Ψυχολογία και Θεολογία | ||
www.psyche.gr/poimantiki.htm
| ||
Το σύνηθες σφάλμα της Εκκλησιαστικής Ποιμαντικής
Άν οι πνευματικοί πατέρες δεν συγκαταβαίνουν με αγάπη, ταπείνωση και σεβασμό στις ανθρώπινες αδυναμίες δεν μπορούν να κρατήσουν κοντά τους τα "δύσκολα" παιδιά του Θεού. Η παρουσία του Χριστού στη ζωή μας είναι χαρά. Παρόλο που η πνευματική πορεία γίνεται μέσα σε ασκητικά πλαίσια, η άσκηση αυτή δεν είναι καταπιεστική, αλλά σταυροαναστάσιμη. Ο πνευματικός πατέρας επικοινωνεί με τον πιστό και τον νουθετεί στα πλαίσια της ασκητικής θεολογίας. Στόχος του είναι να διευκολύνει την ομαλή ένταξη του πιστού στο ζωντανό Σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία. Ερμηνεύει και αξιολογεί τη συμπεριφορά του με βάση τα πνευματικά κριτήρια. Θέλει να τον βοηθήσει να προσαρμόσει την καθημερινότητά του στα ασκητικά δεδομένα που βίωσαν και δίδαξαν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Τον προτρέπει να υπακούει στο θέλημα του Θεού, να αποφεύγει την αμαρτία, να αντιμετωπίζει τις αντιξοότητες της ζωής με υπομονή και τις προκλητικές συμπεριφορές των άλλων με αγάπη, να συμμετέχει στις ακολουθίες της Εκκλησίας, να νηστεύει, να προσεύχεται κλπ. Το πρόβλημα αναδύεται όταν ο χριστιανός, για να συμμορθωθεί στις προσδοκίες του πνευματικού του πατέρα, αναγκάζεται να παραβιάσει τις ψυχολογικές του δυνατότητες. Σύμφωνα με την επικρατούσα ποιμαντική θεώρηση ο άνθρωπος διαθέτει σε κάθε περίσταση τη δυνατότητα να υπακούει στο θέλημα του Θεού ανεξάρτητα από τις βιωματικές και ψυχοσυναισθηματικές του προϋποθέσεις. Είναι ελεύθερος να επιλέγει αυτό που είναι θεάρεστο χωρίς να περιορίζεται από νευρωσικά συμπλέγματα, ψυχικά τραύματα και άλλους ενδοπροσωπικούς περιορισμούς. Οι υποσυνείδητες ανάγκες, οι εσωτερικές συγκρούσεις, οι καταθλιπτικές τάσεις, οι φοβίες, οι ψυχαναγκασμοί, οι εξαρτήσεις, είναι απλά πάθη που ο πιστός μπορεί και πρέπει να ξεριζώσει με τη δύναμη της θέλησής του και τη βοήθεια της Θείας Χάρης. Οι χριστιανοί που δεν διαθέτουν τις ψυχολογικές προϋποθέσεις για να προχωρήσουν πνευματικά, χρεώνονται με την ευθύνη της κακής προαίρεσης ή της αδύνατης πίστης. Η αμαρτία δεν χρεώνεται στις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης και των αρνητικών επιδράσεων του περιβάλλοντος, αλλά θεωρείται αποτέλεσμα ελεύθερης, συνειδητής επιλογής. Ο Πνευματικός Πατέρας αντί να συμπάσχει με αγάπη και ταπείνωση κατανοώντας τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει ο ποιμενόμενος, αξιολογεί την ποιότητα της συμπεριφοράς του, σύμφωνα με τον ηθικό κώδικα της Εκκλησίας. Τον θεωρεί υπεύθυνο για τις αδυναμίες του και ένοχο για τα λάθη του. Και ενώ δεν τον κατακρίνει, τον προτρέπει να κάνει αυτό ακριβώς που στη συγκεκριμένη στιγμή ή περίοδο της ζωής του, τού είναι αδύνατο ... "το θέλημα του Θεού". Αυτό που δεν αμφισβητείται είναι η άμεση δυνατότητα του εξομολογούμενου να εφαρμόσει το θέλημα του Θεού έτσι όπως αυτό εκφράζεται σε κάθε περίπτωση από τον πνευματικό του πατέρα. Όποιος θέλει μπορεί να σωθεί με προσωπικό αγώνα, προσευχή και υπακοή. Η δυνατότητα της σωτηρίας ανάγεται στην προαίρεση του πιστού. Ο χριστιανός μπορεί να σωθεί με τη βοήθεια της Χάρης του Θεού εφόσον επιλέγει συνειδητά να σωθεί. Η ευθύνη του ανθρώπου ανάγεται στις συνειδητές προσπάθειες που μπορεί να κάνει για να αλλάξει τον εαυτό του. Σαν να εξαρτάται ολοκληρωτικά από το συνειδητό και ελεγχόμενο κομμάτι του ψυχισμού του η σωτηρία του. Με έμμεσο τρόπο είναι σαν να υιοθετείται η αιρετική άποψη ότι ο άνθρωπος διαθέτει δυνατότητα αυτο-σωτηρίας. Σύμφωνα με μια τέτοια μυωπική θεώρηση, αρκεί να έχεις συνειδητά αγαθή προαίρεση για να μπορέσεις να έλξεις εδώ και τώρα τη Θεία Χάρη και να βαδίσεις τον καλό δρόμο της σωτηρίας. Η διάδοση και η επικράτηση της άποψης ότι ο άνθρωπος επιλέγει ελεύθερα τις συμπεριφορές του, υπηρετεί και συντηρεί έμμεσα την ψευδαίσθηση της κοινωνικής και "θείας" δικαιοσύνης. Είναι μια υπεραπλουστευτική ερμηνευτική προσέγγιση του βάθους και του μυστηρίου που διέπει την ανθρώπινη ζωή. Η Εκκλησία κομίζει το μήνυμα του μυστηριακού βάθος του ανθρωπίνου προσώπου. Με τις ιερές ακολουθίες και την νηπτική της θεολογία, αφυπνίζει τις λανθάνουσες πνευματικές δυνατότητες του ανθρώπου με τρόπο υπερ-μετα-γνωστικό (νηστεία, μετάνοιες, πίστη, ιερά μυστήρια, εικόνες, λιβάνι, βυζαντινές ψαλμωδίες). Είναι όμως παράδοξο ότι συχνά επιμένει να εξαντλεί την ποιμαντική της σε γνωστικά μηνύματα και έλλογες προτροπές. Ο πνευματικός από μυσταγωγός της χάριτος, εκπίπτει σε σύμβουλο ηθικών συμπεριφορών. Αντί να μεταμορφώνει τον πιστό με την πνευματική του ακτινοβολία, επιχειρεί να τον αλλάξει με συμβουλές. Επειδή είναι ο ίδιος μακριά από τον ζωντανό Θεό, δεν ακτινοβολεί τη Χάρη Του και δεν φανερώνει την Αγάπη Του. Αντί να λειτουργεί το μυστήριο της Αγάπης με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος προτρέπει τον πιστό με ορθολογιστικά επιχειρήματα να υπερβεί τις ψυχολογικές και πνευματικές του δυνατότητες.
Ο άνθρωπος δεν επιλέγει ελεύθερα τη συμπεριφορά του από ένα απέραντο ρεπερτόριο δυνατοτήτων. Δεν επιλέγει ελεύθερα κάθε στιγμή αυτό που θέλει να κάνει. Τις περισσότερες φορές δεν κάνει αυτό που θέλει ,αλλά αυτό που μπορεί να θέλει. Θα επέλεγε ελεύθερα αν διάλεγε ανάμεσα σε δύο διαφορετικές εξίσου δυνατές συμπεριφορές. Μπορεί να διαλέξει αν προτιμά τον καφέ του γλυκό ή μέτριο, με γάλα ή χωρίς, μπορεί να διαλέξει ποιο από δύο αυτοκίνητα θα αγοράσει όταν έχουν την ίδια τιμή. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις και ιδιαίτερα όταν πρόκειται για σημαντικά ζητήματα, η ελευθερία επιλογής είναι περισσότερο μύθος, παρά πραγματικότητα. Η επαγγελματική σταδιοδρομία που θα ακολουθήσει κάποιος για παράδειγμα, δεν εξαρτάται από την επιθυμία του, αλλά από τις εσωτερικές του δυνατότητες και τις εξωτερικές συνθήκες. Πόσες πιθανότητες έχει να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές, ένα παιδί που γεννιέται με νοητική υστέρηση ή ένα παιδί με ιδιαίτερες ευαισθησίες και χαμηλές αντοχές που ζει σε μια φτωχή οικογένεια με γονείς που παρουσιάζουν συναισθηματικές διαταραχές; Πόσο δύσκολο είναι ένας φτωχός και εσωστρεφής νέος, που δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια της σύγχρονης αισθητικής, να συνάψει ερωτική σχέση με την όμορφη, άνετη και ευκατάστατη κοπέλα με την οποία είναι ερωτευμένος; Η Αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος σε κάθε του επιλογή, είναι τόσο ελεύθερος, όσο του το επιτρέπουν οι εσωτερικές του δυνατότητες και οι αντικειμενικές, περιβαλλοντικές συνθήκες.