"Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα με τη συνοδεία της" (547), ψηφιδωτό, Άγιος Βιτάλιος, Ραβέννα
Οι περίφημες παραστάσεις του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας με την ακολουθία τους στον Άγιο Βιτάλιο, που προέρχονται ίσως κατευθείαν από τα αυτοκρατορικά εργαστήρια, καθώς και τα ψηφιδωτά του τέλους του 6ου και του 7ου αιώνα στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης καθιερώνουν αυτές τις αισθητικές αρχές. Σε όλες αυτές τις παραστάσεις εντύπωση κάνει η ακρίβεια και η δύναμη των πορτραίτων, που έχουν αποκτήσει τον υπερβατικό χαρακτήρα της εικόνας. Δεν λείπουν όμως και οι αναβιώσεις αρχαίων μοτίβων, όπως δείχνουν τα εξαίρετα ψηφιδωτά δάπεδα του Μεγάλου Παλατιού, που χρονολογούνται στα μέσα του 6ου αιώνα. Τα θέματα πάνω σε λευκό φόντο είναι ποικίλα, ειδυλλιακές σκηνές, ιδιαίτερα αγαπητές στο τέλος της Αρχαιότητας, αντιπαρατίθενται σε δραματικές σκηνές. Όλες αυτές οι παραστάσεις πλαισιώνονται από ταινία με φύλλα ακάνθου, πουλιά ζώα και καρπούς, που εναλλάσσονται με ανθρώπινα κεφάλια πολύ εκφραστικά και ελληνιστικά στη σύλληψη και στην εκτέλεση.
"Η Μεταμόρφωση του Χριστού" (6ος αιώνας), ψηφιδωτό, Μονή Αγίας Αικατερίνης, Σινά
Η λατρεία των εικόνων, που διαδέχτηκε τη λατρεία των λειψάνων, αύξησε την παραγωγή και τη διάδοση των εικόνων, των οποίων η τέχνη αυτή την εποχή ήταν ακόμα στενά δεμένη με τις παραδόσεις της κλασικής προσωπογραφίας. Μόνο λίγα δείγματα από αυτές τις εικόνες έχουν διασωθεί και από αυτά τα καλύτερα και τα περισσότερα προέρχονται από τη μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά. Εικονίζουν τον Χριστό, την Παναγία μεταξύ αγίων και αγγέλων, τον Άγιο Πέτρο, τον Πρόδρομο και άλλους. Και δείχνουν την υψηλή ποιότητα της ζωγραφικής πινάκων αυτήν την εποχή.
"Ο αρχάγγελος του Ευαγγελισμού" (7ος αιώνας), τοιχογραφία, Santa Maria Antiqua, Ρώμη
Τοιχογραφίες από αυτήν την περίοδο είναι σπάνιες. Τα λείψανα στα ερείπια της Περούχτιτσα (Θράκη) είναι πολύ λίγα και οι τοιχογραφίες από τα παρεκκλήσια της Σάκκαρα και του Μπαουίτ της Αιγύπτου είναι πολύ επαρχιακές σε έμπνευση, ενώ οι λίγες διακοσμήσεις ταφών στη Θεσσαλονίκη και αλλού είναι αρκετά απλοϊκές. Πιο αξιοπρόσεχτες είναι οι τοιχογραφίες της Santa Maria Antiqua στη Ρώμη. Αφιερωματικά διάχωρα που έχουν εκτελεστεί σταδιακά και χωρίς σαφές πρόγραμμα, αποτελούν συλλογή από λαμπρά δείγματα καλής βυζαντινής ζωγραφικής μεταξύ 5ου και 8ου αιώνα. Εμφανίζουν διάφορες τάσεις, ανάμεσα στις οποίες ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη είναι εκείνη που δείχνει σημάδια επιστροφής στις κλασικές παραδόσεις.
"Ο Ιακώβ και η Ρεβέκκα στην πηγή" (Γένεση-6ος αιώνας), Βιέννη
Τα ιστορημένα χειρόγραφα είναι σπάνια. Ο Διοσκορίδης της Βιέννης, από την Κωνσταντινούπολη, περιέχει κοσμικό κείμενο. Οι μικρογραφίες που εικονογραφούν την Γένεση της Βιέννης και τους κώδικες του Ροσσάνο και της Σινώπης, δεν έχουν ενότητα και για αυτό αποδίδονται σε τρία μεγάλα διαφορετικά καλλιτεχνικά κέντρα αντίστοιχα. Κωνσταντινούπολη, Αντιόχεια ή Ιερουσαλήμ και Αλεξάνδρεια. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το Ευαγγέλιο του Ραμπουλά (586) με κείμενο συριακό, αλλά και αξιοθαύμαστα ζωντανές μικρογραφίες. Όλα μαζί φανερώνουν μια σαφή τάση για τη βαθμιαία διαμόρφωση ενός βυζαντινού ύφους
"Ο Χριστός ενώπιον του Πιλάτου και ο Ιούδας που επιστρέφει τα τριάκοντα αργύρια" (6ος αιώνας), Τετραευάγγελο του Ροσσάνο Καλαβρίας
Η Προεικονομαχική περίοδος (630-725) που χαρακτηρίζεται από την οριστική απώλεια της Αιγύπτου, Παλαιστίνης και Συρίας, είναι φτωχή σε έργα τέχνης. Μόνα αξιοσημείωτα λείψανα μένουν τμήματα ψηφιδωτών δαπέδων στην Παλαιστίνη και τα ψηφιδωτά του ναού της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ με τις συμβολικές παραστάσεις των Συνόδων. Ιδιαίτερα διδακτικές είναι οι διακοσμήσεις στα ανάκτορα και στα τεμένη των Ομμευαδών χαλιφών του τέλους του 7ου και των αρχών του 8ου αιώνα, που εκτελέστηκαν από Έλληνες ή Σύριους τεχνίτες εκπαιδευμένους κατά τη βυζαντινή παράδοση. Τα θέματα είναι καθαρά διακοσμητικά, όπως φυτικά κοσμήματα και τοπία χωρία καμία ανθρώπινη ή άλλη έμψυχη μορφή.
Εικονομαχία (725-843). Η τεράστια πολιτική σημασία που δόθηκε στη διαμάχη γύρω από την λατρεία των εικόνων δείχνει τη σοβαρότητα του ρόλου που έπαιζε η θρησκευτική ζωγραφική στη πνευματική ζωή του Βυζαντίου. Αντίδραση στην παράσταση θείων και ιερών προσώπων υπήρχε και είχε βρει έκφραση από πολύ παλαιά, όμως τώρα έλαβε την μορφή ενός γενικού και αυστηρού νόμου, που εκδόθηκε από τον Λέοντα τον Γ? το 726, ο οποίος προκάλεσε μακρά και αιματηρή διαμάχη, που κράτησε με μια μικρή διακοπή έως το 843.
Σε αυτήν την ταραγμένη περίοδο μεγάλος αριθμός έργων ζωγραφικής καταστράφηκε, ενώ τα νέα εικονογραφικά θέματα για τη διακόσμηση ναών περιορίστηκαν στην παράσταση σταυρών, λουλουδιών και ζώων. Από αυτά λίγα δείγματα σώθηκαν, γιατί και οι διακοσμήσεις αυτές καταστράφηκαν με τη σειρά τους από τους νικητές εικονόφιλους. Από τη ζωγραφική της περιόδου αυτής μένουν τμήματα από την ψηφιδωτή διακόσμηση της Αγίας Ειρήνης στην Κωνσταντινούπολη και της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη. Ακόμα λείψανα ανεικονικών διακοσμήσεων, που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στην Επισκοπή Ευρυτανίας, σε ναΰδρια της Νάξου και της νότιας Πελοποννήσου, δείχνουν ότι οι ριζοσπαστικές ιδέες των εικονομάχων βασιλέων είχαν φτάσει ως τις πιο απόμερες περιοχές της Αυτοκρατορίας.
Βιβλιογραφία:
E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 4ος 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
Ναυσικά Πανσελήνου, «Βυζαντινή Ζωγραφική-Η Βυζαντινή κοινωνία και οι εικόνες της», 2002, Εκδόσεις Καστανιώτη |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου