Ι.Μ.Δημητριάδος - Τριήμερο Σεμινάριο Πνευματικών
Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015
Η Γιορτή και οι ανέορτοι- Χρῆστος Γιανναρᾶς
Eυχαρίστηση είναι για όλους μας η αργία, η σχόλη, το διάλειμμα στον εργασιακό μόχθο. Eίναι το οικογενειακό τραπέζι, η φιλική συντροφιά, τα παραδοσιακά εδέσματα, οι ευχές και τα δώρα που ανταλλάσσουμε.
Γιορτή είναι το πανηγύρι της χαράς, όταν κάτι αλλάζει ευφρόσυνα τη ζωή μας: Oταν μας χαριστεί ο έρωτας, όταν γεννηθεί ένα παιδί, όταν μια σημαντική επιτυχία μεταμορφώνει την καθημερινότητά μας.
Aλλο η εκκλησιαστική γιορτή, άλλο η θρησκευτική υποχρέωση. Στη θρησκευτική υποχρέωση η μετοχή είναι αναγκαστή συνέπεια «πεποιθήσεων» και οι «πεποιθήσεις» ατομική επιλογή ή εθισμός συμβατικά συντηρημένος. Iσως η μετοχή να λογαριάζεται και σαν αξιόμισθη πράξη, επένδυση που εξασφαλίζει προνομιακή μεταχείριση τού εγώ μας από τον (εμπειρικά άγνωστο) «υπερβατικό» παράγοντα. Oσο ζούμε, αλλά και στο αινιγματικό «μετά».
Aλλο η Eκκλησία, άλλο η θρησκεία – δυο αντίθετα, ασύμπτωτα, ασυμβίβαστα δεδομένα, το καθένα προϋποθέτει ριζική και συνεπή άρνηση του άλλου. H θρησκεία είναι ατομοκεντρικό, εγωτικής ιδιοτέλειας γεγονός, προϋποθέτει ατομικές πεποιθήσεις, ατομικές ηθικές επιδόσεις, ατομική συνεύρεση σε συλλογική λατρεία. H Eκκλησία είναι «κοινόν άθλημα» σχέσεων κοινωνίας: όπου η σχέση γίνεται εφαλτήριο ελευθερίας από το εγώ και η ύπαρξη ερωτική αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά.
Tα Xριστούγεννα στην Eλλάδα σήμερα είναι (τουλάχιστο κατά τα φαινόμενα) θεσμοποιημένη αφορμή ευχαρίστησης και καθόλου (στο ορατό πεδίο) χαρά γιορτής. Για να λειτουργήσει «γιορτή» προαπαιτείται κοινότητα – επιβίωση ιστορική της πόλεως ή, αργότερα, της ενορίας: συνύπαρξη οργανωμένη με άξονα το «ιερό», δηλαδή την πραγμάτωση του «κατ’ αλήθειαν» βίου. Mε την «αλήθεια» να είναι οι «κατά λόγον» (λογική κοσμιότητα) σχέσεις ή, μετά, οι σχέσεις αγαπητικής αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς.
H μάζα δεν μπορεί να γιορτάσει, λογαριάζει για γιορτή την ευχαρίστηση, την τέρψη, την ευωχία. Γι’ αυτό και ο άξονας της «γιορτής» έχει μετατεθεί από την πόλιν – κοινότητα – ενορία στην εμπορική αγορά. Για να (δήθεν) γιορτάσουμε, πρέπει να ευχαριστηθούμε: φαγητό, δώρα, ευφραντικά νηπιώδη μουσουργήματα, φανταχτερό διάκοσμο, εντυπωσιακές φιοριτούρες.
Δεν φταίει η μεγαλούπολη, άλλαξαν οι ανάγκες – οι άλλες ανάγκες γέννησαν τη μεγαλούπολη και εξαφάνισαν την κοινότητα. H κοινότητα προϋπέθετε το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας της ζωής, οι καινούργιες ανάγκες απαιτούσαν την ατομική κατασφάλιση. Kαι προϋπόθεση της ισόποσης κατασφάλισης όλων είναι το απρόσωπο «δικαίωμα», η «σύμβαση» που τους λογαριάζει όλους ουδέτερες, αδιαφοροποίητες μονάδες ομοειδούς συνόλου – η προσωπική μοναδικότητα εξαλλάσσεται σε νούμερο Δελτίου Tαυτότητας και Φορολογικού Mητρώου.
Tον πρωτεύοντα ρόλο για τη μαζοποίηση της συνύπαρξης και της ύπαρξής μας στην Eλλάδα δεν τον έπαιξε η εξουσία, το κράτος. Tον έπαιξε και τον παίζει η «Eκκλησία»: Oι επίσκοποι και πρεσβύτεροι, που σωστά ονομάζονται «πατέρες», αφού «γεννάνε» σε τρόπο ύπαρξης τα μέλη του σώματος της Eκκλησίας, δεν τα κοπαδιάζουν σε ιδεολογικό μαντρί ή σε ηθικοπλαστικό ίδρυμα. Δυο αιώνες τώρα, οι μπροστάρηδες της Eκκλησίας στην Eλλάδα ανέχονται, σαν το φυσικότερο των πραγμάτων, να χαρακτηρίζεται η Eκκλησία στο Σύνταγμα του κράτους ως «η επικρατούσα εν Eλλάδι θρησκεία» (Aρθρο 3, § 1) και τα παιδιά στο σχολείο να διδάσκονται «θρησκευτικά» – όχι την πρόταση «νοήματος» της ύπαρξης και συνύπαρξης που γέννησε την Aγια-Σοφιά, την Eικόνα, την ιλιγγιώδη ποίηση της εκκλησιαστικής δραματουργίας.
Kαμιά υποψία για τη ριζική διαφορά της Eκκλησίας από τη θρησκεία, του νοησιαρχικού – ηθικιστικού – ψυχολογικού ατομοκεντρισμού της θρησκευτικότητας από το άθλημα των σχέσεων της εκκλησιαστικής κοινωνίας, τη ζωή ως ελευθερία κατορθούμενης αγάπης. H συντριπτική πλειονότητα των επισκόπων έχουν αφομοιώσει σαν αυτονόητη μια παιδαριώδη θρησκειοποιημένη εκδοχή του εκκλησιαστικού γεγονότος: το μαρτυρούν τα κηρύγματά τους, τα κείμενα των εγκυκλίων και των εόρτιων μηνυμάτων τους, η μικρονοϊκή θρησκοληψία των εντύπων που καμαρώνοντας εκδίδουν ή των ραδιοφωνικών τους σταθμών.
Διερωτάται κανείς: Aυτοί οι άνθρωποι έχουν ταχθεί να διακονούν μια πρόταση ζωής, που τα πρότυπά της δεν είναι οι καθωσπρέπει «δίκαιοι» της ευσεβίστικης αυτάρκειας αλλά οι χοντρά αμαρτωλοί της αγαπητικής παλαβωμάρας – ο ληστής, η πόρνη, ο άσωτος. Oι εκπρόσωποι λοιπόν αυτής της πρότασης δεν έχουν, ούτε είχαν ποτέ, προσωπικά υπαρξιακά κενά, βασανιστικά ερωτήματα, δίψα για εμπειρικές, όχι νοητικές και ψυχολογικές απλώς βεβαιότητες; Tι απάντηση δίνουν στον εαυτό τους: τα κονσερβαρισμένα στερεότυπα που ρητορεύουν στους άμβωνες; Γιατί ο Θεός έγινε άνθρωπος, η Aυτοαιτία αιτιατό, για ηθικοπλαστικές σκοπιμότητες το έκανε; Kαι γιατί η ελευθερία του Θεού από τη θεότητά του ελευθερώνει τον άνθρωπο από τον θάνατο, είναι αρλούμπα ή οντολογικός ρεαλισμός ότι ο θάνατος «πατείται θανάτω»;
Aν σήμερα πια δεν γιορτάζουμε Xριστούγεννα αλλά ψιλοευχαριστιόμαστε αργία. Aν «επικρατούσα εν Eλλάδι θρησκεία» είναι ο ευδαιμονιστικός μηδενισμός και καταναλωτισμός. Aν δεν κατορθώθηκε να σωθεί η ενοριακή εκκλησιαστική κοινότητα από το τσουνάμι της εκούσιας αποθήκευσης των ανθρώπων σε τερατουπόλεις. Aν η ενορία στην Eλλάδα σήμερα λογαριάζεται θεσμός ανάλογος με τα υποκαταστήματα του IKA (για την «εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών του λαού») – για όλα αυτά η κυρίως αιτία είναι μία: Oτι οι επίσκοποι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, είναι «αρχιερείς» θρησκείας, όχι πατέρες σώματος επισκοπικού – πουλάνε θρησκεία, ατομοκεντρική «σωτηρία», χρηστική ωφελιμότητα «κοινωνικού έργου».
H επιθανάτια παρακμή της ελληνικής κοινωνίας σήμερα ψηλαφείται σε όλα τα πληθυσμικά στρώματα και σε όλες τις ηγέτιδες τάξεις. Oι εκτιμήσεις ίσως διαφοροποιούνται. Oμόφωνη μοιάζει μόνο η παραδοχή για το δραματικά χαμηλό επίπεδο των επισκόπων. Oι τρεις τελευταίοι αρχιεπίσκοποι αμάρτησαν «κατά συρροήν» στο θέμα αυτό, επέβαλαν κριτήρια εξωφρενικής ανεπάρκειας για το αξίωμα: Xάρη στα τυπικά τους και μόνο προσόντα, χωρίς άλλη κρίση και αξιολόγηση, όσοι πετυχαίνουν κατάλληλες «διασυνδέσεις» στο παρασκήνιο, άσχετα με την κατάρτισή τους, την κοινωνική τους καλλιέργεια, τον δείχτη νοημοσύνης τους, βρίσκονται ξαφνικά σε θρόνο, με στολή και διάσημα αυτοκρατορικά, σε μέγαρο επισκοπικό, με λιμουζίνα και οδηγό, οσφυοκάμπτες αυλικούς και να διαχειρίζονται κονδύλια όχι ευκαταφρόνητα.
Eυτυχώς η βίωση της Γιορτής ορίστηκε ευαγγελικά ως εύρεση του «καλού μαργαρίτη». Kαι συνωδά η εντολή: «άφετε τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς».
πηγή : Αμέθυστος
ΠΗΓΗ:http://www.yannaras.gr/
Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015
Ηδονικοί λογισμοί...
Tου Άγίου Πατρός ημών Διαδόχου Φωτικής
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
83. Η καρδιά παράγει και από τον εαυτό της λογισμούς καλούς και κακούς· δεν καρποφορεί όμως εκ φύσεως τούς μη καλούς, αλλά σαν να έχει στην έξη της τη μνήμη του μη καλού, εξαιτίας της εξαπατήσεως των πρωτοπλάστων. Όμως οι περισσότεροι κακοί λογισμοί δημιουργούνται στην καρδιά από την κακία των δαιμόνων. Πάντως εμείς τους αισθανόμαστε σαν να προέρχονται από αυτή. Και από αυτό νόμισαν μερικοί ότι μέσα στο νου, μαζί με την χάρη είναι και η αμαρτία. Και γι' αυτό λένε ότι ο Κύριος είπε: «Όσα βγαίνουν από το στόμα, βγαίνουν από την καρδιά κι αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπο· γιατί από την καρδιά βγαίνουν πονηροί διαλογισμοί, μοιχείες κτλ.»(Ματθ. 15, 18-19). Και δεν γνωρίζουν αυτοί ότι ο νους, επειδή έχει την ενέργεια μιάς πολύ λεπτής αισθήσεως, ιδιοποιείται μέσω της σάρκας τούς λογισμούς που του υποβάλλουν τα πονηρά πνεύματα. Γιατί η χαλαρότητα του σώματος δημιουργεί λογισμούς στην ψυχή λόγω της συνδέσεώς της με αυτό, με τρόπο που δεν γνωρίζομε· επειδή η σάρκα αρέσει υπέρμετρα να κολακεύεται από την απάτη των δαιμόνων. Γι' αυτό και οι κακοί λογισμοί που σπέρνονται στην ψυχή από τους δαίμονες φαίνονται σαν να βγαίνουν από την καρδιά. Αυτούς όμως τους λογισμούς τους κάνομε πράγματι δικούς μας όταν νιώθομε ευχαρίστηση γι' αυτούς, και αυτό είναι που κατηγορεί ο Κύριος με τα παραπάνω θεία λόγια. Γιατί εκείνος που ευχαριστείται με τους λογισμούς που του υπαγορεύει η πονηρία του σατανά και γράφει κατά κάποιο τρόπο την ενθύμησή τους στην καρδιά του, είναι φανερό ότι στο εξής τούς καρποφορεί από τη δική του σκέψη.
πηγή :Ομολογία Πίστεως
Πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης,
εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 310-325
Αρετή με διάκριση...
Εάν θέλεις να δώσεις κάτι σε αυτόν που έχει ανάγκη, δώσε το με όμορφο πρόσωπο, και με λόγια καλά να παρηγορείς την θλίψη του. Kαι αν πράξεις έτσι, νικάει η ομορφιά του προσώπου σου, αυτό που δίνεις, στην καρδία του, περισσότερο την ανάγκη του σώματος του, την ημέρα που θα ανοίξεις το στόμα σου να κατηγορήσεις κάποιον, θεώρησε τον εαυτό σου νεκρό εκείνη την ημέρα, και όλα σου τα έργα μάταια, και αν ακόμη σου φαίνεται, ότι ειλικρινά και προς οικοδομή σε παρακίνησε ο λογισμός σου να μιλήσεις, γιατί ποια η ανάγκη να καταστρέψει κάποιος το σπίτι του, και να διορθώσει το σπίτι του φίλου του;
Την ημέρα που θα λυπηθείς για κάποιον άνθρωπο, ο οποίος ασθενεί ψυχικά ή σωματικά, εκείνη την ημέρα θεώρησε τον εαυτό σου μάρτυρα, και ότι έπαθες για τον Χριστό, και αξιώθηκες την ομολογία Του.
Καθότι και ο Χριστός για τους αμαρτωλούς πέθανε και όχι για τους δίκαιους. Σκέψου πόσο μεγάλη είναι αυτή αρετή, στ’ αλήθεια μεγάλη αρετή είναι να λυπάται κάποιος για τους κακούς, και να ευεργετεί τους αμαρτωλούς περισσότερο παρά τους δίκαιους· αυτό ο απόστολος Παύλος το αναφέρει ως άξιο θαυμασμού, εάν σε όλα σου τα έργα μπορέσεις να έχεις την συνείδησή σου καθαρή, μην φροντίσεις να εκτελέσεις άλλη αρετή.
Σε όλα σου τα έργα ας προηγηθεί η σωφροσύνη του σώματος σου και η καθαρότητα της συνείδησής σου, διότι χωρίς αυτά τα δύο κάθε άλλη αρετή θεωρείται μάταια για τον Θεό.
Να γνωρίζεις ότι κάθε έργο που κάνεις χωρίς σκέψη και εξέταση υπάρχει μάταιο, καθώς ο Θεός υπολογίζει την αρετή με την διάκριση και όχι με την αδιάκριτη ενέργεια.
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
πηγή : εν αιθρία
Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015
Το αληθινό φώς
Tου Άγίου Πατρός ημών Διαδόχου Φωτικής
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
80. Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το πρόσωπο της χάρης και το πρόσωπο της αμαρτίας βρίσκονται μαζί στις καρδιές των πιστών, θέλουν να στηρίξουν την υπόνοιά τους αυτή στο λόγο του ευαγγελιστή Ιωάννη: «Και το φως φέγγει μέσα στο σκοτάδι, και το σκοτάδι δεν κατέλαβε το φως»(Ιω. 1, 5). Λένε λοιπόν ότι η θεία λαμπρότητα δεν μολύνεται διόλου από την συνύπαρξη με τον πονηρό, όσο και αν το θείο φως πλησιάζει μέσα στην ψυχή το σκοτάδι του δαίμονα. Αλλά απ' αυτό το ίδιο ευαγγελικό ρητό, ελέγχονται ότι βρίσκονται έξω από την αληθινή έννοια των Γραφών. Επειδή ο Λόγος του Θεού, το αληθινό φως, ευδόκησε να φανεί στον κόσμο με σάρκα και από απέραντη φιλανθρωπία άναψε μέσα μας το φως της αγίας γνώσεως, το φρόνημα όμως του κόσμου δεν εννόησε τη βουλή του Θεού —γιατί το φρόνημα της σάρκας είναι έχθρα προς το Θεό(Ρωμ. 8, 7). Γι' αυτό ακριβώς ο Θεολόγος έκανε αυτή τη διατύπωση. Και μετά από μερικά, ο θεσπέσιος προσθέτει: «Ήταν το φως το αληθινό, που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο», αντί να πει ότι οδηγεί και ζωοποιεί. «Ήταν μέσα στον κόσμο και ο κόσμος έγινε μέσω Αυτού, και όμως ο κόσμος δεν τον γνώρισε. Ήρθε στους δικούς Του και αυτοί δεν τον δέχτηκαν. Όσοι όμως τον δέχτηκαν, τους έδωσε την εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού, όσοι πιστεύουν στο όνομά Του»(Ιω. 1, 9-12). Και ο σοφότατος Παύλος, ερμηνεύοντας το «δεν κατέλαβε»(Ιω. 1, 5), λέει: «Δεν λέω ότι ήδη το έλαβα ή ότι έχω ήδη γίνει τέλειος· αλλά αγωνίζομαι να καταλάβω επειδή με κατέλαβε ο Ιησούς Χριστός»(Φιλιπ. 3, 12). Ώστε ο Ευαγγελιστής δεν λέει ότι ο σατανάς δεν «κατέλαβε» το αληθινό φως, γιατί εξαρχής το φως τούτο ήταν ξένο στον σατανά, επειδή δεν φωτίζει σ' αυτόν. Αλλά εννοεί τους ανθρώπους εκείνους που ενώ ακούν τις δυνάμεις και τα θαυμάσια του Υιού του Θεού, δεν θέλουν ωστόσο να προσεγγίσουν λόγω της σκοτισμένης καρδιάς τους στο φως της γνώσεώς Του, και με το λόγο του τους ντροπιάζει όπως τους αξίζει.
πηγή :Ομολογία Πίστεως
Πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης,
εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 310-325
Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015
Η προσωπογραφία
Tου Άγίου Πατρός ημών Διαδόχου Φωτικής
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
89. Δύο καλά μας προμηθεύει η θεία χάρη με το Βάπτισμα, από τα οποία το ένα είναι απείρως ανώτερο από το άλλο. Το ένα το χαρίζει αμέσως: μας ανακαινίζει με το νερό του Βαπτίσματος και λαμπρύνει όλες τις γραμμές της ψυχής, δηλαδή την «εικόνα» του Θεού μέσα μας, και μας καθαρίζει από κάθε κηλίδα της αμαρτίας. Το δεύτερο αγαθό —το «καθ' ομοίωσιν»— η χάρη περιμένει να το πραγματοποιήσει μαζί μας. Όταν λοιπόν αρχίσει ο νους με πολλή αίσθηση να γεύεται την αγαθότητα του Αγίου Πνεύματος, τότε πρέπει να γνωρίζομε ότι η χάρη άρχισε να ζωγραφίζει πάνω στο «κατ' εικόνα», το «καθ' ομοίωσιν». Οι ζωγράφοι στην αρχή ιχνογραφούν το σχήμα του ανθρώπου, και σιγά-σιγά, προσθέτοντας τα διάφορα χρώματα, φτάνουν να απεικονίσουν μέχρι και τις τρίχες τη μορφή αυτού που ζωγραφίζουν. Έτσι και η θεία χάρη, πρώτα με το Βάπτισμα ρυθμίζει το «κατ' εικόνα», επαναφέροντας τον άνθρωπο στο τι ήταν όταν δημιουργήθηκε. Και όταν δει ότι με όλη τη διάθεσή μας επιθυμούμε το κάλλος της «ομοιώσεως» και ότι στεκόμαστε γυμνοί και άφοβοι στο εργαστήριό της, τότε ζωγραφίζει αρετή πάνω στην αρετή και προσθέτει στη μορφή της ψυχής δόξα πάνω στη δόξα και της προσδίδει τον χαρακτήρα της ομοιώσεως. Ώστε η αίσθηση μάς φανερώνει ότι διαμορφωνόμαστε στο «καθ' ομοίωσιν», αλλά την τελειότητα της ομοιώσεως θα τη γνωρίσομε από τον φωτισμό. Ο νους αποκτά με την αίσθηση όλες τις αρετές με κάποιο μέτρο και κάποια τάξη ανέκφραστη, όταν προχωρεί στην τελειότητα· αλλά την πνευματική αγάπη δεν μπορεί κανείς να την αποκτήσει αν δεν φωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα με κάθε εσωτερική πληροφορία. Γιατί αν ο νους δεν πάρει τελείως το «καθ' ομοίωσιν» μέσω του θείου φωτός, όλες σχεδόν τις άλλες αρετές μπορεί να τις έχει, αλλά είναι αμέτοχος ακόμη της τέλειας αγάπης. Όταν ομοιωθεί με την αρετή του Θεού (εννοώ όσο μπορεί ο άνθρωπος να ομοιωθεί με το Θεό), τότε έχει πάνω του και την ομοίωση της θείας αγάπης. Σε μια προσωπογραφία όταν προστεθεί στο σχέδιο η κατάλληλη απόχρωση από κάθε χρώμα, η προσωπογραφία μοιάζει στον εικονιζόμενο ακόμη και στο μειδίαμα. Έτσι και σ' εκείνους που ζωγραφίζονται από τη θεία χάρη για να γίνουν «καθ' ομοίωσιν», όταν προστεθεί ο φωτισμός της αγάπης, τότε φανερώνει ότι το «κατ' εικόνα» βρίσκεται καθ' ολοκληρίαν στην ωραιότητα του «καθ' ομοίωσιν». Καμιά άλλη αρετή δεν μπορεί να προξενήσει απάθεια στην ψυχή, παρά μόνο η αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι εκπλήρωση όλου του νόμου(Ρωμ. 13, 10). Ώστε λοιπόν ξανακαινουργώνεται μέρα με την ημέρα ο εσωτερικός μας άνθρωπος(Β΄ Κορ. 4, 16) με τη γεύση της αγάπης, και ολοκληρώνεται όταν φτάσει στην τελειότητά της.
πηγή : Ομολογία Πίστεως
πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 310-325
Υ.C.
Η αθώα αμαρτία
Να ομιλώμεν περί αθώας αμαρτίας ισοδυναμεί με το να ομιλώμεν περί του νεογεννήτου τυφλού λύκου.
Να ομιλώμεν περί μικράς αμαρτίας ισοδυναμεί με το να ομιλώμεν περί του σπόρου του αγροστέμματος.
Η αθώα αμαρτία και η μικρά αμαρτία έχουν μέγα μέλλον.
'Οσον ασήμαντον και άν είναι το παρελθόν μιάς αμαρτίας και το παρόν αβλαβές, το μέλλον κάθε αμαρτίας είναι ανυπολογίστως μέγα.
'Ενας μολυσμένος ποντικός αναστατώνει πολλάς πόλεις, προκαλεί αυστηρόν λοιμοκαθαρτήριον και κινητοποιεί εναντίον του ολοκλήρους στραούς. Και ιδού: η πλέον αθώα και η μικροτέρα αμαρτία είναι φορεύς και προάγγελος φρικτοτέρου κακού από ό,τι είναι ο μολυσμένος ποντικός.
Ανάστα και συνέγειρε και σύ όλην την πόλιν της ψυχής σου εναντίον αυτού του φρικτού προάγγελου του κακού. Δημιούργησε το σιδηρούν λοιμοκαθαρτήριον πέριξ αυτού και κινητοποίησε όλας τας καλάς δυνάμεις εντός σου.
Από το βιβλίο " Στοχασμοί περί του καλού και του κακού "
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Να ομιλώμεν περί μικράς αμαρτίας ισοδυναμεί με το να ομιλώμεν περί του σπόρου του αγροστέμματος.
Η αθώα αμαρτία και η μικρά αμαρτία έχουν μέγα μέλλον.
'Οσον ασήμαντον και άν είναι το παρελθόν μιάς αμαρτίας και το παρόν αβλαβές, το μέλλον κάθε αμαρτίας είναι ανυπολογίστως μέγα.
'Ενας μολυσμένος ποντικός αναστατώνει πολλάς πόλεις, προκαλεί αυστηρόν λοιμοκαθαρτήριον και κινητοποιεί εναντίον του ολοκλήρους στραούς. Και ιδού: η πλέον αθώα και η μικροτέρα αμαρτία είναι φορεύς και προάγγελος φρικτοτέρου κακού από ό,τι είναι ο μολυσμένος ποντικός.
Ανάστα και συνέγειρε και σύ όλην την πόλιν της ψυχής σου εναντίον αυτού του φρικτού προάγγελου του κακού. Δημιούργησε το σιδηρούν λοιμοκαθαρτήριον πέριξ αυτού και κινητοποίησε όλας τας καλάς δυνάμεις εντός σου.
Από το βιβλίο " Στοχασμοί περί του καλού και του κακού "
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Υάκινθος
Όσιος Παΐσιος: Η δύναμη του καλού λογισμού
- Γέροντα, στην Παλαιά Διαθήκη, στο Δ’ βιβλίο των Μακκαβαίων, αναφέρεται: Ο ευσεβής λογισμός δεν είναι εκριζωτής των παθών, άλλα ανταγωνιστής. Τί σημαίνει;
- Κοίταξε νά δής: Τά πάθη είναι βαθιά ριζωμένα μέσα μας, αλλά ό ευσεβής, ό καλός λογισμός μας βοηθάει νά μην υποδουλωνώμαστε σ’ αυτά.
Οταν ο άνθρωπος φέρνη όλο καλούς λογισμούς και σταθεροποίηση μιά καλή κατάσταση, τά πάθη παύουν νά ενεργούν, οπότε είναι σάν νά μήν υπάρχουν. Δηλαδή ό ευσεβής λογισμός δεν ξερριζώνει τά πάθη, αλλά τά πολεμάει και μπορεί νά τά καταβάλη. Νομίζω, ό συγγραφεύς περιγράφει τί μπόρεσαν νά υποφέρουν οί Άγιοι Επτά Παίδες, ή μητέρα τους Άγια Σολομονή και ό διδάσκαλος τους Άγιος Έλεάζαρος, έχοντας ευσεβείς λογισμούς, γιά νά δείξη ακριβώς τήν δύναμη τοϋ καλού λογισμού.
Ένας καλός λογισμός ισοδυναμεί με μια πολύωρη αγρυπνία! Έχει μεγάλη δύναμη. Όπως τώρα κάποια νέα όπλα σταματούν μέ ακτίνες λέιζερ τον πύραυλο στην βάση του και τον εμποδίζουν νά έκτοξευθη, έτσι και οι καλοί λογισμοί προλαβαίνουν και καθηλώνουν τους κακούς λογισμούς στά αεροδρόμια του διαβόλου, άπό τά όποια ξεκινούν. Γι’ αυτό προσπαθήστε, όσο μπορείτε, πρίν προλάβη ό πειρασμός νά σας φυτέψη κακούς λογισμούς, νά φυτεύετε εσείς καλούς λογισμούς, γιά νά γίνη ή καρδιά σας ανθόκηπος καί νά συνοδεύεται ή προσευχή σας άπό τήν θεία ευωδία της καρδίας σας.
Όταν κανείς κρατά έστω καί λίγο αριστερό, δηλαδή κακό, λογισμό γιά κάποιον, οποιαδήποτε άσκηση καί άν κάνη, νηστεία, αγρυπνία κ.λπ., πάει χαμένη. Σέ τί θά τον βοηθήση ή άσκηση, άν δεν αγωνίζεται παράλληλα νά μή δέχεται τους κακούς λογισμούς; Γιατί νά μήν άδειάση άπό το πιθάρι πρώτα όλο το κατακάθι τού λαδιού, πού είναι μόνο γιά σαπούνι, καί ύστερα νά βάλη το καλό λάδι, άλλα βάζει το καλό μέ το άχρηστο καί το μουρνταρεύει;
Ένας αγνός, καλός, λογισμός έχει μεγαλύτερη δύναμη άπό κάθε άσκηση. Κάποιος νέος λ.χ. πολεμείται άπό τον διάβολο καί έχει ακάθαρτους λογισμούς καί κάνει αγρυπνίες, νηστείες, τριήμερα, γιά νά απαλλαγή άπό αυτούς. Ένας αγνός λογισμός όμως πού θά φέρη έχει μεγαλύτερη δύναμη καί άπό τις αγρυπνίες καί άπό τις νηστείες πού κάνει καί τον βοηθάει πιο θετικά.
- Γέροντα, όταν λέτε αγνός λογισμός, αναφέρεσθε μόνο σέ ειδικά θέματα ή καί σέ γενικώτερα;
- Καί σέ γενικώτερα. Γιατί ό άνθρωπος, όταν τά βλέπη όλα μέ καλούς λογισμούς, εξαγνίζεται καί χαριτώνεται άπό τον Θεό.
Μέ τους αριστερούς λογισμούς κατακρίνει και αδικεί τους άλλους, εμποδίζει την θεία Χάρη να ερθη, και έρχεται έπειτα ό διάβολος καί τον αλωνίζει.
- Δηλαδή, Γέροντα, επειδή κατακρίνει, δίνει δικαίωμα στον διάβολο να τον αλωνίση;
- Ναί. Όλη ή βάση είναι ό καλός λογισμός. Αυτό είναι πού ανεβάζει τον άνθρωπο, τον αλλοιώνει προς το καλό. Πρέπει να φθάση κανείς στο σημείο να τά βλέπη όλα καθαρά. Είναι αυτό πού είπε ό Χριστός: Μή κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε. Μετά φθάνει ό άνθρωπος σε μία κατάσταση πού βλέπει τά πάντα μέ τά πνευματικά μάτια όχι μέ τά ανθρώπινα. Όλα τά δικαιολογεί, μέ την καλή έννοια.
Πρέπει νά προσέχουμε νά μή δεχώμαστε τά πονηρά τηλεγραφήματα του διαβόλου, γιά νά μή μολύνουμε τον Ναόν τον Αγίου Πνεύματος καί άπομακρυνθή ή Χάρις του Θεού, μέ αποτέλεσμα νά σκοτισθούμε. Το Άγιο Πνεύμα, όταν δη τήν καρδιά μας αγνή, έρχεται καί κατοικεί μέσα μας, γιατί αγαπάει τήν αγνότητα – γι’ αυτό καί παρουσιάσθηκε σάν περιστέρι.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ’
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
πηγή: εν αιθρίαhttp://www.agioritikovima.gr
Πατερικός
Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015
Πλατυτέρα
[...]
'Αλλη παράσταση που αναφέρεται στο δογματικό κύκλο έχουμε και στην κόγχη του ιερού Βήματος. Εκεί ιστορείται η Θεοτόκος ως Δεομένη και άλλοτε ως ένθρονη Βρεφοκρατούσα-Πλατυτέρα. Η Δεομένη Θεοτόκος, ή η Πλατυτέρα, ιστορούμενη στο τεταρτοσφαίριο αυτό της κόγχης, επειδή το αρχιτεκτονικό αυτό τμήμα του Ναού ενώνει τον τρούλλο, ο οποίος συμβολίζει τόν ουρανό, με την γή, το δάπεδο του Ναού, όπου βρίσκονται οι πιστοί, δημιουργεί έντονη την αίσθηση ότι μας επανενώνει με τον Ουρανό. Παρίσταται λοιπόν η Θεοτόκος μεταξύ ουρανού και γής, διότι είναι Εκείνη που μεσιτεύει για την σωτηρία μας, είναι Εκείνη που σύναψε τα άνω με τα κάτω, με το Τέκνο που φέρνει στίς αγκάλες της.
Η Δεομένη Θεοτόκος προσωποποιεί την Εκκλησία στο έργο της μεσιτείας. Η Βρεφοκρατούσα εκφράζει το έργο της ενσαρκώσεως. Είτε όμως ως Δεομένη ιστορείται η Θεοτόκος, είτε ως Βρεφοκρατούσα, "είναι εκείνη που δείχνει το δρόμο, οδηγεί και επανενώνει όλους τους πιστούς σε ευχαριστιακή Σύναξη και καλύπτει τόν κόσμο με το προστατευτικό της πέπλο".
Την ίδια θέση βρίσκουμε και στα κείμενα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ότι δηλαδή η Δεομένη Παρθένος εικονίζει τη διακονία της προσευχής, το χάρισμα της μεσιτείας, διότι " καμιά δωρεά δεν έγινε δεκτή στήν Εκκλησία χωρίς τη συνδρομή της Μητέρας του Θεού, η οποία είναι προοίμιο της θριαμβεύουσας Εκκλησίας".
Το βλέμμα του πιστού λοιπόν που μπαίνει μέσα στο Ναό για να προσευχηθεί, πέφτει πρώτα στήν πύλη της εισόδου όπου είναι ο Χριστός, η "Θύρα", έπειτα στόν τρούλλο που είναι ο
Παντοκράτορας και αμέσως μετά στην κόγχη, στο τεταρτοσφαίριο της Πλατυτέρας.
'Ετσι η ψυχή του εισερχόμενου κατανύσσεται, η αίσθηση του υπερβατικού και του αιώνιου τον εγγίζει άμεσα και τον προτρέπει να εναγκαλισθεί τον δογματικό κύκλο της εικονογραφίας και να ζήσει έντονα ότι πράγματι ο ορθόδοξος Ναός προσφέρεται στούς ανθρώπους σαν ένας χώρος όπου, ενώ βρίσκονται σ' αυτήν την ζωή, μπορούν και να την ξεχάσουν, να βιώσουν ότι ζούν στήν άνω Βασιλεία. [...]
Από το βιβλίο " Τι ξέρεις εσύ για τις εικόνες; "
Εκδόσεις Ετοιμασία
Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας
'Αλλη παράσταση που αναφέρεται στο δογματικό κύκλο έχουμε και στην κόγχη του ιερού Βήματος. Εκεί ιστορείται η Θεοτόκος ως Δεομένη και άλλοτε ως ένθρονη Βρεφοκρατούσα-Πλατυτέρα. Η Δεομένη Θεοτόκος, ή η Πλατυτέρα, ιστορούμενη στο τεταρτοσφαίριο αυτό της κόγχης, επειδή το αρχιτεκτονικό αυτό τμήμα του Ναού ενώνει τον τρούλλο, ο οποίος συμβολίζει τόν ουρανό, με την γή, το δάπεδο του Ναού, όπου βρίσκονται οι πιστοί, δημιουργεί έντονη την αίσθηση ότι μας επανενώνει με τον Ουρανό. Παρίσταται λοιπόν η Θεοτόκος μεταξύ ουρανού και γής, διότι είναι Εκείνη που μεσιτεύει για την σωτηρία μας, είναι Εκείνη που σύναψε τα άνω με τα κάτω, με το Τέκνο που φέρνει στίς αγκάλες της.
Η τριετίζουσα τω σώματι,
και πολυετής εν τω πνεύματι,
η πλατυτέρα ουρανών,
και των άνω Δυνάμεων,
υπερτέρα ευφημείσθω,
εν ωδαίς η Θεόνυμφος.
Εις τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου
Από τον Κανόνα
'Ηχος α'
Η Δεομένη Θεοτόκος προσωποποιεί την Εκκλησία στο έργο της μεσιτείας. Η Βρεφοκρατούσα εκφράζει το έργο της ενσαρκώσεως. Είτε όμως ως Δεομένη ιστορείται η Θεοτόκος, είτε ως Βρεφοκρατούσα, "είναι εκείνη που δείχνει το δρόμο, οδηγεί και επανενώνει όλους τους πιστούς σε ευχαριστιακή Σύναξη και καλύπτει τόν κόσμο με το προστατευτικό της πέπλο".
Την ίδια θέση βρίσκουμε και στα κείμενα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ότι δηλαδή η Δεομένη Παρθένος εικονίζει τη διακονία της προσευχής, το χάρισμα της μεσιτείας, διότι " καμιά δωρεά δεν έγινε δεκτή στήν Εκκλησία χωρίς τη συνδρομή της Μητέρας του Θεού, η οποία είναι προοίμιο της θριαμβεύουσας Εκκλησίας".
Η πύλη η ένδοξος,
η λογισμοίς αδιόδευτος,
τας πύλας διάρασα,
τας του Ναού του Θεού,
νυν προτρέπεται,
ημάς συνεισελθόντας,
τα θεία θαυμάσια,
κατατρυφήσαι αυτής.
Εις τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου
Από τον Κανόνα
'Ηχος δ'
Παντοκράτορας και αμέσως μετά στην κόγχη, στο τεταρτοσφαίριο της Πλατυτέρας.
Εν γαστρί σου χωρητός,
ο αχώρητος παντί,
Θεομήτορ γεγονώς,
προελήλυθεν εκ σού,
πανάχραντε,
διπλούς τη φύσει,
Θεός και άνθρωπος.
Εις τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου
Από τον Κανόνα
Θεοτοκίον
'Ηχος α'
'Ετσι η ψυχή του εισερχόμενου κατανύσσεται, η αίσθηση του υπερβατικού και του αιώνιου τον εγγίζει άμεσα και τον προτρέπει να εναγκαλισθεί τον δογματικό κύκλο της εικονογραφίας και να ζήσει έντονα ότι πράγματι ο ορθόδοξος Ναός προσφέρεται στούς ανθρώπους σαν ένας χώρος όπου, ενώ βρίσκονται σ' αυτήν την ζωή, μπορούν και να την ξεχάσουν, να βιώσουν ότι ζούν στήν άνω Βασιλεία. [...]
Ευλογούμεν Πατέρα,
Υιόν, και 'Αγιον Πνεύμα,
τον Κύριον.
Υμνείσθω τρισάγιος,
Πατήρ και ο Υιός,
και Πνεύμα το Άγιον,
αμέριστος Μονάς,
η μία Θεότης,
η κρατούσα δρακί,
την σύμπασαν κτίσιν,
εις πάντας τους αιώνας.
Εις τα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου....Από τον Κανόνα
Δοξαστικόν
'Ηχος α'
'Ηχος α'
Από το βιβλίο " Τι ξέρεις εσύ για τις εικόνες; "
Εκδόσεις Ετοιμασία
Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας
Υάκινθος
Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015
" Χαίρε, αοράτων εχθρών αμυντήριον "
Tου Άγίου Πατρός ημών Διαδόχου Φωτικής
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
79. Ο σατανάς, όπως είπα, με το άγιο Βάπτισμα εκδιώκεται από την ψυχή. Του επιτρέπεται όμως, για τους λόγους που είπαμε, να πειράζει την ψυχή διά μέσου του σώματος. Η χάρη του Θεού κατοικεί σ' αυτό το βάθος της ψυχής, δηλαδή στο νου, όπως λέει η Γραφή: «Όλη η δόξα της θυγατέρας του βασιλιά είναι μέσα της»(Ψαλμ. 44, 14), και δε φαίνεται στους δαίμονες· γι' αυτό αισθανόμαστε μέσα απ' αυτό το βάθος της καρδιάς μας να αναβλύζει ο θείος πόθος, όταν κρατούμε θερμή τη μνήμη του Θεού. Τα πονηρά πάλι πνεύματα πηδούν και φωλιάζουν έξω στις αισθήσεις του σώματος και ενεργούν στους ψυχικά νήπιους μέσω της αδυναμίας της σάρκας. Έτσι λοιπόν ο νους μας πάντοτε, κατά τον Απόστολο, ευχαριστείται πάρα πολύ με το νόμο του Πνεύματος (Ρωμ. 7, 22), ενώ τα αισθητήρια της σάρκας θέλουν να συμπαρασύρονται από τις ηδονές. Γι' αυτό η χάρη σ' εκείνους που προκόβουν στην πνευματική γνώση, ευφραίνει το σώμα τους μέσω της αισθήσεως του νου με ανέκφραστη αγαλλίαση. Οι φονικοί δαίμονες όμως αιχμαλωτίζουν βίαια την ψυχή με τις αισθήσεις του σώματος, ιδίως όταν μας βρουν να τρέχομε το δρόμο της ευσέβειας με αμέλεια, και την σύρουν σ' εκείνα που δεν θέλει.
πηγή :Ομολογία Πίστεως
Πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης,
εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 310-325
Υ. C.
Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015
Ρυπαίνουμε τις θάλασσες, τα ποτάμια μας, τις ακτές μας ανενδοίαστα....
.....χωρίς φόβο Θεού
Και σκουπίδια και πλαστικά σε θάλασσες και ακτές !
Υ.C.
ΤΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ
(συνέχεια)
Σχετικά με το περιεχόμενο τους, τα αγιορείτικα χειρόγραφα διακρίνονται σε αυτά που διασώζουν κείμενα αρχαίων κλασσικών συγγραφέων ή γενικότερα κοσμικών γνώσεων π.χ. αστρολογίας, βοτανικής, γεωγραφίας, ιατρικά, νομικά –και σε εκείνα που περιέχουν κείμενα χριστιανικού και λειτουργικού περιεχομένου.
Τα δεύτερα αποτελούν φυσικά και τη συντριπτική πλειοψηφία, επειδή όχι μόνον χρησιμοποιούνταν συχνά από τους μοναχούς αλλά κυρίως γιατί το βυζάντιο ήταν θεοκρατικής δομής. Πέρα από αυτό όμως, οποιοδήποτε είδος κοσμικής γνώσης, θεωρούνταν από τους μοναχούς δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τη θεολογία.
Παρόλα αυτά όμως υπήρχαν και μοναχοί, που με θάρρος και αποφασιστικότητα διακινδύνευαν ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις και σ’ αυτούς ίσως οφείλεται ως ένα σημείο και η αναγέννηση της Δύσης από το μεσαιωνικό σκοταδισμό. Έτσι, αν σήμερα μπορούμε ν’ απολαύσουμε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Όμηρο, Θουκυδίδη κι ένα σωρό άλλους αρχαίους συγγραφείς, ίσως να το χρωστάμε σε μια χούφτα μοναχών, που στο ημίφως των εργαστηρίων τους αφιέρωναν ατέλειωτες ώρες στην αντιγραφή των αρχαιοελληνικών χειρογράφων…
Δυστυχώς δε διαθέτουμε έγκυρα στοιχεία για τον ακριβή αριθμό των αρχαιοελληνικών χειρογράφων, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του ΆΘωνα. Ενδεικτικά πρέπει να σώζονται γύρω στα 600 έργα κλασικών συγγραφέων. Ο αριθμός αυτός δεν πρέπει να θεωρείται μικρός, καθώς σ’ αυτά ακριβώς τα χειρόγραφα εστιάζονταν πάντα οι Ευρωπαίοι «προσκυνητές» που έκλεβαν ή αγόραζαν τους κώδικες για να εμπλουτίσουν τις Δυτικές βιβλιοθήκες. Ωστόσο, παρά τις σημαντικές κλοπές και αφαιμάξεις, στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους συνεχίζουν ως σήμερα να υπάρχουν πολλοί και αξιόλογοι αρχαιοελληνικοί κώδικες.
Πιο παλιός και πιο σημαντικός απ’ όλους είναι η περίφημη Βοτανική του Διοσκουρίδου (Ω75), ένας κώδικας ηλικίας 1000 ετών, προσωπικό δώρο του Νικηφόρου Φωκά στον Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Το βιβλίο, που φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη της Μεγίστης Λαύρας (ο υπογράφων είχε τη μοναδική και συγκινητική ευκαιρία να το ξεφυλλίσει προσωπικά…), θεωρείται ιδανικό για την παρασκευή φαρμάκων από βότανα. Η Βοτανική του Διοσκουρίδη περιέχει αρκετές πληροφορίες ιατρικής και φαρμακολογίας και πολυάριθμες μικρογραφίες, κυρίως ολοσέλιδες εικονογραφήσεις φυτών με αλφαβητική σειρά καθώς και εικόνες φιδιών, εντόμων, ζώων και πτηνών.
Άλλοι σημαντικοί αρχαίοι έλληνες συγγραφείς, χειρόγραφα των οποίων διασώζονται ακόμη στο Άγιον Όρος, είναι ο Επίκτητος, ο Ερμογένης και ο Ευκλείδης στην μονή Εσφιγμένου, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος, ο Θεόκριτος, ο Σοφοκλής και ο Πίνδαρος στην Ιβήρων. Από αυτά που ξεχωρίζουν είναι και το φημισμένο χειρόγραφο των γεωγράφων Πτολεμαίου και Στράβωνα (αριθμός 655, του 13ου αιώνα), που βρίσκεται στο Βατοπαίδι.
Εκτός από τη Βοτανική του Διοσκουρίδη στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας σώζονται δύο χειρόγραφα του Θουκυδίδη και οι Βίοι Παράλληλοι του Πλούταρχου. Επίσης στην τελευταία σώζονται το μοναδικό νομικό χειρόγραφο με τις Νεαρές των Κομνηνών(13ος αι. Θ65), ένα σπάνιο ιατρικό χειρόγραφο του Αέτιου Αμηδινού, προσωπικού ιατρού του Ιουστινιανού, καθώς και χειρόγραφα του Γαληνού. Όπως προαναφέραμε, ο αριθμός των χειρογράφων των κλασσικών συγγραφέων θα πρέπει να θεωρείται μεγάλος, αν λάβουμε υπόψιν μας πως αυτά ακριβώς τα έργα ήταν ο κύριος στόχος των Ευρωπαίων «προσκυνητών» κατά τις αφαιμάξεις των μοναστηριακών βιβλιοθηκών.
ΚΛΟΠΕΣ ΚΑΙ ΑΦΑΙΜΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΑΠΟ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ «ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΣ»
Οι μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άθωνα είχαν μεγάλη φήμη και ασκούσαν πάντα μεγάλη γοητεία στο λόγιο και βιβλιόφιλο κοινό της Δύσης, το οποίο εκφράζονταν με θαυμασμό για τις «εξαιρετικές βιβλιοθήκες… που βρίσκονται στο Όρος Άθως» (celebratisimas bibliotecas… qui in Ato Montesunt).
Τα πανεπιστήμια, οι ευγενείς, οι λόγιοι αλλά και οι τυπογράφοι της Δύσης, ανακαλύπτοντας τη δύναμη και τη γοητεία της αρχαιοελληνικής σκέψης, επιθυμούσαν διακαώς να αποκτήσουν και να μελετήσουν αρχαιοελληνικούς κώδικες, που για τους μοναχούς του Άθωνα θεωρούνταν συνήθως… δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τα λειτουργικά και θεολογικά κείμενα. Έτσι, με την πρωτοβουλία φιλότεχνων, ως επί το πλείστον, Ηγεμόνων οργανώθηκαν ολόκληρες αποστολές προς τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, που είχαν ως επίκεντρο τους την αγορά κωδίκων με έργα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων.
Στοχεύοντας σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαιοελληνικούς κώδικες, οι Δυτικοί «συλλέκτες χειρογράφων» αφαίμαξαν σημαντικές ποσότητες κωδίκων, με αποτέλεσμα σήμερα να διασώζονται λιγότερα από 1000 χειρόγραφα κοσμικών γνώσεων στο Άγιον Όρος. Ωστόσο, χάρη σε αυτές τις αφαιμάξεις επιχειρήθηκαν και οι πρώτες τυπογραφικές εκδόσεις του 16ου,17ου και 18ου αιώνα, με κυριότερη εκείνη των Απάντων του Πλάτωνα από τον τυπογράφο Μανούτιο Αλδο (Βενετία 1513).
Εύκολα γίνεται κατανοητό τo πόσο βοήθησαν αυτού του είδους οι εκδόσεις στην Αναγέννηση της Δύσης, εφόσον όλα αυτά τα έργα έγιναν αντικείμενα προσεκτικής μελέτης από τους ιστορικούς, φιλόλογους και θεολόγους της Εσπερίας. Αυτή η αναβίωση του κλασικού πνεύματος πυροδότησε μια αλυσιδωτή αντίδραση αφυπνίσεων, που τελικά οδήγησε στη σταδιακή απελευθέρωση της Ευρώπης από τα δεσμά των προκαταλήψεων και της άγνοιας.
Σύμφωνα μάλιστα με τον ιερομόναχο Νικόδημο τον Λαυριώτη (Μεγίστη Λαύρα), υπεύθυνο για τη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων του Αγίου Όρους: «Οι διαρροές των χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες βοήθησαν στο να απαλλαγεί η Δύση από τον σκοταδισμό της παπικής αλαζονείας».
Ας κάνουμε ωστόσο μια μικρή παρένθεση σχετικά με τις σημαντικότερες περιπτώσεις αφαιμάξεων και απωλειών χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες. Χάρη σ’ ένα ταξίδι, που απέβη ιδιαίτερο καρποφόρο, ο έλληνας λόγιος Ιανός Λάσκαρης(1445-1534) επισκέφτηκε το 1491-1492 τον Άθωνα και για λογαριασμό του ηγεμόνος της Φλωρεντίας Λαυρέντιου Μεδίκου, αφαίρεσε 200 περίπου ελληνικά χειρόγραφα, από τα οποία 80 περιείχαν έργα άγνωστα την εποχή εκείνη στη Δύση, μεταξύ των οποίων έργα του Γαληνού, του Θεόκριτου, του Αριστοτέλη, του Πτολεμαίου, του Καλλίμαχου…
Ο Kερκυραίος λόγιος Nικόλαος Σοφιανός ανάμεσα στα χρόνια 1540-1544 αντέγραψε και συνέλεξε στο Άγιον Όρος περίπου 300 χειρόγραφα για λογαριασμό του Hurtado de Mentoza, του βιβλιόφιλου πρέσβη του Kαρόλου E’ στη Bενετία. Στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα ο Aθανάσιος ο Ρήτωρ, ο οποίος προσχώρησε στον καθολικισμό, κατ’ εντολή του καρδινάλιου Μαζαρίνου μετέφερε στη Γαλλία 109 χειρόγραφα, από τα οποία 74 προέρχονταν από τη Μεγίστη Λαύρα και σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων.
Επίσης ο Mηνάς Mινωΐδης στα 1840-1855, κατ’ εντολή του γαλλικού Υπουργείου Παιδείας μετέφερε κι αυτός στη Γαλλία πολλά ελληνικά χειρόγραφα, τόσο από άλλες Μονές (π.χ. από τη Ι. Μ.Tιμίου Προδρόμου Σερρών), αλλά κυρίως από τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άγίου Όρους.
Το 1516 ο Μάξιμος Γραικός (Μιχαήλ Τριβώλης), ο περίφημος «φωτιστής των Ρώσων», μετέφερε στη Ρωσία δεκάδες κώδικες για να τον βοηθήσουν στο μεταφραστικό του έργο. Το 1654,ο Ρώσος μοναχός Αρσένιος Σουχάνωφ, ενεργώντας με εντολή του Τσάρου Αλέξιου και του Πατριάρχη της Μόσχας Νίκωνος, μετέφερε στην «3η Ρώμη» πάνω από 500 αγιορείτικα χειρόγραφα! Συγκεκριμένα απογύμνωσε πολλές μονές από αξιόλογα χειρόγραφα, πολλά από τα οποία περιείχαν κλασικά κείμενα.
Τέλος,ο γνωστός Ρώσος επιστήμονας Πορφύριος Oυσπένσκυ, αρχιμανδρίτης και κατόπιν αρχιεπίσκοπος Kιέβου, περιήλθε τις Mονές του Σινά, των Mετεώρων και του Αγίου Όρους και δεν δίστασε να αφαιρέσει από αυτές όσα χειρόγραφα ή και μεμονωμένα ακόμη φύλλα του φαίνονταν να έχουν κάποια αξία. Το μόνο θετικό πάντως απ’ όλες αυτές τις αφαιμάξεις είναι ότι φωτίστηκε από την ελληνική γνώση, τόσο η παπική Δύση, όσο και οι σλαβικοί λαοί του βορρά.
Στις 20 μονές του Άθωνα σώζεται το μοναδικό διαχρονικό σύνολο ελληνικών χειρογράφων όχι μόνο στο χώρο της ελληνικής επικράτειας, αλλά και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Τα ελληνικά χειρόγραφα του Αγίου Όρους συγκροτούν τη μεγαλύτερη συλλογή ελληνικών χειρογράφων στον κόσμο, αφού ο αριθμός τους ξεπερνά κατά πολύ το σύνολο των δύο μεγαλύτερων συλλογών της Ευρώπης, του Βατικανού και της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, που και οι δύο μαζί δεν υπερβαίνουν τις 10.000.
ΔΙΑΣΩΣΗ ΣΕ ΜΙΚΡΟΦΙΛΜΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Η μελέτη της ιστορίας των αγιορείτικων χειρογράφων δεν είναι εύκολη υπόθεση, εφόσον ποτέ δεν υπήρξαν μεσαιωνικοί κατάλογοι βιβλιοθηκών, όπως στις περιπτώσεις των μεσαιωνικών μοναστηριών της Δύσης. Οι προσπάθειες για την καταγραφή και τη συστηματική μελέτη των χειρογράφων του Άθωνα ξεκίνησαν μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίζονται. Πρώτος ο Σπυρίδων Λάμπρου εξέδωσε έναν δίτομο κατάλογο κωδίκων του Όρους(πλην Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας),που περιελάμβανε 6.619 χειρόγραφα. Στη συνέχεια, το 1925, ο καθηγητής Σωφρόνιος Ευστρατιάδης εξέδωσε στο Παρίσι έναν κατάλογο με τους κώδικες των μονών Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας. Πλήρης πάντως κατάλογος δεν υπάρχει ακόμη.
Ωστόσο το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών(ΠΙΠΜ) της Ι.Μ. Βλατάδων (Θεσσαλονίκη) έχει αναλάβει τη κατάρτιση ενός λεπτομερούς καταλόγου, όπως επίσης και τη μικροφωτογράφιση όλων των χειρογράφων. Έτσι το περιεχόμενο των χειρογράφων όχι μόνον θα διασωθεί, αλλά θα είναι εύκολη και η μελέτη τους από τους ειδικούς, που δεν χρειάζονται πλέον να επισκεφτούν τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες για να τα μελετήσουν. Το ΠΙΜΠ, που υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα που συντηρείται με επιχορηγήσεις και δωρεές. Ανάμεσα στ’ άλλα περιέχει ένα αρχείο μικροταινιών, ένα αρχείο διαφανειών (Slides) καθώς και ειδικές φωτοαναγνωριστικές συσκευές.
Η συντήρηση των αρχαίων χειρογράφων βασίζεται σ’ ένα πρόγραμμα, που περιλαμβάνει την τοποθέτησή τους σε ειδικές θήκες, για καλύτερη φύλαξη και μεταφορά. Την αποκατάσταση των διαλυμένων εξώφυλλων και εσώφυλλων και την τοποθέτηση φαρμάκων ενάντια στα φθοροποιά μικρόβια. Τέλος, σε συνεργασία και με ξένα πανεπιστήμια, εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα συντήρησης και απολύμανσης των χειρογράφων από καταστροφικά μικρόβια.
Η προσφορά των χειρογράφων του Αγίου Όρους στην πολιτιστική εξέλιξη της Ευρώπης είναι ανεκτίμητη. Όπως άλλωστε λέει χαρακτηριστικά και ο βιβλιοθηκάριος της μονής Μεγίστης Λαύρας, Ιερομοναχός Νικόδημος: «Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, που ακριβώς θα βρισκόταν σήμερα η ανθρωπότητα, χωρίς τις αρχαίες γνώσεις που διεσώθησαν με τα χειρόγραφα των βυζαντινών μοναστηριών και ιδιαίτερα του Αγίου Όρους. Κατά πάσα πιθανότητα η Αναγέννηση της Δύσης θ’ αργούσε μερικούς αιώνες…».
πηγή : Διακόνημα
Πηγές: ksipnistere – conspiracyfeeds.blogspot.gr
Σχετικά με το περιεχόμενο τους, τα αγιορείτικα χειρόγραφα διακρίνονται σε αυτά που διασώζουν κείμενα αρχαίων κλασσικών συγγραφέων ή γενικότερα κοσμικών γνώσεων π.χ. αστρολογίας, βοτανικής, γεωγραφίας, ιατρικά, νομικά –και σε εκείνα που περιέχουν κείμενα χριστιανικού και λειτουργικού περιεχομένου.
Τα δεύτερα αποτελούν φυσικά και τη συντριπτική πλειοψηφία, επειδή όχι μόνον χρησιμοποιούνταν συχνά από τους μοναχούς αλλά κυρίως γιατί το βυζάντιο ήταν θεοκρατικής δομής. Πέρα από αυτό όμως, οποιοδήποτε είδος κοσμικής γνώσης, θεωρούνταν από τους μοναχούς δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τη θεολογία.
Παρόλα αυτά όμως υπήρχαν και μοναχοί, που με θάρρος και αποφασιστικότητα διακινδύνευαν ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις και σ’ αυτούς ίσως οφείλεται ως ένα σημείο και η αναγέννηση της Δύσης από το μεσαιωνικό σκοταδισμό. Έτσι, αν σήμερα μπορούμε ν’ απολαύσουμε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Όμηρο, Θουκυδίδη κι ένα σωρό άλλους αρχαίους συγγραφείς, ίσως να το χρωστάμε σε μια χούφτα μοναχών, που στο ημίφως των εργαστηρίων τους αφιέρωναν ατέλειωτες ώρες στην αντιγραφή των αρχαιοελληνικών χειρογράφων…
Δυστυχώς δε διαθέτουμε έγκυρα στοιχεία για τον ακριβή αριθμό των αρχαιοελληνικών χειρογράφων, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του ΆΘωνα. Ενδεικτικά πρέπει να σώζονται γύρω στα 600 έργα κλασικών συγγραφέων. Ο αριθμός αυτός δεν πρέπει να θεωρείται μικρός, καθώς σ’ αυτά ακριβώς τα χειρόγραφα εστιάζονταν πάντα οι Ευρωπαίοι «προσκυνητές» που έκλεβαν ή αγόραζαν τους κώδικες για να εμπλουτίσουν τις Δυτικές βιβλιοθήκες. Ωστόσο, παρά τις σημαντικές κλοπές και αφαιμάξεις, στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους συνεχίζουν ως σήμερα να υπάρχουν πολλοί και αξιόλογοι αρχαιοελληνικοί κώδικες.
Πιο παλιός και πιο σημαντικός απ’ όλους είναι η περίφημη Βοτανική του Διοσκουρίδου (Ω75), ένας κώδικας ηλικίας 1000 ετών, προσωπικό δώρο του Νικηφόρου Φωκά στον Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Το βιβλίο, που φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη της Μεγίστης Λαύρας (ο υπογράφων είχε τη μοναδική και συγκινητική ευκαιρία να το ξεφυλλίσει προσωπικά…), θεωρείται ιδανικό για την παρασκευή φαρμάκων από βότανα. Η Βοτανική του Διοσκουρίδη περιέχει αρκετές πληροφορίες ιατρικής και φαρμακολογίας και πολυάριθμες μικρογραφίες, κυρίως ολοσέλιδες εικονογραφήσεις φυτών με αλφαβητική σειρά καθώς και εικόνες φιδιών, εντόμων, ζώων και πτηνών.
Άλλοι σημαντικοί αρχαίοι έλληνες συγγραφείς, χειρόγραφα των οποίων διασώζονται ακόμη στο Άγιον Όρος, είναι ο Επίκτητος, ο Ερμογένης και ο Ευκλείδης στην μονή Εσφιγμένου, ο Ευριπίδης, ο Αισχύλος, ο Θεόκριτος, ο Σοφοκλής και ο Πίνδαρος στην Ιβήρων. Από αυτά που ξεχωρίζουν είναι και το φημισμένο χειρόγραφο των γεωγράφων Πτολεμαίου και Στράβωνα (αριθμός 655, του 13ου αιώνα), που βρίσκεται στο Βατοπαίδι.
Εκτός από τη Βοτανική του Διοσκουρίδη στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας σώζονται δύο χειρόγραφα του Θουκυδίδη και οι Βίοι Παράλληλοι του Πλούταρχου. Επίσης στην τελευταία σώζονται το μοναδικό νομικό χειρόγραφο με τις Νεαρές των Κομνηνών(13ος αι. Θ65), ένα σπάνιο ιατρικό χειρόγραφο του Αέτιου Αμηδινού, προσωπικού ιατρού του Ιουστινιανού, καθώς και χειρόγραφα του Γαληνού. Όπως προαναφέραμε, ο αριθμός των χειρογράφων των κλασσικών συγγραφέων θα πρέπει να θεωρείται μεγάλος, αν λάβουμε υπόψιν μας πως αυτά ακριβώς τα έργα ήταν ο κύριος στόχος των Ευρωπαίων «προσκυνητών» κατά τις αφαιμάξεις των μοναστηριακών βιβλιοθηκών.
ΚΛΟΠΕΣ ΚΑΙ ΑΦΑΙΜΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΑΠΟ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ «ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΣ»
Οι μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άθωνα είχαν μεγάλη φήμη και ασκούσαν πάντα μεγάλη γοητεία στο λόγιο και βιβλιόφιλο κοινό της Δύσης, το οποίο εκφράζονταν με θαυμασμό για τις «εξαιρετικές βιβλιοθήκες… που βρίσκονται στο Όρος Άθως» (celebratisimas bibliotecas… qui in Ato Montesunt).
Τα πανεπιστήμια, οι ευγενείς, οι λόγιοι αλλά και οι τυπογράφοι της Δύσης, ανακαλύπτοντας τη δύναμη και τη γοητεία της αρχαιοελληνικής σκέψης, επιθυμούσαν διακαώς να αποκτήσουν και να μελετήσουν αρχαιοελληνικούς κώδικες, που για τους μοναχούς του Άθωνα θεωρούνταν συνήθως… δευτερευούσης σημασίας σε σχέση με τα λειτουργικά και θεολογικά κείμενα. Έτσι, με την πρωτοβουλία φιλότεχνων, ως επί το πλείστον, Ηγεμόνων οργανώθηκαν ολόκληρες αποστολές προς τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, που είχαν ως επίκεντρο τους την αγορά κωδίκων με έργα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων.
Στοχεύοντας σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαιοελληνικούς κώδικες, οι Δυτικοί «συλλέκτες χειρογράφων» αφαίμαξαν σημαντικές ποσότητες κωδίκων, με αποτέλεσμα σήμερα να διασώζονται λιγότερα από 1000 χειρόγραφα κοσμικών γνώσεων στο Άγιον Όρος. Ωστόσο, χάρη σε αυτές τις αφαιμάξεις επιχειρήθηκαν και οι πρώτες τυπογραφικές εκδόσεις του 16ου,17ου και 18ου αιώνα, με κυριότερη εκείνη των Απάντων του Πλάτωνα από τον τυπογράφο Μανούτιο Αλδο (Βενετία 1513).
Εύκολα γίνεται κατανοητό τo πόσο βοήθησαν αυτού του είδους οι εκδόσεις στην Αναγέννηση της Δύσης, εφόσον όλα αυτά τα έργα έγιναν αντικείμενα προσεκτικής μελέτης από τους ιστορικούς, φιλόλογους και θεολόγους της Εσπερίας. Αυτή η αναβίωση του κλασικού πνεύματος πυροδότησε μια αλυσιδωτή αντίδραση αφυπνίσεων, που τελικά οδήγησε στη σταδιακή απελευθέρωση της Ευρώπης από τα δεσμά των προκαταλήψεων και της άγνοιας.
Σύμφωνα μάλιστα με τον ιερομόναχο Νικόδημο τον Λαυριώτη (Μεγίστη Λαύρα), υπεύθυνο για τη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων του Αγίου Όρους: «Οι διαρροές των χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες βοήθησαν στο να απαλλαγεί η Δύση από τον σκοταδισμό της παπικής αλαζονείας».
Ας κάνουμε ωστόσο μια μικρή παρένθεση σχετικά με τις σημαντικότερες περιπτώσεις αφαιμάξεων και απωλειών χειρογράφων από τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες. Χάρη σ’ ένα ταξίδι, που απέβη ιδιαίτερο καρποφόρο, ο έλληνας λόγιος Ιανός Λάσκαρης(1445-1534) επισκέφτηκε το 1491-1492 τον Άθωνα και για λογαριασμό του ηγεμόνος της Φλωρεντίας Λαυρέντιου Μεδίκου, αφαίρεσε 200 περίπου ελληνικά χειρόγραφα, από τα οποία 80 περιείχαν έργα άγνωστα την εποχή εκείνη στη Δύση, μεταξύ των οποίων έργα του Γαληνού, του Θεόκριτου, του Αριστοτέλη, του Πτολεμαίου, του Καλλίμαχου…
Ο Kερκυραίος λόγιος Nικόλαος Σοφιανός ανάμεσα στα χρόνια 1540-1544 αντέγραψε και συνέλεξε στο Άγιον Όρος περίπου 300 χειρόγραφα για λογαριασμό του Hurtado de Mentoza, του βιβλιόφιλου πρέσβη του Kαρόλου E’ στη Bενετία. Στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα ο Aθανάσιος ο Ρήτωρ, ο οποίος προσχώρησε στον καθολικισμό, κατ’ εντολή του καρδινάλιου Μαζαρίνου μετέφερε στη Γαλλία 109 χειρόγραφα, από τα οποία 74 προέρχονταν από τη Μεγίστη Λαύρα και σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων.
Επίσης ο Mηνάς Mινωΐδης στα 1840-1855, κατ’ εντολή του γαλλικού Υπουργείου Παιδείας μετέφερε κι αυτός στη Γαλλία πολλά ελληνικά χειρόγραφα, τόσο από άλλες Μονές (π.χ. από τη Ι. Μ.Tιμίου Προδρόμου Σερρών), αλλά κυρίως από τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Άγίου Όρους.
Το 1516 ο Μάξιμος Γραικός (Μιχαήλ Τριβώλης), ο περίφημος «φωτιστής των Ρώσων», μετέφερε στη Ρωσία δεκάδες κώδικες για να τον βοηθήσουν στο μεταφραστικό του έργο. Το 1654,ο Ρώσος μοναχός Αρσένιος Σουχάνωφ, ενεργώντας με εντολή του Τσάρου Αλέξιου και του Πατριάρχη της Μόσχας Νίκωνος, μετέφερε στην «3η Ρώμη» πάνω από 500 αγιορείτικα χειρόγραφα! Συγκεκριμένα απογύμνωσε πολλές μονές από αξιόλογα χειρόγραφα, πολλά από τα οποία περιείχαν κλασικά κείμενα.
Τέλος,ο γνωστός Ρώσος επιστήμονας Πορφύριος Oυσπένσκυ, αρχιμανδρίτης και κατόπιν αρχιεπίσκοπος Kιέβου, περιήλθε τις Mονές του Σινά, των Mετεώρων και του Αγίου Όρους και δεν δίστασε να αφαιρέσει από αυτές όσα χειρόγραφα ή και μεμονωμένα ακόμη φύλλα του φαίνονταν να έχουν κάποια αξία. Το μόνο θετικό πάντως απ’ όλες αυτές τις αφαιμάξεις είναι ότι φωτίστηκε από την ελληνική γνώση, τόσο η παπική Δύση, όσο και οι σλαβικοί λαοί του βορρά.
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους σώζονται 16.000-20.000 χειρόγραφα! Αυτή η ποσότητα θεωρείται ότι αποτελεί το 50% των ελληνόγλωσων χειρογράφων, που υπάρχουν σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο. Από αυτά πάνω από τα μισά βρίσκονται στις βιβλιοθήκες τριών μόνον μοναστηριών (Μεγίστη Λαύρα, Ιβήρων και Βατοπαίδι). Ειδικότερα η βιβλιοθήκη της Μεγίστης Λαύρας είναι η μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων (2242 χειρόγραφα) στο Άγιο Όρος και η 3η παγκοσμίως, ύστερα από εκείνη της Αγίας Αικατερίνης του Σινά (4.500 χειρόγραφα εκ των οποίων το 75% είναι ελληνόγλωσσα) και του Βατικανού(3.500 χειρόγραφα).Στις 20 μονές του Άθωνα σώζεται το μοναδικό διαχρονικό σύνολο ελληνικών χειρογράφων όχι μόνο στο χώρο της ελληνικής επικράτειας, αλλά και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Τα ελληνικά χειρόγραφα του Αγίου Όρους συγκροτούν τη μεγαλύτερη συλλογή ελληνικών χειρογράφων στον κόσμο, αφού ο αριθμός τους ξεπερνά κατά πολύ το σύνολο των δύο μεγαλύτερων συλλογών της Ευρώπης, του Βατικανού και της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, που και οι δύο μαζί δεν υπερβαίνουν τις 10.000.
ΔΙΑΣΩΣΗ ΣΕ ΜΙΚΡΟΦΙΛΜΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Η μελέτη της ιστορίας των αγιορείτικων χειρογράφων δεν είναι εύκολη υπόθεση, εφόσον ποτέ δεν υπήρξαν μεσαιωνικοί κατάλογοι βιβλιοθηκών, όπως στις περιπτώσεις των μεσαιωνικών μοναστηριών της Δύσης. Οι προσπάθειες για την καταγραφή και τη συστηματική μελέτη των χειρογράφων του Άθωνα ξεκίνησαν μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα και συνεχίζονται. Πρώτος ο Σπυρίδων Λάμπρου εξέδωσε έναν δίτομο κατάλογο κωδίκων του Όρους(πλην Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας),που περιελάμβανε 6.619 χειρόγραφα. Στη συνέχεια, το 1925, ο καθηγητής Σωφρόνιος Ευστρατιάδης εξέδωσε στο Παρίσι έναν κατάλογο με τους κώδικες των μονών Βατοπαιδίου και Μεγίστης Λαύρας. Πλήρης πάντως κατάλογος δεν υπάρχει ακόμη.
Ωστόσο το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών(ΠΙΠΜ) της Ι.Μ. Βλατάδων (Θεσσαλονίκη) έχει αναλάβει τη κατάρτιση ενός λεπτομερούς καταλόγου, όπως επίσης και τη μικροφωτογράφιση όλων των χειρογράφων. Έτσι το περιεχόμενο των χειρογράφων όχι μόνον θα διασωθεί, αλλά θα είναι εύκολη και η μελέτη τους από τους ειδικούς, που δεν χρειάζονται πλέον να επισκεφτούν τις μοναστηριακές βιβλιοθήκες για να τα μελετήσουν. Το ΠΙΜΠ, που υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα που συντηρείται με επιχορηγήσεις και δωρεές. Ανάμεσα στ’ άλλα περιέχει ένα αρχείο μικροταινιών, ένα αρχείο διαφανειών (Slides) καθώς και ειδικές φωτοαναγνωριστικές συσκευές.
Η συντήρηση των αρχαίων χειρογράφων βασίζεται σ’ ένα πρόγραμμα, που περιλαμβάνει την τοποθέτησή τους σε ειδικές θήκες, για καλύτερη φύλαξη και μεταφορά. Την αποκατάσταση των διαλυμένων εξώφυλλων και εσώφυλλων και την τοποθέτηση φαρμάκων ενάντια στα φθοροποιά μικρόβια. Τέλος, σε συνεργασία και με ξένα πανεπιστήμια, εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα συντήρησης και απολύμανσης των χειρογράφων από καταστροφικά μικρόβια.
Η προσφορά των χειρογράφων του Αγίου Όρους στην πολιτιστική εξέλιξη της Ευρώπης είναι ανεκτίμητη. Όπως άλλωστε λέει χαρακτηριστικά και ο βιβλιοθηκάριος της μονής Μεγίστης Λαύρας, Ιερομοναχός Νικόδημος: «Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, που ακριβώς θα βρισκόταν σήμερα η ανθρωπότητα, χωρίς τις αρχαίες γνώσεις που διεσώθησαν με τα χειρόγραφα των βυζαντινών μοναστηριών και ιδιαίτερα του Αγίου Όρους. Κατά πάσα πιθανότητα η Αναγέννηση της Δύσης θ’ αργούσε μερικούς αιώνες…».
πηγή : Διακόνημα
Πηγές: ksipnistere – conspiracyfeeds.blogspot.gr
Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015
Tα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα του Αγίου Όρους
Αν σήμερα μπορούμε ν’ απολαύσουμε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Όμηρο, Θουκυδίδη το χρωστάμε σε μια χούφτα μοναχών.
Σε μια εποχή που η τυπογραφία άνηκε ακόμη στο μακρινό μέλλον, τα χειρόγραφα αποτελούσαν το μοναδικό τρόπο για να διασωθούν οι αρχαίες γνώσεις στο διηνεκές.
Στο Μεσαίωνα, ορισμένα μοναστήρια λειτούργησαν και ως «κιβωτοί γνώσεων» διαφυλάσσοντας τα αρχαία κείμενα με τη μορφή χειρογράφων.
Τα χειρόγραφα αυτά αντιγράφονταν από μοναχούς μέσα στο ημίφως των μοναστηριακών εργαστηρίων, στα περίφημα καλλιγραφεία. Τα περισσότερα αρχαιοελληνικά κείμενα που διασώθηκαν ως τις μέρες μας, είναι αποτέλεσμα των ακατάπαυστων αντιγραφών, που γίνονταν σ’ αυτά τα εργαστήρια από ορισμένους γενναίους μοναχούς.
Μοναχούς που έβαζαν σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις, που για κάποιους φανατικούς χριστιανούς θεωρούνταν «αιρετικές». Κι όμως, αυτές οι «αιρετικές» γνώσεις ήταν εκείνες που οδήγησαν στην αναγέννηση του Δυτικού πολιτισμού…
Ακόμη και στα χρόνια του Μεσαίωνα, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αγραμματοσύνη, οι αγιορείτες μοναχοί έδιναν έμφαση στο γραπτό λόγο, θεωρώντας ότι συμβάλει στην πνευματική αναβάθμιση των ανθρώπων. Γι’ αυτό και έγραφαν, αντέγραφαν και διαφύλατταν χιλιάδες χειρόγραφα, όχι μόνο θεολογικού ή λειτουργικού χαρακτήρα, αλλά και «κοσμικών γνώσεων», οι οποίες κληροδοτήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς.
Τα χειρόγραφα αυτά, πέρα από το περιεχόμενο τους, ήταν και διακοσμημένα με καλλιγραφίες, πράγμα που τα καθιστούσε αληθινά μνημεία τέχνης. Παρά τις καταστροφές και τις αφαιμάξεις που υπέστησαν, οι βιβλιοθήκες των μοναστηριών του Άθω κρύβουν έναν πραγματικό θησαυρό αρχαιοελληνικών γνώσεων. Σήμερα, στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους φυλάσσονται περίπου 20.000 πολύτιμα χειρόγραφα, που περιμένουν υπομονετικά τους ειδικούς για να τα μελετήσουν…
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΛΛΙΓΡΑΦΟΙ-ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ
Η χερσόνησος του Άθω άρχισε να αναδύεται ως μοναστικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προς τα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα, όταν κατέφθασε εκεί κρυφά ο μοναχός Αθανάσιος, ο οποίος ίδρυσε στο νοτιοανατολικό άκρο της χερσονήσου τη μονή Μεγίστης Λαύρας(963μ.Χ.). Ο Αθανάσιος, ο ιδρυτής του αγιορείτικου κοινοβιακού μοναχισμού, ήταν προσωπικός φίλος του Ιωάννη Τσιμισκή καθώς και διακεκριμένος καλλιγράφος και ταχυγράφος.
Επέλεξε τη χερσόνησο του Άθω ως τόπο μοναστικής ζωής εξ αιτίας της απαράμιλλης φυσικής της ομορφιάς, της φυσικής της προστασίας από τις εχθρικές επιδρομές, του γεγονότος ότι ήταν ουσιαστικά ακατοίκητη από ανθρώπους, καθώς και εξ’ αιτίας της γεωγραφικής της εγγύτητας με τη συμβασιλεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Εξαιτίας αυτών των πλεονεκτημάτων ο Άθως εξελίχθηκε σύντομα στο σημαντικότερο μοναστηριακό κέντρο του ορθόδοξου χριστιανισμού, με πολυάριθμα μοναστήρια και χιλιάδες μοναχούς.
Ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης ήταν ένας άνθρωπος ασκητικός, που όμως αγαπούσε υπερβολικά τα βιβλία. Όταν από την Κωνσταντινούπολη κατέφθασε στον Άθω, εκτός από το καλογερικό του κουκούλι κουβάλησε μαζί του και δύο βιβλία. Αυτή η αγάπη του για τα βιβλία τον οδήγησε να ιδρύσει στην νεοσύστατη ακόμη Μεγίστη Λαύρα ένα εργαστήριο αντιγραφής χειρογράφων (Scriptorium) και μια οργανωμένη βιβλιοθήκη. Όρισε μάλιστα υπεύθυνο για το εργαστήριο τον πρωτοκαλλίγραφο Ιωάννη και βιβλιοφύλακα τον μοναχό Μιχαήλ.
Το παράδειγμα του μιμήθηκαν και οι κτήτορες των άλλων μοναστηριών (Βατοπαιδίου 985μ.Χ. και Ιβήρων 980μ.χ.), που φρόντισαν προσωπικά για την παραγωγή, την αντιγραφή και τη διαφύλαξη βιβλίων, με περιεχόμενο όχι μόνον θεολογικό και λειτουργικό αλλά και «κοσμικών γνώσεων», δηλαδή φιλοσοφικό, ιατρικό, νομικό, μουσικό κι εκπαιδευτικό.
Πολλοί μοναχοί έμειναν γνωστοί και ως γραφείς χειρόγραφων κωδίκων με πλούσια δράση και παραγωγή (Αθανάσιος ο Αθωνίτης, Ιωάννης Λαυριώτης, Ευθύμιος ο Ιβηρ, Διονύσιος Στουδίτης, Νείλος ο Μυροβλήτης, Ιωάννης ο Κουκουζέλης κ.α.). Συνολικά μνημονεύονται πάνω από 40 επώνυμοι βυζαντινοί καλλίγραφοι-μοναχοί, που συνέγραψαν χειρόγραφα στις αγιορείτικες μονές.
ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ SCRIPTORIUM
Το σίγουρο είναι πως οι μοναχοί του Αγίου Όρους δεν περιφρονούσαν τα βιβλία. Μόλις ιδρύονταν ένα μοναστήρι μια από τις πρώτες ενέργειες των κτητόρων του ήταν η δημιουργία μιας βιβλιοθήκης, που αποσκοπούσε στην κάλυψη των πνευματικών αναγκών των μοναχών και πρωτίστως στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της μοναστικής αδελφότητας. Ο ηγούμενος όριζε πάντα έναν βιβλιοθηκάριο, υπεύθυνο για τη διαφύλαξη και συντήρηση των χειρογράφων.
Μια βιβλιοθήκη άρχιζε πάντα την πορεία της μ’ ένα πυρήνα βιβλίων, που αφιέρωνε σε αυτήν ο ιδρυτής της. Ως χώρος για τη διαφύλαξη των πολύτιμων χειρογράφων επιλέγονταν κατά παράδοση το υπερώο, πάνω από τον εξωνάρθηκα του καθολικού (π.χ. στη Μονή Εσφιγμένου). Σε άλλες ωστόσο περιπτώσεις, όταν ο χώρος του υπερώου δεν επαρκούσε, χρησιμοποιούνταν και ορισμένα απομονωμένα και πυρασφαλή κτίσματα, όπως στην περίπτωση της Μεγίστης Λαύρας.
Προτού ωστόσο τα χειρόγραφα τοποθετηθούν στη βιβλιοθήκη σημειώνονταν συνήθως πάνω τους η χαρακτηριστική κτητορική επιγραφή, που καταριόταν τον επίδοξο καταστροφέα τους: «Αυτή η βίβλος υπάρχει της θειας και ιεράς μονής… και όποιος την αφαιρέση να έχει τας άρας των τριακοσίων δέκα οκτώ…». Για προστατευτικούς πάλι λόγους, γράφτηκαν ανά τους αιώνες πάνω στα ίδια βιβλία, απαγορευτικές φράσεις όπως: «Μηδείς τεμνέτω τα φύλλα..» ή «Μηδείς αποξενώση την Βίβλο ταύτην…».
Μια βιβλιοθήκη φιλοδοξούσε πάντα να περιλάβει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις, όχι μόνον θεολογικού αλλά και κοσμικού περιεχομένου. Βασικές πηγές εμπλουτισμού μιας μοναστηριακής βιβλιοθήκης υπήρξαν η παραγωγή χειρογράφων στο ίδιο το μοναστήρι, η αγορά και η παραγγελία βιβλίων για την κάλυψη μιας συγκεκριμένης ανάγκης ή έλλειψης και βεβαίως οι μεγάλες και εντυπωσιακές δωρεές αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, πατριαρχών, αρχιερέων, μοναχών αλλά και ιδιωτών, που χάριζαν τις προσωπικές τους συλλογές (τον 16ο αιώνα ο καθηγητής της πατριαρχικής σχολής Θεοφάνης Ε. Νοταράς, χάρισε όλα του τα βιβλία στην Ι. Μ. Ιβήρων).
Κατά κανόνα κάθε μοναστήρι κληρονομούσε και την προσωπική βιβλιοθήκη των μοναχών του. Ωστόσο, αρκετά χειρόγραφα προέρχονταν από παραγγελίες. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο σημείωμα για ένα χειρόγραφο, που παραγγέλθηκε με έξοδα μιας μονής: «Το παρόν Ωρολόγιον εγράφη παρά του οικτρού και αμαρτωλού Κύριλλου του Ναυπάκτιου δια συνδρομής και εξόδου της σεβάσμιας μονής…».
Στις περισσότερες μονές του Αγίου Όρους υπήρχαν λοιπόν συγκροτημένες συλλογές χειρογράφων και λειτουργούσαν βιβλιογραφικά εργαστήρια, όπου οι μοναχοί-γραφείς αντέγραφαν τα πρωτότυπα όχι αυθαίρετα αλλά βάσει αυστηρών κανόνων, που τους ακολουθούσαν πιστά. Τα ελληνικά χειρόγραφα γράφονταν μέχρι τον 9ο αιώνα σε μεγαλογράμματη γραφή, δηλαδή με κεφαλαία. Από τον 9ο αιώνα όμως και μετά επικρατεί σταδιακά η μικρογράμματη γραφή και όλα τα χειρόγραφα των προηγούμενων εποχών «μεταχαρακτηρίζονται» κατά τη διάρκεια της αντιγραφής τους.
Από την ίδρυση των πρώτων Scriptorium στις μονές υπήρχε μια σχετικά αξιόλογη παραγωγή χειρογράφων, ενώ η ακμή της βιβλιογραφικής δραστηριότητας εντοπίζεται τον 14ο και τον 15ο αιώνα. Η παραγωγή χειρογράφων συνεχίστηκε και μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας (άλλωστε το πρώτο τυπογραφείο στον ελλαδικό χώρο λειτούργησε το 1759 στη Μεγίστη Λαύρα) φθάνοντας στο σημείο να μιλάμε τον 17ο αιώνα για πραγματική άνθηση, με την εμφάνιση μιας ιδιότυπης μορφής γραφής, την «Ξηροποτάμινην γραφήν» ,που είναι γνωστή και ως «αγιορείτικη».
Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Τα χειρόγραφα, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους υπολογίζονται επίσημα στις 15.000 ή, σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς ξεπερνούν τις 20.000. Αυτά μπορούν να ταξινομηθούν με κριτήρια μορφολογικά, γλωσσολογικά αλλά κυρίως με βάση το περιεχόμενο τους. Με βάσει τη μορφή τους τα χειρόγραφα διακρίνονται σε ειλητάρια ή κοντάκια (ονομάζονται έτσι επειδή τυλίγονται γύρω από κοντό ξύλο) και σε κώδικες (βιβλία) διαφόρων σχημάτων.
Πρέπει να σημειωθεί πως από τον 2ο και 3ο μ.Χ. αιώνα, τα βιβλία με δεμένες σελίδες (κώδιξ, λατινικά codex) άρχισαν να αντικαθιστούν τον παραδοσιακό κύλινδρο από πάπυρο. Ήταν μια ανθεκτική και εύκολη στη χρήση γραφική ύλη, τόσο για το κείμενο όσο και για την εικονογράφηση τους. Σύντομα οι κώδικες έγιναν η κυρίαρχη μορφή των χειρογράφων.
Οι περισσότεροι κώδικες έχουν καλλιτεχνικές βιβλιοδεσίες και διακοσμημένα καλύμματα με βαρύτιμα επιθήματα, σκαλιστά μέταλλα και ημιπολύτιμους λίθους. Όσον αφορά το βιβλιακό υλικό με το οποίο είναι κατασκευασμένα διακρίνονται σε περγαμηνά (από δέρμα ζώου), χαρτώα και βομβύκινα (από βαμβάκι).
Από γλωσσική άποψη χωρίζονται σε ελληνικά (90% επί του συνόλου) και ξενόγλωσσα. Τα ξενόγλωσσα, που αποτελούν περίπου το ένα δέκατο, περιλαμβάνουν σλάβικα, λατινικά, ρουμάνικα και γεωργιανά χειρόγραφα, και χρησιμοποιούνταν από τους ξενόγλωσσους ορθόδοξους μοναχούς που παροικούν στο Άγιον Όρος κατά την τελευταία χιλιετηρίδα. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι παρά μεταφράσεις από τα ελληνικά θεολογικών και λειτουργικών κειμένων.
Τέλος, όσον αφορά την αρχαιότητα τους, το αρχαιότερο χειρόγραφο του Αγίου Όρους είναι ένα περγαμηνό σπάραγμα λατινικής γραφής του 4ου μ.Χ. αιώνα και οκτώ φύλλα του Ευθαλιανού Κώδικα (6ος μ.Χ. αιώνας), με αποσπάσματα από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου προς Γαλάτες και Κορινθίους.
(συνεχίζεται)
πηγή: Διακόνημα
Τα χειρόγραφα αυτά αντιγράφονταν από μοναχούς μέσα στο ημίφως των μοναστηριακών εργαστηρίων, στα περίφημα καλλιγραφεία. Τα περισσότερα αρχαιοελληνικά κείμενα που διασώθηκαν ως τις μέρες μας, είναι αποτέλεσμα των ακατάπαυστων αντιγραφών, που γίνονταν σ’ αυτά τα εργαστήρια από ορισμένους γενναίους μοναχούς.
Μοναχούς που έβαζαν σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τις αρχαίες γνώσεις, που για κάποιους φανατικούς χριστιανούς θεωρούνταν «αιρετικές». Κι όμως, αυτές οι «αιρετικές» γνώσεις ήταν εκείνες που οδήγησαν στην αναγέννηση του Δυτικού πολιτισμού…
Ακόμη και στα χρόνια του Μεσαίωνα, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αγραμματοσύνη, οι αγιορείτες μοναχοί έδιναν έμφαση στο γραπτό λόγο, θεωρώντας ότι συμβάλει στην πνευματική αναβάθμιση των ανθρώπων. Γι’ αυτό και έγραφαν, αντέγραφαν και διαφύλατταν χιλιάδες χειρόγραφα, όχι μόνο θεολογικού ή λειτουργικού χαρακτήρα, αλλά και «κοσμικών γνώσεων», οι οποίες κληροδοτήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες σοφούς.
Τα χειρόγραφα αυτά, πέρα από το περιεχόμενο τους, ήταν και διακοσμημένα με καλλιγραφίες, πράγμα που τα καθιστούσε αληθινά μνημεία τέχνης. Παρά τις καταστροφές και τις αφαιμάξεις που υπέστησαν, οι βιβλιοθήκες των μοναστηριών του Άθω κρύβουν έναν πραγματικό θησαυρό αρχαιοελληνικών γνώσεων. Σήμερα, στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους φυλάσσονται περίπου 20.000 πολύτιμα χειρόγραφα, που περιμένουν υπομονετικά τους ειδικούς για να τα μελετήσουν…
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΛΛΙΓΡΑΦΟΙ-ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ
Η χερσόνησος του Άθω άρχισε να αναδύεται ως μοναστικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προς τα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα, όταν κατέφθασε εκεί κρυφά ο μοναχός Αθανάσιος, ο οποίος ίδρυσε στο νοτιοανατολικό άκρο της χερσονήσου τη μονή Μεγίστης Λαύρας(963μ.Χ.). Ο Αθανάσιος, ο ιδρυτής του αγιορείτικου κοινοβιακού μοναχισμού, ήταν προσωπικός φίλος του Ιωάννη Τσιμισκή καθώς και διακεκριμένος καλλιγράφος και ταχυγράφος.
Επέλεξε τη χερσόνησο του Άθω ως τόπο μοναστικής ζωής εξ αιτίας της απαράμιλλης φυσικής της ομορφιάς, της φυσικής της προστασίας από τις εχθρικές επιδρομές, του γεγονότος ότι ήταν ουσιαστικά ακατοίκητη από ανθρώπους, καθώς και εξ’ αιτίας της γεωγραφικής της εγγύτητας με τη συμβασιλεύουσα πόλη της αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Εξαιτίας αυτών των πλεονεκτημάτων ο Άθως εξελίχθηκε σύντομα στο σημαντικότερο μοναστηριακό κέντρο του ορθόδοξου χριστιανισμού, με πολυάριθμα μοναστήρια και χιλιάδες μοναχούς.
Ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης ήταν ένας άνθρωπος ασκητικός, που όμως αγαπούσε υπερβολικά τα βιβλία. Όταν από την Κωνσταντινούπολη κατέφθασε στον Άθω, εκτός από το καλογερικό του κουκούλι κουβάλησε μαζί του και δύο βιβλία. Αυτή η αγάπη του για τα βιβλία τον οδήγησε να ιδρύσει στην νεοσύστατη ακόμη Μεγίστη Λαύρα ένα εργαστήριο αντιγραφής χειρογράφων (Scriptorium) και μια οργανωμένη βιβλιοθήκη. Όρισε μάλιστα υπεύθυνο για το εργαστήριο τον πρωτοκαλλίγραφο Ιωάννη και βιβλιοφύλακα τον μοναχό Μιχαήλ.
Το παράδειγμα του μιμήθηκαν και οι κτήτορες των άλλων μοναστηριών (Βατοπαιδίου 985μ.Χ. και Ιβήρων 980μ.χ.), που φρόντισαν προσωπικά για την παραγωγή, την αντιγραφή και τη διαφύλαξη βιβλίων, με περιεχόμενο όχι μόνον θεολογικό και λειτουργικό αλλά και «κοσμικών γνώσεων», δηλαδή φιλοσοφικό, ιατρικό, νομικό, μουσικό κι εκπαιδευτικό.
Πολλοί μοναχοί έμειναν γνωστοί και ως γραφείς χειρόγραφων κωδίκων με πλούσια δράση και παραγωγή (Αθανάσιος ο Αθωνίτης, Ιωάννης Λαυριώτης, Ευθύμιος ο Ιβηρ, Διονύσιος Στουδίτης, Νείλος ο Μυροβλήτης, Ιωάννης ο Κουκουζέλης κ.α.). Συνολικά μνημονεύονται πάνω από 40 επώνυμοι βυζαντινοί καλλίγραφοι-μοναχοί, που συνέγραψαν χειρόγραφα στις αγιορείτικες μονές.
ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ SCRIPTORIUM
Το σίγουρο είναι πως οι μοναχοί του Αγίου Όρους δεν περιφρονούσαν τα βιβλία. Μόλις ιδρύονταν ένα μοναστήρι μια από τις πρώτες ενέργειες των κτητόρων του ήταν η δημιουργία μιας βιβλιοθήκης, που αποσκοπούσε στην κάλυψη των πνευματικών αναγκών των μοναχών και πρωτίστως στην κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της μοναστικής αδελφότητας. Ο ηγούμενος όριζε πάντα έναν βιβλιοθηκάριο, υπεύθυνο για τη διαφύλαξη και συντήρηση των χειρογράφων.
Μια βιβλιοθήκη άρχιζε πάντα την πορεία της μ’ ένα πυρήνα βιβλίων, που αφιέρωνε σε αυτήν ο ιδρυτής της. Ως χώρος για τη διαφύλαξη των πολύτιμων χειρογράφων επιλέγονταν κατά παράδοση το υπερώο, πάνω από τον εξωνάρθηκα του καθολικού (π.χ. στη Μονή Εσφιγμένου). Σε άλλες ωστόσο περιπτώσεις, όταν ο χώρος του υπερώου δεν επαρκούσε, χρησιμοποιούνταν και ορισμένα απομονωμένα και πυρασφαλή κτίσματα, όπως στην περίπτωση της Μεγίστης Λαύρας.
Προτού ωστόσο τα χειρόγραφα τοποθετηθούν στη βιβλιοθήκη σημειώνονταν συνήθως πάνω τους η χαρακτηριστική κτητορική επιγραφή, που καταριόταν τον επίδοξο καταστροφέα τους: «Αυτή η βίβλος υπάρχει της θειας και ιεράς μονής… και όποιος την αφαιρέση να έχει τας άρας των τριακοσίων δέκα οκτώ…». Για προστατευτικούς πάλι λόγους, γράφτηκαν ανά τους αιώνες πάνω στα ίδια βιβλία, απαγορευτικές φράσεις όπως: «Μηδείς τεμνέτω τα φύλλα..» ή «Μηδείς αποξενώση την Βίβλο ταύτην…».
Μια βιβλιοθήκη φιλοδοξούσε πάντα να περιλάβει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις, όχι μόνον θεολογικού αλλά και κοσμικού περιεχομένου. Βασικές πηγές εμπλουτισμού μιας μοναστηριακής βιβλιοθήκης υπήρξαν η παραγωγή χειρογράφων στο ίδιο το μοναστήρι, η αγορά και η παραγγελία βιβλίων για την κάλυψη μιας συγκεκριμένης ανάγκης ή έλλειψης και βεβαίως οι μεγάλες και εντυπωσιακές δωρεές αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, πατριαρχών, αρχιερέων, μοναχών αλλά και ιδιωτών, που χάριζαν τις προσωπικές τους συλλογές (τον 16ο αιώνα ο καθηγητής της πατριαρχικής σχολής Θεοφάνης Ε. Νοταράς, χάρισε όλα του τα βιβλία στην Ι. Μ. Ιβήρων).
Κατά κανόνα κάθε μοναστήρι κληρονομούσε και την προσωπική βιβλιοθήκη των μοναχών του. Ωστόσο, αρκετά χειρόγραφα προέρχονταν από παραγγελίες. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο σημείωμα για ένα χειρόγραφο, που παραγγέλθηκε με έξοδα μιας μονής: «Το παρόν Ωρολόγιον εγράφη παρά του οικτρού και αμαρτωλού Κύριλλου του Ναυπάκτιου δια συνδρομής και εξόδου της σεβάσμιας μονής…».
Στις περισσότερες μονές του Αγίου Όρους υπήρχαν λοιπόν συγκροτημένες συλλογές χειρογράφων και λειτουργούσαν βιβλιογραφικά εργαστήρια, όπου οι μοναχοί-γραφείς αντέγραφαν τα πρωτότυπα όχι αυθαίρετα αλλά βάσει αυστηρών κανόνων, που τους ακολουθούσαν πιστά. Τα ελληνικά χειρόγραφα γράφονταν μέχρι τον 9ο αιώνα σε μεγαλογράμματη γραφή, δηλαδή με κεφαλαία. Από τον 9ο αιώνα όμως και μετά επικρατεί σταδιακά η μικρογράμματη γραφή και όλα τα χειρόγραφα των προηγούμενων εποχών «μεταχαρακτηρίζονται» κατά τη διάρκεια της αντιγραφής τους.
Από την ίδρυση των πρώτων Scriptorium στις μονές υπήρχε μια σχετικά αξιόλογη παραγωγή χειρογράφων, ενώ η ακμή της βιβλιογραφικής δραστηριότητας εντοπίζεται τον 14ο και τον 15ο αιώνα. Η παραγωγή χειρογράφων συνεχίστηκε και μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας (άλλωστε το πρώτο τυπογραφείο στον ελλαδικό χώρο λειτούργησε το 1759 στη Μεγίστη Λαύρα) φθάνοντας στο σημείο να μιλάμε τον 17ο αιώνα για πραγματική άνθηση, με την εμφάνιση μιας ιδιότυπης μορφής γραφής, την «Ξηροποτάμινην γραφήν» ,που είναι γνωστή και ως «αγιορείτικη».
Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Τα χειρόγραφα, που βρίσκονται σήμερα στις μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους υπολογίζονται επίσημα στις 15.000 ή, σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς ξεπερνούν τις 20.000. Αυτά μπορούν να ταξινομηθούν με κριτήρια μορφολογικά, γλωσσολογικά αλλά κυρίως με βάση το περιεχόμενο τους. Με βάσει τη μορφή τους τα χειρόγραφα διακρίνονται σε ειλητάρια ή κοντάκια (ονομάζονται έτσι επειδή τυλίγονται γύρω από κοντό ξύλο) και σε κώδικες (βιβλία) διαφόρων σχημάτων.
Πρέπει να σημειωθεί πως από τον 2ο και 3ο μ.Χ. αιώνα, τα βιβλία με δεμένες σελίδες (κώδιξ, λατινικά codex) άρχισαν να αντικαθιστούν τον παραδοσιακό κύλινδρο από πάπυρο. Ήταν μια ανθεκτική και εύκολη στη χρήση γραφική ύλη, τόσο για το κείμενο όσο και για την εικονογράφηση τους. Σύντομα οι κώδικες έγιναν η κυρίαρχη μορφή των χειρογράφων.
Οι περισσότεροι κώδικες έχουν καλλιτεχνικές βιβλιοδεσίες και διακοσμημένα καλύμματα με βαρύτιμα επιθήματα, σκαλιστά μέταλλα και ημιπολύτιμους λίθους. Όσον αφορά το βιβλιακό υλικό με το οποίο είναι κατασκευασμένα διακρίνονται σε περγαμηνά (από δέρμα ζώου), χαρτώα και βομβύκινα (από βαμβάκι).
Από γλωσσική άποψη χωρίζονται σε ελληνικά (90% επί του συνόλου) και ξενόγλωσσα. Τα ξενόγλωσσα, που αποτελούν περίπου το ένα δέκατο, περιλαμβάνουν σλάβικα, λατινικά, ρουμάνικα και γεωργιανά χειρόγραφα, και χρησιμοποιούνταν από τους ξενόγλωσσους ορθόδοξους μοναχούς που παροικούν στο Άγιον Όρος κατά την τελευταία χιλιετηρίδα. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι παρά μεταφράσεις από τα ελληνικά θεολογικών και λειτουργικών κειμένων.
Τέλος, όσον αφορά την αρχαιότητα τους, το αρχαιότερο χειρόγραφο του Αγίου Όρους είναι ένα περγαμηνό σπάραγμα λατινικής γραφής του 4ου μ.Χ. αιώνα και οκτώ φύλλα του Ευθαλιανού Κώδικα (6ος μ.Χ. αιώνας), με αποσπάσματα από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου προς Γαλάτες και Κορινθίους.
(συνεχίζεται)
πηγή: Διακόνημα
Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015
Η απαρχή των ημερών
"Και κάλεσε ο Θεός το φως ημέρα, και το σκότος το κάλεσε νύχτα».
Τώρα μεν λοιπόν, μετά τη δημιουργία του ηλίου, ημέρα είναι ο φωτισμένος από τον ήλιο αέρας, που λάμπει στο ημισφαίριο που βρίσκεται πάνω από τη γη, και νύχτα η σκίαση που γίνεται στη γη καθώς αποκρύπτεται ο ήλιος.
Τότε όμως γινόταν ημέρα, όχι κατά ηλιακή κίνηση, αλλά καθώς αναχυνόταν εκείνο το πρωτόγονο φως· και πάλι συστελλόταν κατά το μέτρο που ορίσθηκε από τον Θεό, και ακολουθούσε νύχτα.
"Και έγινε εσπέρα, και έγινε πρωί, ημέρα μία". Βράδυ λοιπόν είναι μεν κοινό όριο μεταξύ ημέρας και νύχτας· και ομοίως πρωί είναι η προσέγγιση νύχτας προς ημέρα.
Για να αποδώσει την προτεραιότητα τής γενέσεως στην ημέρα, ενωρίτερα ανέφερε το τέλος της ημέρας, έπειτα της νύχτας, σαν να ακολουθεί η νύχτα τη μέρα· επειδή η κατάσταση στον κόσμο πριν από τη γένεση τού φωτός, δεν ήταν νύχτα αλλά σκοτάδι· αυτό που ονομάσθηκε νύχτα ήταν το αντίθετο της ημέρας, το οποίο αργότερα απέκτησε και το όνομά του, μετά την ημέρα.
"Έγινε (λοιπόν) εσπέρα και έγινε πρωί".
Το ημερονύκτιο λέει. Και πάλι δεν προσφώνησε ημέρα και νύχτα, αλλά απένειμε την όλη προσφώνηση στο επικρατέστερο. Αυτή τη συνήθεια που θα βρεις και σε όλη τη Γραφή, κατά τη μέτρηση τού χρόνου να αριθμούνται ημέρες, αλλά όχι και νύχτες μαζί με τις ημέρες.
"Οι ημέρες των ετών μας", λέει ο Ψαλμωδός. Και πάλι ο Ιακώβ: "Οι ημέρες της ζωής μου μικρές και πονηρές". Και πάλι: "Όλες τις ημέρες της ζωής μου".
Έτσι, αυτά που τώρα παραδόθηκαν με τη μορφή Ιστορίας, είναι νομοθεσία προς τα εξής: "Και έγινε εσπέρα, και έγινε πρωί, ημέρα μία".
Για ποιό λόγο δεν είπε "πρώτη" αλλά "μία"; (αν και πιο ταιριαστό ήταν αυτός που στη συνέχεια θα μιλούσε για δεύτερη και τρίτη και τέταρτη μέρα, να προσφωνούσε "πρώτη" την αρχική τών μετέπειτα). Αλλά είπε "μία" περιορίζοντας έτσι τον προσδιορισμό του μέτρου της ημέρας και της νύχτας, και συνάπτοντας τον χρόνο του ημερονυκτίου, σαν οι εικοσιτέσσερις ώρες να συμπληρώνουν το διάστημα μιας ημέρας, συμπεριλαμβανομένης εννοείται στην ημέρα και τής νύχτας· έτσι ώστε ακόμα και αν συμβαίνει κατά τις ταλαντώσεις τού ηλίου η μία να είναι μεγαλύτερη από την άλλη, ο περιγραφόμενος χρόνος να συμπεριλαμβάνει τα διαστήματα και τών δύο.
Σαν ακόμα να έλεγε ότι είκοσι τέσσερις ώρες μετρούν το διάστημα μίας ημέρας·
ή ότι, η ουράνια περίοδος από το ίδιο σημείο ως την αποκατάστασή της πάλι στο ίδιο σημείο, γίνεται σε μία ημέρα· ώστε όποτε επικρατεί στον κόσμο εσπέρα και πρωί, κατά την περιφορά τού ηλίου, η περίοδος αυτή επιτυγχάνεται εντός του διαστήματος μίας ημέρας· ποτέ παραπάνω.
Ή, κυριότερος είναι ο μυστικά παραδιδόμενος λόγος, κατά τον οποίο, ο Θεός που κατασκεύασε τη φύση του χρόνου, επέβαλε σε αυτόν ως μέτρα και σημεία τα διαστήματα των ημερών, και μετρώντας τον με εβδομάδα, διατάσσει την εβδομάδα να ανακυκλώνεται παντοτεινά προς τον εαυτό της, μετρώντας την κίνηση του χρόνου.
Επιπλέον, η εβδομάδα σχηματίζεται αναστρέφοντας την "μία ημέρα" επτά φορές γύρω από τον εαυτό της και αυτό το σχήμα είναι κυκλικό· αρχίζει από τον εαυτό του και καταλήγει στον εαυτό του. Το οποίο είναι και ιδίωμα του αιώνος, να περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του και να μην καταλήγει πουθενά.
Γι' αυτό την κεφαλή του χρόνου, όχι πρώτη ημέρα, αλλά "μία" την ονόμασε· έτσι ώστε και από την προσηγορία να συγγενεύει με τον αιώνα. Επειδή με οικείο και φυσικό τρόπο κατονομάσθηκε "μία", εκείνη που δείχνει χαρακτήρα μοναδικό και ακοινώνητο από αυτόν τών άλλων.
Αν και η Γραφή μας παρουσιάζει πολλούς αιώνες, λέγοντας «αιώνα αιώνος» και «αιώνες αιώνων» πολλές φορές, ωστόσο κι εκεί, δεν απαριθμείται ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, ούτε τρίτος αιώνας· έτσι ώστε απ' αυτό μας φανερώνονται μάλλον καταστάσεις και διαφορές ποικίλων πραγμάτων, αλλά όχι περιγραφές και όρια και διαδοχές αιώνων.
Επειδή λέει: «Η ημέρα τού Κυρίου είναι μεγάλη και επιφανής» (Ιωήλ 2/β:11). Και πάλι: "Γιατί ζητάτε την ημέρα του Κυρίου; Και αυτή είναι σκοτάδι και όχι φως" (Αμώς 5/ε: 18). Σκοτάδι δηλαδή για τους αξίους τού σκότους. Επειδή εκείνη την ημέρα ο λόγος τη γνωρίζει ανέσπερη και αδιάδοχη και ατελεύτητη· την οποία ο Ψαλμωδός την κατονόμασε και "ογδόη", επειδή βρίσκεται έξω από αυτόν τον εβδομαδιαίο χρόνο.
Ώστε είτε την πεις ημέρα, είτε αιώνα, εκφράζεις την ίδια έννοια. Είτε λοιπόν λεγόταν ημέρα εκείνη η κατάσταση, είναι μία και όχι πολλές· είτε αιώνας ονομαζόταν, θα ήταν μοναδικός και όχι πολλοστός. Έτσι λοιπόν, για να οδηγήσει την έννοια προς τη μέλλουσα ζωή, ονόμασε "μία" την εικόνα τού αιώνος, την απαρχή τών ημερών, την συνομήλικη τού φωτός, την αγία Κυριακή, την τιμημένη με την Ανάσταση τού Κυρίου.
Έγινε λοιπόν εσπέρα, λέει, και έγινε πρωί, ημέρα μία.
Αλλά επειδή οι λόγοι για εκείνη την εσπέρα, καταλήφθηκαν από την παρούσα εσπέρα, βάζουν όριο εδώ στο λόγο μας.
Ο δε Πατέρας τού αληθινού φωτός, Αυτός που κόσμησε την ημέρα με το ουράνιο φως, που έκανε πρόσχαρη τη νύχτα με τις αυγές τής φωτιάς, που τακτοποίησε την ανάπαυση τού Μέλλοντος Αιώνος με το νοερό και άπαυστο φως, ας φωτίσει τις καρδιές σας σε επίγνωση τής αληθείας, και ας διατηρήσει τη ζωή σας χωρίς εμπόδια, δίνοντάς μας να περπατούμε με ευπρέπεια, σαν σε ημέρα, έτσι ώστε να λάμψετε σαν τον ήλιο, μέσα στη λαμπρότητα τών αγίων, για δικό μου καύχημα, στην ημέρα τού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες τών αιώνων. Αμήν!"
Του Αγίου Πατρός ημών
Βασιλείου του Μεγάλου
περί Πρώτης Δημιουργικής Ημέρας
Τελευταίο τμήμα τής Β΄ Ομιλίας "Εις την Εξαήμερον"
Τελευταίο τμήμα τής Β΄ Ομιλίας "Εις την Εξαήμερον"
Το Βάπτισμα της αγιότητος
Tου Άγίου Πατρός ημών Διαδόχου Φωτικής
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
Από "Τα 100 πρακτικά κεφάλαια" (κεφάλαια 76-100)
78. Είμαστε πλασμένοι κατ' εικόνα Θεού ως προς την νοερή κίνηση της ψυχής, ενώ το σώμα είναι σαν σπίτι της ψυχής. Με τη παράβαση του Αδάμ, όχι μόνο λερώθηκαν οι γραμμές της εικόνας που είχε η ψυχή, αλλά και το σώμα υπέπεσε στη φθορά. Γι' αυτό ο άγιος Λόγος του Θεού σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και μας χάρισε το νερό του αγίου Βαπτίσματος, ως Θεός, για να αναγεννηθούμε. Η αναγέννηση αυτή γίνεται με το νερό με την ενέργεια του Αγίου και Ζωοποιού Πνεύματος· και αμέσως καθαριζόμαστε κατά την ψυχή και κατά το σώμα, αν βέβαια προσερχόμαστε στο Θεό με όλη μας τη διάθεση. Τότε το Άγιο Πνεύμα κατοικεί μέσα μας, ενώ η αμαρτία εξορίζεται από Αυτό. Γιατί δεν είναι δυνατό, αφού η ψυχή είναι μία και απλή κατά τον χαρακτήρα της, να βρίσκονται σ' αυτήν δύο πρόσωπα, όπως νόμισαν μερικοί. Όταν η θεία χάρη προσαρμόζει τον εαυτό της με απέραντη στοργή στις γραμμές του «κατ' εικόνα», ως προκαταβολή της ομοιώσεως με το Θεό, που μπορεί να χωρέσει το πρόσωπο του σατανά; Αφού μάλιστα δεν υπάρχει καμιά επικοινωνία του φωτός με το σκοτάδι(Β΄ Κορ. 6, 14). Εμείς λοιπόν που τρέχομε στους ιερούς αγώνες της αρετής, πιστεύομε ότι με το Βάπτισμα της αφθαρσίας εξορίζεται από τα βάθη του νου το πολύμορφο φίδι, ο σατανάς. Και ας μη θαυμάζομε, γιατί μετά το βάπτισμα σκεφτόμαστε πάλι κακά μαζί με τα καλά. Αυτό συμβαίνει επειδή το Βάπτισμα της αγιότητας αφαιρεί την ακαθαρσία της αμαρτίας, το διπλό όμως χαρακτήρα της θελήσεώς μας δεν τον αλλάζει από τώρα· ούτε και εμποδίζει τους δαίμονες να μας πολεμούν ή να μας ψιθυρίζουν απατηλά λόγια. Ώστε, εκείνα που δεν φυλάξαμε όταν ήμαστε ψυχικοί(Ιούδα 19), δηλ. χωρίς Πνεύμα Θεού, να τα τηρήσομε τώρα με τη δύναμη του Θεού και με τα όπλα της δικαιοσύνης(Β΄ Κορ. 6, 17) που λάβαμε στο Βάπτισμα.
Ομολογία Πίστεως
Πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης,
εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σελ. 310-325
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)