Τίποτε ουσιαστικό και πολύ σημαντικό για τη ζωή μας δεν το έχουμε επιλέξει ελεύθερα.Δεν επιλέξαμε: να γεννηθούμε ως άνθρωποι στον πλανήτη γη, δεν επιλέξαμε τους γονείς μας, τη χώρα μας, την ιστορική περίοδο που θα ζήσουμε, τον πολιτισμό, τα ήθη, το οικονομικό επίπεδο της μικροκοινωνίας και της οικογένειάς μας, τις προσωπικότητες των γονιών, τους δασκάλους, τους συμμαθητές, τους φίλους της παιδικής ηλικίας. Δεν διαλέξαμε τη μορφή μας, τις βιολογικές μας αντοχές και δυνατότητες, τις πρώτες μας εμπειρίες.... Αυτό που είμαστε δεν είναι δικό μας δημιούργημα. Συναντάμε αδιαλείπτως τον εαυτό μας και είμαστε αναγκασμένοι κάθε στιγμή να διαπραγματευόμαστε μαζί του. Συναισθανόμαστε ανάγκες, θλίψεις, φόβους, ανασφάλειες, επιθυμίες, και συνειδητοποιούμε σκέψεις, ιδέες και έννοιες που προκύπτούν μέσα μας. Μορφώνονται μέσα μας απόψεις και συνδιαλλασσόμαστε μαζί τους όπως και με τα πρόσωπα με τα οποία επικοινωνούμε. Δεν διαλέγουμε το DNA μας, τις ιδιαιτερότητες του εγκεφάλου μας, των ορμονικών μας λειτουργιών, τις προδιαθέσεις μας για σωματικές ασθένειες ή ψυχολογικές διαταραχές, τους ρυθμούς της σωματικής και ψυχικής μας ανάπτυξης και ωρίμανσης, τη μορφολογία του σώματός μας. Μόνο ο Θεός γνωρίζει το πόσο και το γιατί είναι διαφορετικός σε υπαρξιακό και πνευματικό επίπεδο ο δικαστής από τον κατηγορούμενο, ο γιατρός από τον ασθενή, ο πρωθυπουργός από τον απλό πολίτη, ο πλούσιος από το φτωχό, ο ωραίος από τον άσχημο, ο έξυπνος από τον καθυστερημένο, ο χρήστης ναρκωτικών από τον συντηρητικό γονιό του. Χρειαζόμαστε τους διπολικούς, αξιολογικούς χαρακτηρισμούς για να κρατήσουμε όρθιες τις συμβατικές, κοινωνικές και ηθικές μας δομές. Οι διαφορετικοί και οι αμφισβητίες στιγματίζονται ως προβληματικοί και σπρώχνονται στο περιθώριο. Οι ευυπόληπτοι και επιτυχημένοι ως έχοντες εξουσία προσπαθούν να επανεντάξουν τους "προβληματκούς" για να προστατέψουν το σύστημα και να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους.
Πόση φτώχεια, εθελοτυφλία και εμπάθεια κρύβεται πίσω από τον πρόχειρο διαχωρισμό των ανθρώπων σε καλούς και κακούς, αμαρτωλούς και αγίους, πνευματικούς και κοσμικούς, σωσμένους και απολεσμένους, σε αξιόλογους και ασήμαντους;
Οι ανθρωπιστικές επιστήμες ρίχνοντας φως στα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς υποδεικνύει ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες γενετικοί, βιολογικοί, ψυχολογικοί και περιβαλλοντικοί που επηρεάζουν τη δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής. Ενώ για την ποιμαντική θεολογία αρκεί να θέλει κανείς να εφαρμόσει το θέλημα του Θεού στη ζωή του και τότε μπορεί να το κάνει. Η καλή προαίρεση όμως δεν είναι αρκετή για να βοηθήσει τον πιστό να εφαρμόζει σε κάθε περίσταση το θέλημα του Θεού. Άλλωστε η Χάρη του Θεού σπάνια γίνεται τόσο αισθητή ώστε να προσδιορίζει με τη δυναμική της την ανθρώπινη συμπεριφορά.
Καλή προαίρεση δεν είναι η πρακτική δυνατότητα αποφυγής της αμαρτίας και ορθροπραξίας.
Καλή προαίρεση είναι η πνευματική φλόγα που διατηρείται άσβεστη μέσα στον άνθρωπο ως διάθεση κοινωνίας με τον Θεό. Η καλή προαίρεση υπάρχει ως ροπή, διάθεση, τάση, έφεση, κλίση προς την υπακοή στο Θείο θέλημα, προς την Αγάπη του Θεού και του συνανθρώπου. Είναι ένας θείος σπόρος, δώρο από το Θεό ίσως η ίδια η εικόνα του Θεού η οποία δεν μπορεί να σβηστεί από καμιά εγκόσμια συνθήκη. Αυτό το φως της θείας εικόνας ενεργεί μυστικά και φανερώνεται εκτάκτως κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιστάσεις. Ο άνθρωπος της καλής προαίρεσης δεν είναι ο "καλός" χριστιανός ο οποίος παρουσιάζει ένα σύνολο ευπρεπών και καταξιωμένων θεσμικά κοινωνικών συμπεριφορών. Ο άνθρωπος της καλής προαίρεσης δεν είναι ο τυπικός χριστιανός της αυτοδικαίωσης, ο οποίος προσπαθεί να αυτοπροστατεύεται εντάσσοντας τον εαυτό του με το ζόρι στα πλαίσια της εκκλησιαστικής ηθικής. Ο άνθρωπος της καλής προαίρεσης δεν είναι αυτός που μπορεί να ελέγχει τις παρορμήσεις του και να υποτάσσεται σε καθωσπρεπικά μοντέλα συμπεριφοράς. Ο άνθρωπος της καλής προαίρεσης δεν αποζητά την αναγνώριση και το σεβασμό των άλλων μέσα από την υποταγή του στις απαιτήσεις κοινωνικών και ηθικών κανόνων. Ο άνθρωπος της καλής προαίρεσης ζει ελεύθερα την κάθε στιγμή. Είναι αληθινός με τον εαυτό του και τους άλλους και δεν προσπαθεί να εξαπατήσει το Θεό για να σωθεί. Αναγνωρίζει τα λάθη και τις αδυναμίες του και οδηγείται από την ίδια του τη ζωή και από την ζωντανή προσωπική του σχέση με το Θεό και όχι από αφηρημένα, θεωρητικά, θρησκευτικά στερεότυπα. Το βασικό του κίνητρο δεν είναι να κατοχυρώσει πνευματικά το εγώ του ώστε να μειώσει την υπαρξιακή του αγωνία και ανασφάλεια. Όταν υπακούει στο θείο θέλημα το κάνει από αγάπη για τον Θεό και όχι από ανάγκη να στηρίξει τον εαυτό του. Όταν επιμένει να υπακούει τον Θεό ενώ είναι πνευματικά στεγνός το κάνει γιατί ποθεί τον Θεό και όχι επειδή ωφελιμιστικά και ψυχαναγκαστικά καταπιέζει τον εαυτό του. Όταν δεν υπακούει στο θέλημα του Θεού το κάνει γιατί έχει απομακρυνθεί υπαρξιακά από τον ζωντανό πνευματικό ορίζοντα του Θεού και δεν λειτουργείται στην καρδιά του το μυστήριο της Θείας παρουσίας. Δεν υπακούει όταν δεν ακούει μέσα του το Λόγο της θείας Αγάπης, όταν έχει αποξενωθεί από την Αγάπη. Σε μερικές περιπτώσεις η ανυπακοή μπορεί να είναι από υπαρξιακή άποψη ορθή στάση, διότι ενώ οδηγεί στην αμαρτία διασώζει την αυθεντικότητα, την αληθινότητα και την ιερότητα της προσωπικής σχέσης με την Αλήθεια. Όταν ο άνθρωπος ενώ βρίσκεται μακριά από τον ορίζοντα της θείας αγάπης συνεχίζει να υπακούει με εξωτερικό, επιφανειακό, μηχανικό τρόπο στο θέλημα του Θεού, το οποίο πλέον βιώνει ως εξωτερική επιταγή, τότε διαταράσσει τη σχέση του με την Αλήθεια. Τραυματίζεται μέσα του η αληθινότητα ως τρόπος υγιούς, εσωτερικής λειτουργίας. Καθώς συνεχίζει να υπακούει στα θρησκευτικά σχήματα χωρίς υπαρξιακή εγρήγορση και πνευματική λαχτάρα, μαραίνεται και αλλοιώνεται η σχέση του με τον Θεό και την Αλήθεια. Αυτό που κατορθώνει δεν είναι φωτισμός, αλλά νεύρωση. Η Αρετή δεν κατορθώνεται με τη βίαιη και ψυχαναγκαστική αποφυγή της αμαρτίας. Η αρετή είναι η φυσική αντανάκλαση της ταπείνωσης, είναι το άλως της ταπείνωσης. Είναι καρπός της αβίαστης συντριβής του εγωκεντρισμού μέσα στην εμπειρία της Χάρης του Θεού. Η βιωτή εκτός εαυτού μέσα στην πληρότητα της Θείας Αγάπης. Η συντηρητική τήρηση του πνευματικού νόμου τροφοδοτεί την αυτοδικαίωση και την υποκρισία. Η συντριβή κάθε αυτοάμυνας και η φυσική αποδοχή της μηδαμινότητας ανοίγουν την προοπτική της αιωνιότητας. Οι εξουθενωμένοι αμαρτωλοί μπορεί να βρίσκονται πιο κοντά στη βασιλεία των ουρανών από τούς δικαιωμένους χριστιανούς, διότι εμπνέονται από το προνόμιο της συντριβής. Η αρετή δεν είναι πράξη ή συναίσθημα. Η αρετή είναι καρπός της πρόγευσης του θανάτου μέσα στη Χάρη. Η αποτυχία και η οδύνη μάς ελευθερώνουν από τα δεσμά της εγκοσμιότητας. Η οδύνη μας ελευθερώνει από την φιληδονία. Δεν έχει ουσιαστική σημασία αν είναι κανείς καλός ή κακός, αλλά αν είναι ειλικρινής και αληθινός με τον Θεό και τον εαυτό του. Η αληθινότητα είναι υγιές κριτήριο υπαρξιακού προσανανατολισμού. Ο χριστιανός μάταια προσπαθεί να επουλώσει το τραύμα της θείας Απουσίας με τη συμμόρφωσή του σε στερεότυπους κανόνες θρησκευτικής συμπεριφοράς. Ακολουθώντας αυτή την τακτική αντί να βιώνει την απομάκρυνσή του από το Θεό και να λαχταρά τη μετάνοια και την προσωπική του αναγέννηση, παραμυθιάζεται φαρισαϊκά με την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται στον σωστό δρόμο επειδή αποφεύγει την αμαρτία. Αυτό που κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να φοβάται περισσότερο ο χριστιανός δεν είναι η αμαρτία. Διότι όποιος ζει στην ένταση της ζωντανής προσωπικής σχέσης με τον Θεό δεν ορέγεται την αμαρτία. Δεν επιθυμεί τα πράγματα του κόσμου. Δεν προσπαθεί να τα αποφύγει ενώ τα επιθυμεί. Η επιθυμία του είναι στραμμένη αλλού. Δε βασανίζεται από τη στέρηση. Ευφραίνεται από την θεία πλησμονή. Αυτό που θα έπρεπε να φοβάται ο χριστιανός είναι η υποκρισία. Η ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται στο δρόμο του Θεού επειδή και μόνο τηρεί τους τυπικούς κανόνες της εκκλησιαστικής ζωής. Οι καθωσπρεπικές συμπεριφορές ενισχύουν μέσα του την ψευδαίσθηση της αγαθότητάς και της αυτοδικαίωσης με συνέπεια να μην μπορεί να συναισθανθεί την πλάνη του. Ενώ ο "αμαρτωλός" γνωρίζει ξεκάθαρα την αμαρτωλότητά του εφόσον παραβαίνει το θέλημα του Θεού ο "καλός χριστιανός" δεν μπορεί να δει το λάθος του και όσο "καλύτερος" γίνεται τόσο περισσότερο αυτοεπιβεβαιώνεται και βυθίζεται στον εγωκεντρισμό του. Είναι τραγικό να τον απομακρύνουν από το Θεό οι ίδιες οι επίμονες προσπάθειες που κάνει για να τον πλησιάσει. Και στο δρόμο της αρετής και στο δρόμο της αμαρτίας παρουσιάζονται αμέτρητες, συνεχείς προκλήσεις διαστροφής και αγιασμού. Αν αγαπάς άνευ όρων την Αλήθεια και χωρίς φόβο ακολουθείς αυτό που είναι αληθινό, ο ίδιος ο Θεός που είναι η απόλυτη Αλήθεια θα σε φλερτάρει με την Αγάπη Του και θα σε κατακτήσει. του Νικήτα Καυκιού |
Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014
Το σύνηθες σφάλμα της Εκκλησιαστικής Ποιμαντικής
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου