Συνέντευξη
του μακαριστού Ιωάννη Φουντούλη
Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ο κ. Ιωάννης Μ. Φουντούλης διετέλεσε καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στην έδρα της Λειτουργικής. Γεννήθηκε το 1927 στο Μεσαγρό της Λέσβου από γονείς Μικρασιάτες. Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το οποίο αποφοίτησε με άριστα. Στη συνέχεια έκαμε άριστες μεταπτυχιακές σπουδές στο Βέλγιο, στη Γερμανία και στη Γαλλία. Ανηγορεύθη διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει εργαστεί και εκπονήσει μελέτες και βιβλία επί λειτουργικών χειρογράφων σε βιβλιοθήκες και μουσεία του εσωτερικού και του εξωτερικού. Αρθρογραφεί σε πληθώρα περιοδικών εντός και εκτός Ελλάδος και συνεχίζει και πέραν της συνταξιοδοτήσεώς του να εργάζεται δημιουργικά στο χώρο της Ελλαδικής Εκκλησίας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Η τοπική Εκκλησία τού οφείλει πολλά, δεδομένου ότι συνετέλεσε τα μέγιστα στην ανίχνευση και προβολή των Λεσβίων Αγίων. Συνδέθηκε πνευματικά και συγγενικά με τον αείμνηστο Μητροπολίτη Μυτιλήνης κυρό Ιάκωβο τον Β΄.
Απεβίωσε το 2007.
ΕΡ.: κ. Καθηγητά, η Ορθόδοξη Θεία Λατρεία σήμερα διατηρεί την παράδοση των πρώτων χριστιανικών αιώνων;
ΑΠ.: Σε γενικές γραμμές ναι. Η παράδοση γενικότερα και η λειτουργική μας παράδοση ειδικότερα, δεν είναι κάτι στατικό. Δεν είναι μουσειακό είδος· τα μουσειακά είδη παραμένουν ως σήμερα έτσι ακριβώς όπως ήταν χθες. Η παράδοση δέχτηκε και επιδέχεται μια εξέλιξη. Aναζητά το τελειότερο, αλλά διατηρεί το παλαιό. Περιφρουρεί εκείνο που παρέλαβε, αλλά με μια μορφή τελείως πορευομένη στο σήμερα.
ΕΡ.: Πρέπει να γονατίζουμε κατά τη διάρκεια της κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας;
ΑΠ: Η παράδοση της Εκκλησίας μας είναι σαφής. Η Θεία Λειτουργία είναι αναστάσιμο μυστήριο, οποιαδήποτε μέρα κι αν τελείται, και ως εκ τούτου ποτέ κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας δεν γονατίζουμε. Θεία Λειτουργία δεν τελείται τις ημέρες της κατανύξεως, από τη Δευτέρα μέχρι και τη Παρασκευή των εβδομάδων της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτές είναι ημέρες πένθους, και αυτές μόνο είναι ημέρες γονυκλισίας. Η κλίση των γονάτων στη Θεία Λειτουργία όλες τις ημέρες του έτους είναι ασυμβίβαστη πράξη, ακόμα και κατά τη στιγμή του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων. Ιστορικά αν εξετάσουμε το θέμα, βρίσκουμε ότι καθιερώθηκε αρχικά στους Ρωμαιοκαθολικούς. Εκείνοι επέβαλαν την κλίση των γονάτων κατά τον καθαγιασμό, ακριβώς για να “ξυπνήσουν” το λαό τους κάπου ενδιάμεσα της Θείας Λειτουργίας τους, επειδή ετελείτο στη λατινική γλώσσα, σε γλώσσα άγνωστη και ακατανόητη. Το μιμήθηκαν οι Ρώσοι και στη συνέχεια η βασίλισσα Όλγα, η οποία ήταν Ρωσίδα και ευσεβεστάτη γυναίκα, το εισήγαγε στη χώρα μας μαζί με παρόμοια έθιμα. Αρχικά στο παλάτι και στη συνέχεια το αποδέχθηκαν οι χριστιανικές οργανώσεις, που το καλλιέργησαν στον ακατήχητο τότε και ολιγογράμματο λαό μας. Μερικοί αντέδρασαν, μεταξύ αυτών και ο αείμνηστος Μητροπολίτης Μηθύμνης Ιάκωβος Μαλλιαρός, ο οποίος μάλιστα, όταν οι εκκλησιαζόμενοι γονάτιζαν μέσα στο Ναό κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, έβγαινε επιτιμητικά στην Ωραία Πύλη και έλεγε: “Τι είναι εδώ; Φραγκοκκλησιά ή τζαμί και γονατίζετε;” Δε νομίζω πως επικράτησε η γονυκλισία κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, γιατί, αν κοιτάξουμε σήμερα το εκκλησίασμά μας, ένας στους εκατό γονατίζει. Άρα δεν υιοθετήθηκε από την Ορθοδοξία και δεν έχει κανένα νόημα να παραμείνει η γονυκλισία κατά τη Θεία Λειτουργία. Πολλοί ισχυρίζονται πως η στιγμή της μετουσιώσεως των Τιμίων Δώρων είναι η σπουδαιότερη και η ιερότερη, γι’ αυτό και γονατίζουν. Όμως κι άλλες στιγμές είναι εξίσου σπουδαίες και ιερές, λ.χ. η ώρα της Θείας Μεταλήψεως· είναι η στιγμή της άμεσης κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό, κι όμως δε γονατίζουμε.
