πηγή: αρχαιολογία
Αφετηρία για την εξελικτική πορεία της γραφής θεωρείται η καθιέρωση του ιωνικού αλφάβητου στην Αθήνα από τον Ευκλείδη το 403/402 π.Χ. Η μεγαλογράμματη γραφή των αττικών επιγραφών αποτέλεσε τον κανόνα και πέρασε στο Βυζάντιο. Λέγεται ότι ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (περ. 257-180 π.Χ.) υπήρξε ο εισηγητής των σημείων στίξης που διέσπασαν τη συνεχή ακολουθία των λέξεων. Η καλλιγραφική προσπάθεια του γραφέα δεν ήταν πάντα η ίδια. Για τις διαπροσωπικές συναλλαγές αρκούσε ένα κοινότυπος τύπος γραφής που ονομάστηκε επισεσυρμένη
(ή κοινή). Τάση για προχωρημένη εκζήτηση εμφανίζει η επίσημη γραφή των δημόσιων υπηρεσιών, η λεγόμενη γραφή της επίσημης γραμματείας ή γραφειοκρατική. Η καλλιγραφική γραφή που απευθυνόταν σε βιβλιόφιλους ονομάστηκε βιβλιακή ή γραφή των βιβλίων. Πρώτα στάδια του μεγαλογράμματου ρυθμού, σε χρήση ως τον 10 αιώνα, αποτελούν η βακχυλίδεια και η ρωμαϊκή γραφή. Στο μεταίχμιο του 2ου-3ου αιώνα μ.Χ., εμφανίζεται η βιβλική μεγαλογράμματη γραφή. Δείγματα της κοπτικής ή αλεξανδρινής γραφής σώζονται από τον 6ο και 7ο αιώνα. Η τελευταία μορφή του μεγαλογράμματου ρυθμού είναι η οξυκόρυφη (ogivale), που εμφανίζει δύο τύπους, την κεκλιμένη και την όρθια. Επιβίωση της βιβλικής μεγαλογράμματης με αφομοιωμένα στοιχεία της οξυκόρυφης αποτελεί η λειτουργική στρογγυλόσχημη γραφή.
Η μικρογράμματη γραφή εμφανίζεται γύρω στο 800 μ.Χ.
Η αρχή της βρίσκεται στη μεγαλογράμματη κοινή επισεσυρμένη που, από τον 4ο ως τον 9ο αιώνα, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα χάρη της συντόμευσης του χρόνου γραφής. Η επίσημη χρήση της λατινικής γλώσσας ως τα χρόνια του Ηράκλειου (610-641 μ.Χ.) είχε σαν αποτέλεσμα το συνταίριασμα των χαρακτήρων ρωμαϊκής και λατινικής επισεσυρμένης σε ένα καινούριο ύφος γραφής, τη βυζαντινή επισεσυρμένη. Στην αναγέννηση των γραμμάτων του 9ου-10ου αιώνα, το βιβλιογραφικό εργαστήριο της Μονής Στουδίου προσφέρει το αρχαιότερο χειρόγραφο βυζαντινής μικρογράμματης γραφής. Στην τυποποίησή της, η στουδιτική γραφή κατέχει ξεχωριστή θέση. Η όλο και μεγαλύτερη εισδοχή μεγαλογράμματων σημείων στη μικρογράμματη γραφή δημιουργεί έναν μικτό ρυθμό. Η μικρογράμματη εμφανίζει τώρα δύο τύπους: την όρθια καλλιγραφική με μεγαλογράμματα τα σημεία Ε και Η και την καλλιγραφική με κλίση γραφή, που θα είναι η βάση για τις εξελικτικές τάσεις της μικρογράμματης. Οι παλαιογράφοι από εδώ και στο εξής μιλούν για ομάδες γραφών (παλαιά στρογγυλή, παλαιά επιμήκη κ.ά.). Τον 13ο αιώνα εμφανίζεται η γραφειοκρατική μικρογράμματη (δημοτική) γραφή με πολλές βραχυγραφίες και ακανόνιστα σχήματα γραμμάτων. Στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα δημιουργείται η ανισοστρόγγυλη γραφή.
Οι ξεχωριστές τεχνοτροπικές αποκλίσεις στους τύπους των γραφών συνδέονται με τα αντιγραφικά κέντρα της αυτοκρατορίας σε βαθμό που οι παλαιογράφοι ονοματίζουν με προσγραφές σε βιβλιογραφικά εργαστήρια.
Αφετηρία για την εξελικτική πορεία της γραφής θεωρείται η καθιέρωση του ιωνικού αλφάβητου στην Αθήνα από τον Ευκλείδη το 403/402 π.Χ. Η μεγαλογράμματη γραφή των αττικών επιγραφών αποτέλεσε τον κανόνα και πέρασε στο Βυζάντιο. Λέγεται ότι ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (περ. 257-180 π.Χ.) υπήρξε ο εισηγητής των σημείων στίξης που διέσπασαν τη συνεχή ακολουθία των λέξεων. Η καλλιγραφική προσπάθεια του γραφέα δεν ήταν πάντα η ίδια. Για τις διαπροσωπικές συναλλαγές αρκούσε ένα κοινότυπος τύπος γραφής που ονομάστηκε επισεσυρμένη
(ή κοινή). Τάση για προχωρημένη εκζήτηση εμφανίζει η επίσημη γραφή των δημόσιων υπηρεσιών, η λεγόμενη γραφή της επίσημης γραμματείας ή γραφειοκρατική. Η καλλιγραφική γραφή που απευθυνόταν σε βιβλιόφιλους ονομάστηκε βιβλιακή ή γραφή των βιβλίων. Πρώτα στάδια του μεγαλογράμματου ρυθμού, σε χρήση ως τον 10 αιώνα, αποτελούν η βακχυλίδεια και η ρωμαϊκή γραφή. Στο μεταίχμιο του 2ου-3ου αιώνα μ.Χ., εμφανίζεται η βιβλική μεγαλογράμματη γραφή. Δείγματα της κοπτικής ή αλεξανδρινής γραφής σώζονται από τον 6ο και 7ο αιώνα. Η τελευταία μορφή του μεγαλογράμματου ρυθμού είναι η οξυκόρυφη (ogivale), που εμφανίζει δύο τύπους, την κεκλιμένη και την όρθια. Επιβίωση της βιβλικής μεγαλογράμματης με αφομοιωμένα στοιχεία της οξυκόρυφης αποτελεί η λειτουργική στρογγυλόσχημη γραφή.
Η μικρογράμματη γραφή εμφανίζεται γύρω στο 800 μ.Χ.
Η αρχή της βρίσκεται στη μεγαλογράμματη κοινή επισεσυρμένη που, από τον 4ο ως τον 9ο αιώνα, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα χάρη της συντόμευσης του χρόνου γραφής. Η επίσημη χρήση της λατινικής γλώσσας ως τα χρόνια του Ηράκλειου (610-641 μ.Χ.) είχε σαν αποτέλεσμα το συνταίριασμα των χαρακτήρων ρωμαϊκής και λατινικής επισεσυρμένης σε ένα καινούριο ύφος γραφής, τη βυζαντινή επισεσυρμένη. Στην αναγέννηση των γραμμάτων του 9ου-10ου αιώνα, το βιβλιογραφικό εργαστήριο της Μονής Στουδίου προσφέρει το αρχαιότερο χειρόγραφο βυζαντινής μικρογράμματης γραφής. Στην τυποποίησή της, η στουδιτική γραφή κατέχει ξεχωριστή θέση. Η όλο και μεγαλύτερη εισδοχή μεγαλογράμματων σημείων στη μικρογράμματη γραφή δημιουργεί έναν μικτό ρυθμό. Η μικρογράμματη εμφανίζει τώρα δύο τύπους: την όρθια καλλιγραφική με μεγαλογράμματα τα σημεία Ε και Η και την καλλιγραφική με κλίση γραφή, που θα είναι η βάση για τις εξελικτικές τάσεις της μικρογράμματης. Οι παλαιογράφοι από εδώ και στο εξής μιλούν για ομάδες γραφών (παλαιά στρογγυλή, παλαιά επιμήκη κ.ά.). Τον 13ο αιώνα εμφανίζεται η γραφειοκρατική μικρογράμματη (δημοτική) γραφή με πολλές βραχυγραφίες και ακανόνιστα σχήματα γραμμάτων. Στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα δημιουργείται η ανισοστρόγγυλη γραφή.
Οι ξεχωριστές τεχνοτροπικές αποκλίσεις στους τύπους των γραφών συνδέονται με τα αντιγραφικά κέντρα της αυτοκρατορίας σε βαθμό που οι παλαιογράφοι ονοματίζουν με προσγραφές σε βιβλιογραφικά εργαστήρια.
Author: Κατερίνα Καλαμπαρτζή-Κατσαρού
© Copyright: Περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες
Μικρογράμματη γραφή τύπου «άσσου πίκας»: Κώδ., Εθνική Βιβλιοθήκη Βατικανού, αρ. 1553, φ120. 10ος αι., Ιωάννης Δαμασκηνός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου