθηκε ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τόν Θεό.
Εἶναι ἐνδιαφέρον τό γεγονός ὅτι μπροστά ἀπό ὅλες τίς ὀνομασίες, τίς ὁποῖες ἔλαβαν οἱ διάφορες χριστιανικές αἱρέσεις, οἱ Πατέρες διετήρησαν τό ὄνομα «Ὀρθοδοξία», τό ὁποῖον σημαίνει, ὅπως γνωρίζετε, ἀληθινή δόξα, δοξασία, γνώμη, ἀλήθεια.
Δηλαδή, τό σπουδαιότερο (μέ μιά παγκόσμια ἀπήχησι), πέρα ἀπό ὅλες τίς ὀνομασίες πού ἐκράτησαν οἱ ἄλλοι, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας εὑρῆκαν ὅτι τό πρᾶγμα τό ὁποῖον πρέπει νά ὁμολογήσουμε μέχρις αἵματος, μέχρι θανάτου μας (ὅπως ἔκαναν οἱ ὁμολογητές, σάν τόν ὁμολογητή ἅγιο Μάξιμο, ὅπως ἔκαναν οἱ Μάρτυρές μας, ἀπό τούς ὁποίους εἶναι γεμᾶτο τό Συναξάριο), αὐτή τήν σωστή δόξα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ μοναδική μας κληρονομιά.

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μᾶς εἶπε ἀκόμη, ὅτι δέν θά εἴμεθα τό μεγαλύτερο τμῆμα πιστευόντων στόν κόσμο, οὔτε τό πιό δυνατό· δέν εἴμεθα οὔτε τό πιό ἐντυπωσιακό (ἄλλοι μᾶς πολέμησαν μέ μεγάλα κατορθώματά τους στήν ἱστορία).
Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνα εἶδος σταχτοπούτας, καί λέγοντας αὐτά, μοῦ ἔρχονται στόν νοῦ οἱ διηγήσεις καί τά παραμύθια τῆς πατρίδος μας.
Ἐνθυμοῦμαι ἀμυδρά-δέν κρατῶ ἀκριβῶς στήν μνήμη μου-μία διήγησι γιά τρεῖς ἀδελφές, οἱ ὁποῖες, ὅταν ἐτελείωσαν, δέν ξέρω τί ἔγινε μέ μία γριά, ἡ ὁποία τίς παρεκάλεσε πολύ νά πᾶνε μέχρι τήν γέφυρα. Ἐκεῖ θά ἔλθουν τρεῖς νεράϊδες καί νά ἐκλέξουν ὅποια θέλουν.
Τήν πρώτη καί τήν δεύτερη κόρη τίς ἐπῆραν οἱ μεγαλύτερες καί ὡραιότερες νεράϊδες, ἐνῶ τήν τρίτη, τήν μικρή καί ταπεινή τήν ἐπῆρε ἡ πιό ἄσχημη καί κοντόσωμη, ἀλλά γεμᾶτη ἀπό θησαυρούς. Καί οἱ ἄλλες ξεμυαλίσθηκαν, διότι δέν εἶχαν κάποιο μεγάλο ἔργο νά ἐπιτελέσουν μέσα τους.
Ἐπανερχόμενος ἠμπορῶ νά εἰπῶ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία, ἐξ αἰτίας τῆς δυστυχίας ἐκ τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου, παρέμεινε ἡ σταχτοπούτα τῆς ἱστορίας· ἡ μοναδική ἀνάμεσα στίς ἄλλες στήν ἱστορία, φαινομενικά ὅμως· ἀλλά οὐσιαστικά εἶναι τό μοναδικό ἀξιοτίμητο πρᾶγμα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. Καί ἠμπορῶ νά σᾶς εἰπῶ ὅτι δέν θά ἔλθη φόβος ἀπό καμμία ἄλλη «ἀλήθεια» ἀπό ὁπουδήποτε κι ἄν προέρχεται.
Ὄντας πεταμένος ἐκεῖ, στήν βαβυλωνία τῆς Δύσεως, ὅπου ἀναμείχθηκαν καί μπερδεύθηκαν ὅλες οἱ θρησκεῖες καί φιλοσοφίες τοῦ κόσμου-ὅπως εἶναι γιά παράδειγμα ἡ Νέα Ἐποχή-ἀνεκάλυψα ὅτι, ναί, ὑπάρχουν παντοῦ θαυμαστές ἀλήθειες, ἄξιες θαυμασμοῦ, ἀλλά δέν εἶναι παρά ἔσοπτρα καί αἰνίγματα μπροστά στήν Ὀρθοδοξία, πού παραμένει στήριγμα δίπλα στόν κάθε ἄνθρωπο.
Αὐτή ἦτο γιά μένα ἡ Ὀρθοδοξία καί δέν ἔχω λόγους νά εὐχαριστήσω τόν Θεό καί τήν Κυρία Θεοτόκο, διότι καί μέσῳ τῶν περιπλανήσεώς μου, μοῦ ἀπεκάλυψαν τήν ἀλήθεια! Καί σέ διάστημα 31 ἐτῶν (τό 1961 ἐπέστρεψα στήν Ὀρθοδοξία) ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα, μῆνα μέ τόν μῆνα, ἐμπειρία μέ τήν ἐμπειρία, ἐπιβεβαιώθηκα ὅτι αὐτή ἦτο ἡ πίστις πού ζητοῦσε νά μέ φέρη ὁ Θεός.
Ἤθελα νά σᾶς εἰπῶ κάτι ἀκόμη. Ἡ ἐπιστροφή μου στήν Ρουμανία ἔγινε μετά ἀπό 38 χρόνια, ἀπαράλλαχτα ὅπως ὁ παράλυτος τοῦ Εὐαγγελίου, καί ζῶ μία μοναδική ἐμπειρία. Ἀπό τό 1955, ἀφ᾿ ὅτου ἀπεχώρησα ἀπό τήν πατρίδα μας, τήν Ρουμανία, δέν ἐπεσκέφθηκα πάλι ἄλλη ὀρθόδοξη χώρα, στήν ὁποία ἡ πίστις ἦτο ἀπηγορευμένη, διωκόμενη, κατηργημένη.
Στήν Δύσι, γενικά, ἐξωτερικά εἶναι πολύ πιό εὔκολο νά ζήσης, ἀλλά ἐσωτερικά αἰσθάνεσαι πολύ ἄσχημα, ἀπό ὅ,τι στήν Ἀνατολή.
Ἐκεῖ δέν εἶχες τόν φόβο τοῦ πολυβόλου ἤ τῆς φυλακῆς, ἀλλά ἤσουν ὑποταγμένος σ᾿ ἕνα ἐσωτερικό διωγμό, ἕνεκα τοῦ ὁποίου σύ ὁ ἴδιος καταλάβαινες ὅτι εὑρίσκεσαι μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια. Καί προσπαθοῦσες νά μάχεσαι μόνος σου ἐναντίον αὐτῶν τῶν καταστάσεων, πρός τίς ὁποῖες σέ ἐμποδίζουν οἱ νοοτροπίες, ἡ ἱστορία, οἱ συνθῆκες τῆς δυτικῆς ζωῆς. Καί αὐτός ὁ ἐσωτερικός διωγμός, κατά ἕνα τρόπο, πιστεύω ὅτι δέν εἶναι καθόλου εὔκολος.

 
Ἐπανελθών στήν Ρουμανία, σᾶς ὁμολογῶ ὅτι ἐπανέζησα τήν ὀρθόδοξη ἐμπειρία τοῦ 1978, ὅταν ἤμουν στήν Ἑλλάδα. Τότε γιά πρώτη φορά, εὑρέθηκα πολύ καιρό σέ μία ὀρθόδοξη χώρα. Τώρα ζῶ ἕνα αἴσθημα πολύ πιό βαθύ, πού ἀκόμη καί τά ὀστᾶ μου αἰσθάνονται ὅτι εὑρίσκονται στό χῶμα τῆς πατρίδος μου, μιᾶς ὀρθοδόξου χώρας.
Αἰσθάνομαι ἐνσωματωμένος στό σῶμα τοῦ λαοῦ μας καί ἡ γλῶσσα μας ἐπανέρχεται γρήγορα στό μυαλό μου, παρότι δέν τήν γνωρίζω πολύ καλά. Τώρα δέν ἔχω πλέον τόν φόβο γιά νά κάνω τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ὅταν περνῶ δίπλα ἀπό μία ἐκκλησία ἤ ὅταν ἀκούω τίς καμπάνες.

Ἤθελα ν᾿ ἀναφερθῶ στήν συνέχεια, στό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ὁ ὁποῖος προετοίμαζε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, ὅταν ὡμιλοῦσε στόν ἐκλεκτό λαό τοῦ Θεοῦ, στόν Ἰσραήλ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καί ἐμεῖς, ἡ Ὀρθοδοξία, εἴμεθα ὁ νέος Ἰσραήλ τῆς Καινῆς Διαθήκης, διότι καί τώρα, μετά ἀπό 2000 χρόνια, εἴμεθα πολύ περισσότερο σέ μιά πολύ παρόμοια θέσι μέ ἐκείνη τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἄρχισε τό προφητικό του ἔργο διά τῆς κλήσεως στήν μετάνοια, λέγοντας: «Καί μή δόξητε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, πατέρα ἔχομεν τόν Ἀβραάμ· λέγω γάρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ Θεός ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ»(Ματ.3,9). Σᾶς λέγω ὅλα αὐτά, ἐπειδή ἤμουν καί ἐγώ μία «πέτρα».
Καί ἐνίοτε ἐρωτῶ τόν ἑαυτό μου, δέν θά ἦτο καλλίτερα νά ἤμουν ἀκόμη μία πέτρα; Γι᾿ αὐτό καί ὁμολογῶ τήν πλάνη μου, ὅτι ἦτο πράγματι πλάνη, διότι δέν ἤθελα νά πάρω τήν εὐθεῖα ὁδό. Καί ὅμως, μερικές φορές, ἔχω τήν ἐντύπωσι ὅτι ὅλα ἦσαν στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ διότι, ὄντας τότε σάν τήν πέτρα, νά καταλάβω ἀργότερα, καλλίτερα, μέ τόν ἀντίθετο τρόπο, ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή ζωή.
Εἶδα πολλές φορές ὅτι αὐτό τό ὁποῖο προσελκύει στήν Ὀρθοδοξία ἀπό ἔξω (ὅπως περίπου ἔκανα κι ἐγώ) εἶναι ὅτι ἀπό τό ἕνα μέρος ὁλοκληρώνονται οἱ δυσκολίες, ἐκεῖ ὅπου ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά τίς κάνουμε εὐκολώτερες, διότι ἔχουμε τήν Ὀρθοδοξία στό αἷμα μας, ἀπό τούς προγόνους μας· ἀπό τό ἄλλο μέρος, ὁ προσήλυτος ἔχει, σάν ἀντάμειψι, μία ζωντανή ἀντίληψι τό τί σημαίνει Ὀρθοδοξία, ἀκριβῶς μέ τό γεγονός ὅτι ἐπέρασε μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν κατάστασι τῆς «πέτρας» καί συνεπῶς, οὐσιαστικά, πολλές φορές καταλαβαίνει αὐτό τό βάθος, παρά ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι, μή γνωρίζοντας τί σημαίνει νά μή τό ἔχης, συμπεριφερόμεθα κἄπως ἐπιπόλαια.
Ἐάν, συγχωρέστε με, σᾶς εἰπῶ ὅτι αὐτή ἦτο ἡ στενοχώρια μου, ὅταν συναντήθηκα πάλι τά τελευταῖα χρόνια μέ τόν Κρεάνγκα, μέ τόν Κοσμπούκ καί ἄλλες προσωπικότητες τῆς λογοτεχνίας μας, τούς ὁποίους ἐγνώριζα ἀπό τήν παιδική μου ἡλικία, ἀλλά ἐπί 20 καί πλέον χρόνια δέν εἶχα ἀκούσει τίποτε γι᾿ αὐτούς, μέχρις ὅτου ὁ πατέρας μου ἄρχισε νά μοῦ στέλλει βιβλία ἐκεῖ, τά ὁποῖα ἐδιάβαζα συχνά καί κατάλαβα μέ πόση ἐπιπολαιότητα ἐπήραμε ἐμεῖς πολλές φορές τήν ὀρθόδοξη ζωή.
Θέλω νά κλείσω τό θέμα αὐτό ὡς ἑξῆς: Ὅτι δέν εἶναι ἀναγκαῖο νά εἶναι ὁπωσδήποτε «πέτρα» ὁ ἄνθρωπος, διότι ἔτσι ἡ Κυρία Θεοτόκος θά εἶναι ἡ μικρότερη μεταξύ τῶν ἁγίων.
Διότι αὐτή, ὅπως λέγη ὁ ποιητής Μιχαήλ Ἐμινέσκου, ἦτο σάν τήν σελήνη ἀνάμεσα στ᾿ ἀστέρια, ἀνάμεσα στούς ἁγίους, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἐγνώρισε τήν ἁμαρτία. Καί τί εἶναι ἁμαρτία; Θά σᾶς ἀπαντήσω ἀπό τήν θλιβερά μου ἐμπειρία: Εἶναι ἕνα τίποτε, εἶναι ὁ θάνατος.
Ἔχει μία φαινομενική ἀπόλαυσι τῆς ζωῆς, τῆς ἡδονῆς, τῆς κοσμικῆς σοφίας, τά ὁποῖα τελικά εἶναι ἕνα ψέμμα! Μπορεῖ νά ἀποφεύγη κάποιος τήν ὁδό τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά μόνο διά τῆς πολλῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχή εἶναι λόγος· ὁ λόγος εἶναι ἐνέργεια, διά τῆς ὁποίας ὁ Θεός ἔκαμε τά ἔργα του, τόν οὐρανό καί τήν γῆ.
Ὁ λόγος εἶναι μέγα μυστήριο καί ὁ Γέροντάς μου π. Σωφρόνιος ἔλεγε ὅτι «ἔχει μεταφυσικές ρίζες». Σέ βαθύτερη ἔννοια, ὁ λόγος δέν εἶναι μόνο πληροφορία, ἀλλά πρωτίστως κοινωνία. Πῶς ἠμποροῦμε νά ἐπαναλαμβάνουμε τά ἴδια λόγια τῆς Θείας Λειτουργίας (μερικοί ἱερεῖς λειτουργοῦν καθημερινά) χωρίς νά νοιώθουμε πλῆξι, ὅπως μᾶς κατηγοροῦν μερικοί πού λέγουν ὅτι βλέπουν ἕνα εἶδος θεάτρου κάθε ἡμέρα;
Ἐπειδή ἡ Λειτουργία εἶναι ζωντανός λόγος, καί ὄχι θέαμα. Καί ὁ λόγος ἀναγεννᾶ καί ὁ πιστός πού συμμετέχει ἀναγεννᾶται. Εἶναι ζωντανός λόγος, ἐπειδή εἶναι θεία ἐνέργεια. Ἀκόμη καί στό ἐπίπεδο τοῦ κάθε ἀνθρώπου ὑπάρχει ἡ ἐνέργεια τῆς κοινωνίας.
Γιά παράδειγμα, σᾶς ὑπενθυμίζω αὐτό πού εἶπα παραπάνω γιά τούς δύο πού ἀγαπιοῦνται μεταξύ τους καί λέγουν ὁ ἕνας στόν ἄλλον: «Σ᾿ ἀγαπῶ». Θά ἠμποροῦσε ὁ ἕνας ν᾿ ἀπαντήση: «Τό ξέρω, μοῦ τό εἶπες πάνω ἀπό 20 φορές»! Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι πληροφορία, εἶναι κοινωνία. Τοῦ ἀρέσει νά ἀκούη τόν λόγο αὐτόν. Ἀνανεώνεται δι᾿ αὐτοῦ τοῦ ἀγαπητικοῦ λόγου ἡ φιλία καί ἡ ἀμοιβαία προσέγγισίς τους.
Ὁ λόγος ὅμως αὐξάνει πολύ περισσότερο στήν προσευχή, ὅταν ἀπευθυνώμεθα στόν Κύριο μέ τό «Ἐσύ». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία ἀπαράμιλλη καλλιέργεια κοινωνίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου μέσα στήν ἱστορία, ὅπου μᾶς δόθηκε ὁ λόγος τῆς κοινωνίας μέ τόν Ἴδιο τόν Ἄναρχο Χριστό, τόν ταπεινό, ὁ Ὁποῖος κατέρχεται στόν νοῦ μας γιά νά ὑψωθῆ ὁ νοῦς μας στόν ἰδικό Του ἄναρχο νοῦ.
Ἡ προσευχή εἶναι κοινωνικός λόγος στόν ὁποῖο πρέπει νά στεκώμεθα μέ πολλή προσοχή. «Πρόσχωμεν, Σοφία πρόσχωμεν», ὅπως λέγωμεν στήν θεία Λειτουργία. Εἶναι λόγος τόν ὁποῖον δέν πρέπει νά τόν χάνουμε. Ὅταν εἴμεθα στήν Ἐκκλησία, στήν Ἀκολουθία, ἤ ὅταν διαβάζουμε τίς πρωϊνές προσευχές, πρέπει νά εἴμεθα προσεκτικοί γιά νά μή γίνεται ἡ προσευχή ἕνας τύπος. Διότι κάθε λόγος τῶν Ἀκολουθιῶν καί τῶν προσευχῶν εἶναι καί ἕνα ἀνεκτίμητο μαργαριτάρι, πού ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ δέν τό ἔχουν.
Διά τοῦ λόγου τῆς προσευχῆς μας νά καλοῦμε τόν Θεό καί στίς πιό συνειθισμένες στιγμές τῆς ζωῆς μας, ἐπειδή, πρῶτον, θά ἔλεγα, ἔτσι, ἁγιάζουμε τόν χρόνο, ἁγιάζουμε ἐκείνη τήν στιγμή πού προσευχόμεθα, ἁγιάζουμε τά καθημερινά μας ἔργα καί, δεύτερον, κάθε στιγμή, κάθε θέμα γίνεται μία ἀφορμή προσευχῆς.
Ἔτσι ἀκριβῶς εὑρίσκουμε καί στά ἐκκλησιαστικά μας βιβλία (Εὐχολόγιο) προσευχές γιά εὐλογία ὅλων τῶν στιγμῶν καί τῶν ἀπασχολήσεων τοῦ ἀνθρώπου: Εὐλογοῦμε, ἐπί παραδείγματι, τό χωράφι, προσευχόμεθα γιά τήν ξηρασία, γιά τήν ἐγκατάστασι σέ νέο σπίτι, γιά τό ταξίδι, γιά τίς διάφορες ἀσθένειες κλπ. Ἀλλά ἐπί πλέον σᾶς λέγω ὅτι ἡ ξηρασία καί ἡ σπορά καί ἡ ἀσθένεια καί τά ταξίδια εἶναι μία καλή εὐκαιρία νά σκεφθοῦμε καί τόν Θεό. Τελικά ὅλα αὐτά τοῦ ἀνθρώπου τά προβλήματα περνοῦν, παραμένει ὅμως ἡ χάρις τῆς προσευχῆς.

Κλείνω μέ τόν λόγο τοῦ Σωτῆρος πού λέγει καί σέ μένα: «Πορεύου καί σύ καί ποίει ὁμοίως..» (Λουκ.10,37).

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.comI

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Who really was Mary Magdalene?

πηγή : Mystagogy


By Michael Houli, Professor of Theology

She belonged among the circle of women who followed Christ and His disciples, helping in many ways their salvific mission.

Luke the Evangelist preserves the information that many of those female disciples of the Lord maintained financially His great missionary work and contributed to its maintenance, travel, and the housing of those gathered with Jesus (Luke 8:3).1

This Mary was from Magdala, a coastal city of Galilee. This is why she is called Magdalene. The label of her origin informs us on the one hand to not confuse her with the other Mary's that followed Jesus, and it also informs us that she did not have a husband, since some of them are remembered by their husband's name (e.g. Mary of Cleopa).

A. In the West, Mary Magdalene is identified with the repentant prostitute of the Gospel who anointed the feet of Jesus with expensive myrrh and wiped them with her hair (Luke 7:36-50 & Matt. 26:6-16), in the house of Simon the pharisee.

B. In modern times, Mary Magdalene is the star of imaginary films and unhistorical novels that associate her with the sex life of Jesus, presenting her as very young and challenging.7

C. In The DaVinci Code the following alleged "truths" are presented: a) how Christ and Mary Magdalene were not only married, but they even bore children, b) that this "truth" was hidden from the Gospels, later on by Constantine the Great, c) that these "truths" of Dan Brown are preserved in the "Gnostic Gospels" and in the Dead Sea Scrolls.

What does all this mean historically and theologically? Nothing at all!

A. The misunderstanding that Mary Magdalene was a prostitute emerged because some Gospel incidents were connected to her though they involved different people, as clearly shown in the Gospels: It is a fact that this not only happened with the aforementioned repentant prostitute, but also Mary the sister of Lazarus, who after his resurrection by Jesus, had such great joy that she felt great gratitude and anointed the feet of Jesus with myrrh (Jn. 12:1-11). These two Marys of the New Testament were mistaken to be the same person of Mary Magdalene, because: a) from the latter Christ expelled "seven demons" (which is falsely considered to have come from fornication, though Holy Scripture and the Fathers of the Church explain these are the passions of the soul opposed to the Spirit of God), b) as a myrrhbearer Mary Magdalene also fell at the feet of Jesus immediately following the Resurrection of Jesus, c) because she anointed with the other Myrrhbearers the lifeless body of Jesus, thus identifying her with the anonymous prostitute who anointed the head and feet of Jesus, d) her public celebration by the Western Church for the first time was on May 4th, which was the translation of the holy relics of Saint Lazarus from Cyprus and Saint Mary Magdalene from Ephesus, resulting in the West associating Mary Magdalene with Mary the sister of Lazarus.(1,2,5,6)

B. How young was Mary Magdalene in actuality in the time of Jesus to assume that she was possessed by erotic feelings for Him? Although the Gospels do not mention something about her age, expert researchers have concluded she was around 50-60 years old, since the women were mothers of the disciples of Christ, who themselves must have been around 30-35 years old at least. Therefore, Mary Magdalene was a mature and wise disciple of the Lord, who only out of piety and beneficense, and the fact that the Lord was a Divine Teacher, remained beside Him and dedicated herself to the service of His work, together with the other female disciples.7

C. Did Christ have a family with Mary Magdalene? Let us intitially point out that no contemporary source of Jesus, biblical or non-biblical, offers any clear and detailed proof for the case that He was married. If this happened, there is no reason for this to be concealed by the Evangelists and the Apostle Paul, because not even the high priest was forbidden to marry, nor the other priests, prophets or teachers. Even Peter had a family, as well as the other apostles. Moreover, just before the God-man gave up His spirit, He assigned the care of His mother to St. John the Evangelist. According to the laws of the time, her protection should have been under Mary Magdalene, if He was indeed married. Also, in various passages of the New Testament members of the family of Jesus are referred to (His mother and father, His brothers, His sisters), but nowhere is a wife mentioned, let alone there is no reference to His widowhood. Finally, Christ is preached as the ideal of Christian living, a willful and heartfelt asceticism (without it being physically reduced by marriage). In explaining the entrance into the Kingdom of Heaven, He leads to the conclusion that He was not married (Matt. 19:10-12). Something also very important: Christ on earth was the incarnate God. His short mission was not to marry and have a family, but out of His love for all and through his Cross to save the entire world.

Were the truths described and taught in the Gospels an invention of Constantine the Great? Of course not! In the time of Constantine the Great the Church knew what it taught in regards to the Holy Trinity, the person of and divine-human nature of Christ, etc. And millions of believers had already died and were tortured in the amphitheaters and Roman arenas, because they believed Christ to be God.

And now we will ascertain what kind of "truth" is taught in the Dead Sea Scrolls and the Gnostic Gospels, according to Dan Brown. Do they reverse the authentic truths of the Gospel? Clearly not! The Dead Sea Scrolls contain nothing Christian, but only parts of the Old Testament and other fragmentary texts without reference to Christ, let alone the supposed "holy grail". The Gnostic "Gospels" (of Thomas, Philip, Mary, the Egyptians, of Truth) are dated from the 3rd century onward, were not authored by the apostles (though they borrowed their names to confer prestige on their writings), and are full of fantastic stories about the people of God and of Christ, which seek to falsify the New Testament and distort its meaning.4

But who really was Mary Magdalene?

While every flower is nourished by the earth and the sun, Mary Magdalene, as a living flower of the spirit, was worthy to be graced and sanctified by the very source of life, the God-man Jesus.8 She was worthy also to be the first to greet the Risen Christ, and then honored by the Lord to be the apostle to the apostles, a preacher to His disciples, an evangelist to the Evangelists. That is, she was the first to proclaim to the circle of His disciples His life-giving Resurrection from the tomb (John Chrysostom, On the Gospel of John). But this was granted according to divine economy. Because, as the sorrow of the world came from a woman (Eve), from a woman (the Panagia) the same Son of God was made man, and from a woman again (Mary Magdalene) the triumphant and liberating message of the Resurrection was proclaimed (see Kontakion for the Sunday of the Myrrhbearers, Tone 2).6

The Orthodox Church inherited a completely different tradition about the life and times of Mary Magdalene. She was a lifelong virgin. The purity of her soul was as a pure crystal (Archbishop Modestus of Jerusalem, On the Myrrhbearers, in the Library of Photios, archbishop of Constantinople and P.G. 104, 244). The Fathers of the Church, beginning from John Chrysostom, deeply honored her (this applies both to the Orthodox and Roman Catholic Churches), and they state that she traveled to Rome, confessed the divinity of Christ before Emperor Tiberius, returned to Palestine, accompanied the Theotokos until her Dormition, worked together with the Apostle Peter, was exiled and preached the Gospel in Marseille, acted as an apostle in Egypt, Syria and Phoenicia and came to Ephesus, together with the Theologian and Evangelist John, where she reposed. From there her incorrupt relic was transferred to Constantinople, in 890, by Emperor Leo the Wise.2

In the Monastery of Simonopetra on Mount Athos her incorrupt hand is kept, which for centuries has been preserved in its natural state, with elasticity and the temperature of a live human body. Our Church honors her as an Equal-to-the-Apostles and a Myrrhbearer, and her memory is celebrated on July 22 and May 4, the day of the translation of her relic. She is also co-celebrated with the other Myrrhbearing Holy Women on the Third Sunday after Pascha, the Sunday of the Myrrhbearers.

References:

1. Wikipedia, 'Mary Magdalene'

2. Θεόδωρου Ρηγινιώτη, "Τα απόκρυφα ευαγγέλια και ο σχηματισμός της Κ.Δ.", Εκδ. Πύρρα

3. Μιχαήλ Χούλη, «Ιησούς, ο Χριστός», Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, εκδ. Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, 2006

4. Μιχαήλ Χούλη, ‘Η αλήθεια για τον Κώδικα ντα Βίντσι’, περιοδικό Διάλογος, τ. 42, Αθ. 2005

5. antiairetikos.blogspot.com/2008/04/blog-post_29.html, ‘Μαρία η Μαγδαληνή: Μια παρεξηγημένη αγία’

6. www.impantokratoros.gr/C92EE7A9.el.aspx ‘Βίος της Αγίας ενδόξου Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής’

7. aktines.blogspot.com/2010/04/blog-post_8541.html Στέργιος Σάκκος, 'Μαρία Μαγδαληνή, Τό ἀληθινό της πρόσωπο’

8.  Γιώργη Κρόκου, ‘Το ημερολόγιο της αιωνιότητας’, Αθ. 1992

Source: Translated by John Sanidopoulos