ΕΡ.: Ποια η θέση σας για την αλλαγή της γλώσσας των λειτουργικών μας κειμένων;
ΑΠ.: Έχουν ακουστεί πολλά. Θεωρώ πως είναι το δυσκολότερο θέμα που έχει να αντιμετωπίσει μια αναγεννητική προσπάθεια από την πλευρά πάντα της Εκκλησίας μας. Κατ’ αρχήν δεν υπάρχει θέμα γλώσσας· θεωρητικά. Γιατί πάντα η Ανατολή λάτρευε το Θεό στη γλώσσα του λαού. Άλλωστε στο σταυρό του Χριστού η αιτία της σταυρώσεως στην επιγραφή ήταν γραμμένη “ελληνιστί, εβραϊστί, ρωμαϊστί”. Μπορούμε να προσευχόμαστε στη γλώσσα που μας εκφράζει. Η γλώσσα του κάθε τόπου είναι σεβαστή. Δεν είναι εύκολο να μεταφραστεί λ.χ. η Θεία Λειτουργία. Η μετάφραση κάθε κειμένου είναι δύσκολη υπόθεση. Ας προσπαθήσουμε να μεταφράσουμε λ.χ. το “Πάτερ ημών” ή το “Άγιος ο Θεός”. Τι θα πει “Άγιος ο Θεός”; Πού είναι το ρήμα; Θα το μεταφράσουμε: “Άγιε Θεέ, Άγιε Ισχυρέ, Άγιε Αθάνατε ελέησέ μας” ή ”Άγιος είναι ο Θεός, Άγιος και Ισχυρός, Άγιος και Αθάνατος. Ελέησον ημάς”; Είναι και οι δύο κανονικές μεταφράσεις. Είναι πάρα πολύ δύσκολο το έργο της μεταφράσεως. Όταν φτάσει όμως ο λαός μας στο σημείο να μην καταλαβαίνει τα ελληνικά, αυτομάτως τα κείμενα πρέπει να μεταφραστούν. Σ’ αυτό το σημείο όμως, δόξα στο Θεό, δεν έχουμε φθάσει. Ο πιστός λαός είναι ο δέκτης και ο φορέας της λατρείας. Δεν βρισκόμαστε σ’ αυτό το στάδιο. Αυτό να το συνειδητοποιήσουμε. Τ’ άλλα, τα οποία ακούγονται, θεωρώ πως είναι υπερβολές. Δεν μηδενίζω το πρόβλημα. Είναι πρόβλημα, αλλά δεν έχει τις διαστάσεις που του δίνουμε. Τέλος, ας τονίσουμε πως δεν υπάρχει ιερή γλώσσα. Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, π. Αναστάσιος, μεταφράζει και τελεί τη Λειτουργία στα αλβανικά. Γιατί; Γιατί είναι απαίτηση πρακτική, είναι ανάγκη. Το ίδιο συμβαίνει και γενικότερα στην εξωτερική ιεραποστολή. Στη χώρα μας μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με ένα διαφωτιστικό κήρυγμα, με την κατήχηση, με το έντυπο και με διάφορες άλλες ποιμαντικές ενέργειες των ποιμένων της Εκκλησίας που αγωνιούν για τη σωτηρία του ποιμνίου τους.
Υάκινθος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου